Φάκελος Ψυχολογία 2021 PDF - Σημειώσεις Εισαγωγή στην Ψυχολογία

Document Details

SubsidizedCarnelian1581

Uploaded by SubsidizedCarnelian1581

University of Athens

2021

Σπυρου Κ. Τσιτσιγκου

Tags

Ψυχολογία Εισαγωγή στην Ψυχολογία Ιστορία Ψυχολογίας Σημειώσεις

Summary

Αυτές οι σημειώσεις του Σπύρου Κ. Τσιτσιγκου, που δημοσιεύθηκαν στην Αθήνα το 2021, παρέχουν μια επισκόπηση της Εισαγωγής στην Ψυχολογία. Το περιεχόμενο καλύπτει τους κυριότερους κλάδους και τις σχολές Ψυχολογίας, συμπεριλαμβανομένης της ιστορίας της Ψυχολογίας. Είναι κατάλληλο για προπτυχιακούς φοιτητές.

Full Transcript

ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΤΣΙΤΣΙΓΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΘΗΝΑ 2021 ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΟΙ ΚΛΑΔΟΙ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΟΜΑΛΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΒΙΟΥ (ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ) ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ ❖ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΓΕ...

ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΤΣΙΤΣΙΓΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΘΗΝΑ 2021 ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΟΙ ΚΛΑΔΟΙ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΟΜΑΛΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΒΙΟΥ (ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ) ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ ❖ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΕΙΔΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ του παιδιού (Παιδαγωγική Ψυχολογία, Εξελικτική Ψυχολογία). της εκπαίδευσης (Εκπαιδευτική Ψυχολογία). του γέροντα (Ψυχολογία της Τρίτης Ηλικίας). του άντρα. της γυναίκας. ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ (ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ, ΧΑ- ΡΑΚΤΗΡΟΛΟΓΙΑ) Φυσιογνωμονική. Φρενολογία ή Κρανιοσκοπία. Γραφολογία. ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΝΕΥΡΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ❖ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΕΙΔΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ❖ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ (Ή ΗΘΟΛΟΓΙΚΗ) ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (μεταξύ ανθρώπου και ζώου) ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ❖ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ❖ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ Ή ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ (Le Bon) ΓΕΩΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ❖ ΕΦΗΡΜΟΣΜΕΝΗ Ή ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΥΧΟΤΕΧΝΙΑ) ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ- ΤΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΜΑΛΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΒΙΟΥ (ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ) 2 ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ❖ ΟΥΣΙΑ / ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΜΑΤΩΔΟΥΣ (PSYCHE) ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΗΣ (SOUL) ΨΥΧΗΣ. ❖ ΕΔΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ. ❖ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ. ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ❖ ΠΛΑΤΩΝ. ❖ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. ❖ ΣΤΩΙΚΟΙ. ❖ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. ❖ DESCARTES. ❖ LEIBNIZ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΨΥΧΟ-ΛΟΓΙΑΣ Ι. ΟΜΗΡΙΚΗ, ΟΡΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΥΘΑΓΟΡΙΚΗ ΨΥΧΟ-ΛΟΓΙΑ Ἡ λέξη ψυχή ἐμφανίζεται στήν ἑλληνική φιλολογία ἢδη απ' αὐτούς τούς Ὁμηρικούς χρόνους (1200-850 π.Χ.). Κατά τήν Ὁμηρική ἀντίληψη, ἡ ψυχή σημαίνει τή ζωή ὡς δύναμη, πού ἐμψυχώνει τό σῶμα καί ἐκφρά- ζει τή συνείδηση1. Πρόκειται γιά ἓνα ἰδιαίτερο ὂν, τό ὁποῖο βρίσκεται μέσα στόν ἂνθρωπο (φρένες), ὃσο αὐτός ζεῖ, καί φεύγει ἀπό τό στόμα ὡς ἀναπνοή ἢ ἀπό τήν ἀνοιχτή πληγή κάποιου τραύματος, ὃταν αὐτός πεθαίνει2. Ἡ ψυχή, πού φεύγει ἀπό τό σῶμα, εἶναι ἓνα ὁμοίωμα (εἲδω- λο), τό ὁποῖο στή συνέχεια πλανιέται σάν καπνός ἢ σκιά, ἂπιαστη κι' ἀ- νέγγιχτη, γιά να καταλήξει στόν Ἃδη3. Ὁ ἂνθρωπος, κατά τούς Ὀρφικούς, εἶναι διφυής. Τό Τιτάνιο σῶμα του διαφέρει ἐντελῶς ἀπό τή Διονυσιακή ψυχή του· τό πρῶτο εἶναι κάτι τό γήινο καί παροδικό, ἐνῶ ἡ δεύτερη, σάν μιά σπίθα τοῦ φυλακισμένου Διονύσου μέσα στό κακό σῶμα, εἶναι κάτι τό οὐράνιο, θεϊκό καί αἰώνιο ὡς πρός τή φύση της. Ὁ χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, ὁ τρόπος σύνδεσης ἐκείνης μέ τοῦτο, ἡ προΰπαρξη τῆς ψυχῆς ἀπό τοῦ σώματος, ἡ μετεμψύχωση, ἡ αἰωνιότητα τῆς ψυχῆς, ἡ δίκη τῶν νεκρῶν κ.λπ., ὃλα αὐτά προέρχονται ἀπό τήν Ὀρφική θρησκεία καί τά μυστήριά της4. 1 Βλ. B. J a c k s o n, "The psuche in Psychology and Theology", JPT, 75, 3 (1975) 4. 2 Βλ. "Ψυχή", ThDNT, ΙΧ, 609. 3 Βλ. Ἀ. Ε. Μ π ι τ σ ά κ η, "Ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς κατά τόν Πλάτωνα", ΘΕΟΛΟΓΙΑ 65/2 (1994) 343. 4 Βλ. Ἰ. Ν. Θ ε ο δ ω ρ α κ ό π ο υ λ ο υ, Εἰσαγωγή στόν Πλάτωνα, σ. 196. 3 Κατά τήν παράδοση, ὁ Πυθαγόρας (580-505 π.Χ.) γιά 30 χρόνια σπούδαζε κοντά στούς ἱερεῖς τῆς Αἰγύπτου, τούς Μάγους τῆς Περσίας καί τούς γυμνοσοφιστές τῆς Ἰνδίας. Παραδεχόταν τήν προΰπαρξη τῶν ψυχῶν καί τή μετενσάρκωσή τους5. Παρά τίς ἐπικρίσεις τοῦ ἱ. Χρυσο- στόμου γιά τόν Πυθαγόρα6, ἰδιαίτερα μάλιστα ὃσο ἀφορᾶ τήν πίστη του στή θεωρία τῆς μετεμψύχωσης7 ἢ τή θρυλούμενη μαγική συνομιλία του (γοητεία) μέ ἀετούς καί βόδια8, ἀρκετά στοιχεῖα τῆς Φιλοσοφίας, Ἠθι- κῆς, Ψυχολογίας καί Παιδαγωγικῆς τοῦ μεγάλου αὐτοῦ φιλοσόφου ὁ ἱ. Πατήρ ἒχει, τοὐλάχιστον ἒμμεσα (δηλ. μέσω ἂλλων) ἢ implicitly, χρησι- μοποιήσει. Οἱ Ὀρφικοί, οἱ Πυθαγόρειοι καί ὁ Πλάτων ἒβλεπαν τήν ψυχή σάν μιά θεϊκή καί ἀθάνατη οὐσία. Μολαταῦτα, ὁ πλατωνικός Σωκράτης δέν ἀποδέχεται τήν Πυθαγόρεια περί τῆς ἁρμονίας τῶν ὑλικῶν στοιχείων θεωρία σύστασης τῆς ψυχῆς9. Ἡ ψυχή μέ τή γέννησή της κατεβαίνει, κατά μιά μοιραία πτώση10, στόν ὑλικό κόσμο σάν ἓνας Θεῖος ξένος11, κι' ἒτσι βρίσκεται φυλακισμένη στό σῶμα σάν σέ τάφο (σῆμα - τάφος - σά- μα - σῶμα)12. Ἀπ' ἐκεῖ ἐπιθυμεῖ νά ἐλευθερωθεῖ καί νά ἐπαναπατρισθεῖ, ζώντας παντοτινά13, στήν ἀθάνατη, θεϊκή καί ἀόρατη πατρίδα της γιά νά ζήσει μακάρια κι' εὐτυχισμένη, ἀπαλλαγμένη ἀπό τίς περιπλανή- σεις, τούς παραλογισμούς, τούς φόβους, τούς ἂγριους ἒρωτες καί τά ἂ- λα ἀνθρώπινα κακά14. Ἡ πατρίδα της βρίσκεται στόν οὐρανό, ἐνῶ ἡ πα- ροῦσα ζωή εἶναι ἓνα ἐξαγνιστικό καί ἀπολυτρωτικό στάδιο γιά νά εὐτυ- χήσει μετά τήν ἐπάνοδό της πρός τό Θεῖο. Κατά Διογένη τό Λαέρτιο, ὁ Πυθαγόρας δίδασκε "τήν ἀνθρώπου ψυχήν διῃρῆσθαι τριχῇ, εἲς τε νοῦν καί φρένας καί θυμόν. νοῦν μέν οὖν καί θυμόν εἶναι καί ἐν τοῖς ἂλλοις ζώοις, φρένας δέ μόνον ἐν ἀνθρώπῳ"15. Κατά τό σωματικό θάνατο, ἡ ψυχή, ὂντας ἀθάνατη, ἀνέρχεται, ἂν εἶναι ἁγνή καί καθαρή, σέ ἓνα ὑψηλότερο κόσμο, στούς αἰθέρες· ἐκεῖ περιφέ- ρεται, ζώντας χωρίς σῶμα, ὣσπου νά ἑνωθεῖ μέ τό Θεῖο. Ἂν ὃμως δέν εἶ- ναι ἁγνή, καί βγεῖ ἀπό τό σῶμα ἀκάθαρτη, δεσμεύεται μέσα σέ κάποιο 5 Βλ. B. J a c k s o n, ὃπ. π., σ. 3. 6 Ἰ ω. Χ ρυ σ., Εἰς Ἰω. 63, 3, MPG 59, 350. 7 Ἰ ω. Χ ρυ σ., Εἰς Ἰω. 66, 3, MPG: "ἀλλ' ἒλεγον ὃτι θάμνος ἐστί καί ἰχθύς, καί κύων γίνεται ἡ ψυχή". 8 Ἰ ω. Χ ρυ σ., Εἰς Ἰω. 2, 2, MPG 59, 29. 9 Φαίδων, 85c-86d, 92a-95a. 10 Φαίδων, 248c. 11 Βλ. Ν. Π. Β α σ ι λ ε ι ά δ η, Μυστήριον θανάτου, σ. 29. 12 Κρατύλος 400 c, Γοργίας 439 a, Φαίδων 62 b, 69 c, 81 a, Νόμοι ΣΤ', 782 c, Πολιτεία Ι, 600 b. 13 Πολιτεία Ζ, 517 d. 14 Φαίδων, 80 e-81 b. 15 Δ ι ο γ. Λ α έ ρ τ ι ο υ, Βιβλ. 8, κεφ. 30. 4 ἂλλο σῶμα (βλ. μετενσάρκωση), ὣσπου νά ἐξαγνισθεῖ ἐντελῶς ἢ νά πά- ει στόν Τάρταρο γιά τιμωρία16. ΙΙ. ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ Ὃλοι σχεδόν οἱ Προσωκρατικοί φιλόσοφοι δέχονταν τήν ὓπαρξη ψυχῆς στόν ἂνθρωπο· τή θεωροῦσαν, ὃμως, διαφορετικά, δίνοντάς της εἲτε ὑ- λικότερο, εἲτε πνευματικότερο περιεχόμενο. ΘΑΛΗΣ (624-545 π.Χ.) Τήν ψυχή φανταζόταν ὡς πηγή καί αἰτία τῆς ἐνέργειας καί τῆς κίνησης, παρομοιάζοντάς τη μέ μαγνήτη: "κινητικόν τι τήν ψυχήν ὑπολαβεῖν, εἲ- περ τόν λίθον ἒφη ψυχήν ἒχειν, ὃτι τόν σίδηρον κινεῖ"17. Πρῶτος αὐτός ἀ- ποφάνθηκε ὃτι ἡ ψυχή εἶναι μία φυσκή ὑπόσταση, πού βρίσκεται σέ αἰ- ώνια κίνηση ἢ παράγει κίνηση ἀπό τόν ἑαυτό της. Κατά τόν παλαιό δι- ξογράφο, "Θαλῆς ἀπεφήνατο πρῶτος τήν ψυχήν φύσιν αὐτοκίνητον ἢ ἀει- κίνητον"18. ΑΝΑΞΙΜΕΝΗΣ (585/588-524 π.Χ.) Κατά τόν Ἀναξιμένη, ἡ ψυχή θεωρεῖται ὡς ἀρχή ἑνότητας, καθοδήγη- σης καί ἐλέγχου γιά τόν κάθε ἂνθρωπο, ἐπειδή συνίσταται ἀπό ἀέρα: "οἷον ἡ ψυχή, φησίν, ἡ ἡμετέρα ἀήρ οὖσα συγκρατεῖ ἡμᾶς, καί ὃλον τόν κό- σμον πνεῦμα καί ἀήρ περιέχει· λέγεται δέ συνωνύμως ἀήρ καί πνεῦμα"19. ΞΕΝΟΦΑΝΗΣ (570-475480 π.Χ.) Οἱ Ἐλεᾶτες (Ξενοφάνης, Παρμενίδης, Ζήνων καί Μέλισσος) εἶδαν τήν ψυχή ὡς προϊόν μείξεως φωτεινοῦ καί σκοτεινοῦ (ὑλικοῦ) στοιχείου. "Πρῶτος τε ἀπεφήνατο, ὃτι...ἡ ψυχή πνεῦμα"20. ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ (544/535-484/475 π.Χ.) Τά ὃρια τῆς ψυχῆς γιά τόν Ἡράκλειτο εἶναι ἀξεπέραστα, γιατί ὁ λόγος της ἒχει ἀπεριόριστο βάθος: "ψυχῆς πείρατα ἰών οὐκ ἂν ἐξεύροιο, πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν· οὓτω βαθύν λόγον ἒχει"21. Τό ἲδιο, ὡς γνωστό, ἰσχυ- 16 Βλ. Ἐγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ἡλίου, σ. 192. 17 Ἀ ρ ι σ τ ο τ έ λ η, Περί ψυχῆς, 405 a 19. 18 Ἀπό: Ἀρχιμ. Θ. Ν. Σ ι μ ό π ο υ λ ο υ, Ἡ ἀνθρώπειος ψυχή, σ. 15. 19 Π λ ο υ τ ά ρ χ ο υ, Περί τῶν ἀρεσκόντων τοῖς φιλοσόφοις φυσικῶν δογμάτων, Βιβλ. Α', κεφ. γ', Ι Β 2. 20 Δ ι ο γ. Λ α έ ρ τ ι ο υ, Βιβλ. 9, κεφ. 2, § 19. 21 ΙΒ 45. 5 ρίστηκε ἀργότερα ὁ Σωκράτης, ἀλλά καί ὁ ἱ. Χρυσόστομος μετέπειτα, ἑρμηνεύοντας τό τοῦ Ἐκκλησιαστῆ "βαθύ βάθος, τίς εὑρήσει αὐτό; "22. Ὁ Ὑλισμός ἐδῶ εἶναι ἐμφανέστερος, ἐφόσον, κατά τόν φιλόσοφο, ἡ ψυχή ταυτίζεται μέ τή φωτιά. Κατά τόν Ἡράκλειτο, ἡ λογική ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖ κομμάτι (μοῖρα) τῆς θεϊκῆς (ἀρχέγονης) φωτιᾶς ("ἀειζώου πυρός"): "Ἡράκλειτος τήν μέν τοῦ κόσμου ψυχήν ἀναθυμίασιν ἐκ τῶν ἐν αὐτῷ ὑγρῶν, τήν δ' ἐν τοῖς ζώοις ἀπό τοῦ ἐκτός καί τῆς ἐν αὐ- τοῖς ἀναθυμιάσεως ὁμογενῆ"23. Ὅσο καθαρότερη εἶναι αὐτή ἡ φωτιά, τό- σο τελειότερη εἶναι ἡ ψυχή: "αὒη ψυχή σοφωτάτη καί ἀρίστη"24. Ἀπό τόν τρόπο μετοχῆς τῆς ψυχῆς στό λόγο αὐτοῦ τοῦ Θείου πυρός γίνεται γνω- στή ἡ ἀλήθεια. Ἡ διάνοια εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀληθινῆς γνώσης. Χωρίς αὐ- τή οἱ αἰσθήσεις γίνονται κακοί μάρτυρες. Ὁ ἂνθρωπος ὀφείλει νά ὑποτάσσεται στό Θεῖο Νόμο, ἀπό τόν ὁποῖο πηγάζουν ὅλες οἱ ἀνθρώπινες διατάξεις. Αὐτή ἡ ὑποταγή παρέχει στόν ἂνθρωπο τήν εὐαρέστηση, δηλ. τήν ἀληθινή τοῦ ἀνθρώπου εὐδαιμονία· μιά ἂποψη πού τή συναντᾶμε πάρα πολύ συχνά στά ἒργα τοῦ ἱ. Χρυσο- στόμου. ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ (500 π.Χ.) Οἱ Ἀτομικοί φιλόσοφοι (Λεύκιππος καί Δημόκριτος) ἒλεγαν ὅτι τά πυ- ρώδη ἂτομα τῆς ψυχῆς εἶναι πολυτιμότερα ἀπό τά σωματικά, ἀφοῦ ἀ- ποτελοῦν τήν αἰτία τῆς κίνησης καί τῆς ζωῆς τοῦ σώματος, ὅπως ἐπίσης καί τῆς νόησης. Μέ βάση τίς πληροφορίες, πού μᾶς παρέχει ὁ Ἀριστοτέ- λης25, ὁ Λεύκιππος θεωροῦσε ὡς ψυχή τά σφαιροειδῆ ἂτομα, πού, λόγω τῆς διεισδυτικότητάς τους, ἒχουν τήν ἱκανότητα νά προκαλοῦν κίνηση. Τή φιλοσοφία αὐτή ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἐπικρίνει, γιατί, συμφύροντας τήν ψυχή μέ τό σῶμα, ὁδηγεῖ στήν ἂποψη περί συνδιάλυσης τῆς ψυχῆς μέ τό θάνατο τοῦ σώματος26. ΙΠΠΑΣΟΣ (6ος – 5ος αι. π.Χ.) Τήν ψυχή θεωροῦσε ὁ Ἵππασος συνιστάμενη ἀπό πύρινη ὕλη (πυρώ- δη)27. 22 7, 24. 23 Π λ ο υ τ ά ρ χ ο υ, Περί τῶν ἀρεσκόντων τοῖς φιλοσόφοις φυσικῶν δογμάτων, Βιβλ. Α', κεφ. γ'. 24 ἀπόσπ. 118. 25 Περί ψυχῆς, Α', 403 b. 26 Εἰς 'Ιω. 63, 3, MPG. 27 Δ ι ο γ. Λ α έ ρ τ., Βιβλ. 8, κεφ. 6, § 84. 6 ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ (500-428 π.Χ.) Ὁ Ἀναξαγόρας δέν ἀπέφυγε ἕνα λανθάνοντα Ὑλισμό. Κατά τόν Ἀρι- στοτέλη, ὁ Ἀναξαγόρας "ψυχήν εἶναι λέγει τήν κινοῦσαν, καί εἲ τις ἄλ- λος εἴρηκεν, ὡς τό πᾶν ἐκίνησε νοῦς"28. Ὁ νοῦς, ἂν καί δέν θεωρεῖται ἐ- ντελῶς πνευματικά, περικρατεῖ κάθε τι πού ἒχει σχέση μέ τήν ψυχή: «τά μέν ἂλλα παντός μοῖραν μετέχει, νοῦς δέ ἐστιν ἄπειρον καί αὐτοκρα- τές καί μέμεικται οὐδενί χρήματι, ἀλλά μόνος αὐτός ἐπ' ἑαυτοῦ ἐστιν... Ἒστι γάρ λεπτότατόν τε πάντων χρημάτων καί καθαρώτατον, καί γνώ- μην γε περί παντός πᾶσαν ἲσχει καί ἰσχύει μέγιστον, καί ὃσα γε ψυχήν ἒ- χει καί τά μείζω καί τά ἐλάσσω, πάντων νοῦς κρατεῖ»29. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ (384-322 π.Χ.) Τό ζήτημα τοῦ πῶς συνδέεται τό ἀθάνατο μέρος τῆς ψυχῆς, ὁ νοῦς, μέ τό ὑπόλοιπο (θνητό) μέρος της ἀποτελεῖ τό πιό σκοτεινό σημεῖο τῆς Ἀ- ριστοτελικῆς διδασκαλίας, τό ὁποῖο μάλιστα διαιώνισαν καί ὅλοι σχε- δόν οἱ Ἀριστοτελικοί (Φιλόσοφοι ἤ Πατέρες). Ὁ νοῦς δέν ἀνήκει στήν ἑ- νότητα τοῦ ὀργανισμοῦ τοῦ φυσικοῦ σώματος, ἀλλ' ἀποτελεῖ ἕνα ξένο καί "θεῖο" στοιχεῖο, ἕνα διαφορετικό εἶδος ψυχῆς ("ψυχῆς γένος ἕτερον"), πού μπορεῖ νά χωρισθεῖ ἀπό τό σῶμα. Ὡστόσο, αὐτή ἡ διάνοια (ὁ ποιητι- κός νοῦς) δέν εἶναι προσωπική30. ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ (371-287/5 π.Χ.), ΕΥΔΗΜΟΣ (370/350-300/290), ΑΡΙ- ΣΤΟΞΕΝΟΣ (360-300 π.Χ.), ΔΙΚΑΙΑΡΧΟΣ (350-290 π.Χ), ΣΤΡΑΤΩΝ (335- 269 π.Χ.) ΚΑΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΦΡΟΔΙΣΙΕΑΣ (2ος – 3ος αι. μ.Χ.) Ἡ ψυχή, κατ' αὐτούς, ἦταν μιά "ἁρμονία" ἤ διάταξη (τόνος) τοῦ (υλι- κού/βιολογικού) σ ώ μ α τ ο ς. Δέν ὑπάρχει οὔτε ξεχωριστός λόγος (ἤ κα- θαρή σκέψη), οὔτε καμιά ἄϋλη ψυχή ξεχωριστά ἀπό τό σῶμα. Πρόκει- ται, λοιπόν, γιά μιά "σωματική" ψυχή (psyche). Ἐτσι, ἡ ἀθανασία τῆς ψυ- χῆς, ὡς αὐτόνομης ἐπιβίωσής της, ἀπορρίπτεται. Ἡ ψυχή πεθαίνει μαζί μέ τό σῶμα31. 28 Περί ψυχῆς, Α', 2: "Ἀναξαγόρας δ' ἒοικε μέν ἓτερον λέγειν ψυχήν τε καί νοῦν, ὣσπερ εἲπομεν καί πρότερον, χρῆται δέ ἀμφοῖν ὡς μιᾷ φύσει, πλήν ἀρχήν γε τόν νοῦν τίθεται μάλιστα πάντων". 29 Αν αξ α γό ρ α , Fragm. 12, 12, “Die Fragmente der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W. Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966. 30 Βλ. π. G. F l o r o f s k y, Δημιουργία καί Ἀπολύτρωση, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 133. 31 Βλ. π. G. F l o r o f s k y, ὅπ. π., σ. 132. 7 ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΝΗΠΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (π. Ι. Ρωμανίδης, Μητρ. Ι. Βλάχος) ΕΝΕΡΓΕΙΑ (ΠΝΕΥΜΑ Ή SOUL Ή ΝΟΥΣ) ΝΟΣΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Η ΝΟΕΡΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Ρ Ε ΚΑΡΔΙΑ Ο Ν ΕΓΚΕ- ΦΑ- ΛΟΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΚΗ Ή ΚΑΤΑΝΟΟΥΣΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ❖ G. ALLPORT. ❖ K. ROGERS. ❖ A. MASLOW. ❖ V. FRANKL. ❖ R. ASSAZIOLI. ❖ H. SULLIVAN. ❖ G. KELLY. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ― GESTALT (εποπτεία ξαφνική εκ του όλου) ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΟΜΗΣ Ή ΤΩΝ ΟΛΟΤΗΤΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΚΡΑΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΝΕΟΠΡΟΣΩΠΙΣΜΟΣ ΨΥΧΟΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΝΕΥΡΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ❖ ΓΕΝΙΚΑ ΚΕΝΤΡΙΚΟ εγκέφαλος. 8 - τελικός (2 ημισφαίρια, αύλακες, φαιά ουσία ή εγκεφαλικός φλοιός). - διάμεσος (οπτικοί θάλαμοι, υποθάλαμος, υπόφυση, επιθά- λαμος ή επίφυση ή κωνάριον). - μέσος (νευρικές ίνες, τετράδυμο, σκέλη, βραχίονες, υδρα- γωγός του Sylvius). - οπίσθιος (γέφυρα, παρεγκεφαλίδα). - έσχατος ή προμήκης. νωτιαίος μυελός. - φαιά ουσία. - λευκή ουσία. - κεντρικός νευρικός σωλήνας. νεύρα. γάγγλια. ΑΥΤΟΝΟΜΟ συμπαθητικό. παρασυμπαθητικό. ❖ ΝΕΥΡΙΚΟ ΚΥΤΤΑΡΟ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ πυρήνας. κυτόσωμα. δενδρίτες. νευρίτης (νευράξονας) ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ διεγερσιμότητα. αγωγιμότητα. ΤΟ ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (ενδοκρινείς αδένες  ορμόνες) ❖ ΥΠΟΦΥΣΗ (τροπίνες) 9 ❖ ΘΥΡΕΟΕΙΔΗΣ (θυροξίνη) ❖ ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΑ (κορτιζόνη, αδρεναλίνη) ❖ ΠΑΓΚΡΕΑΣ (ινσουλίνη) ❖ ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΙ ΑΔΕΝΕΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ (ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ ― BEHAVIORISMUS) ΓΝΩΣΙΑΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (COGNITIVE PSYCHOLOGY) Διερευνά τους τρόπους επικοινωνίας και τους νόμους, που διέπουν τη διαδικασία της ανθρώπινης πληροφόρησης. Η ανθρώπινη μάθηση είναι λειτουργία, που εξαρτάται από τα «συμβολικά συστήματα» και όχι μια απλή αντανακλαστική ενέργεια. ο αν- θρώπινος οργανισμός δε θεωρείται παθητικό προϊόν του περιβάλλοντος, αλλά ενερ- γητικό ον, που συμμετέχει στην ίδια του την εξελικτική πορεία ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ (ΒΑΘΥΨΥΧΟΛΟΓΙΑ) ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΟΫΔΙΚΟΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ Ι. ΦΑΣΕΙΣ ΦΡΟΫΔΙΚΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ Η γενετήσια ορμή – τραύμα (1892-1893). Η (1894-1922). Η γένεση της (1923-1938) – επιθετικότητας. Εξέλιξη της θεωρίας για το άγχος και της διδασκαλίας για το οιδι- πόδειο σύμπλεγμα (1939). ΙΙ. ΦΡΟΫΔΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ Χαρακτηρολογική Ψυχανάλυση K. Abraham (1877-1925). Ψυχοπαθολογική ψυχανάλυση S. Ferenczi (1873-1933). Συμβολική ψυχανάλυση E. Jones (1879-1957). Ψυχανάλυση του παιδιού M. Klein (1882-1960). Φροϋδομαρξισμός W. Reich (1897-1957) και H. Marcuse (1898- 1979). Γονεϊκή ψυχανάλυση και ψυχο-ιστορία E. Erikson (1902-). Αμυντική του Εγώ ψυχανάλυση και παιδοψυχιατρική ψυχανάλυση A. Freud (1895-1982). ΙΙΙ. ΔΕΥΤΕΡΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Ατομική Ψυχολογία A. Adler (1870-1937). Τραύμα της γέννησης του O. Rank (1884-1939). Το και τα παθολογικά σύνδρομα του H. Sullivan (1882- 1949). 10 Νεοφροϋδισμός (επαναξιολόγηση της Ψυχανάλυσης) της K. Hor- ney (1885-1952). Αναλυτική Ψυχολογία C. Jung (1875-1961). Νεοφροϋδομαρξισμός E. Fromm (1900-1980). IV. Η ΤΡΙΤΗ (Ή ΝΕΑ) ΒΙΕΝΝΑΙΑ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Λογοθεραπεία V. Frankl (1905). I. Caruso (1914). Κοπροψυχολογία W. Daim. V. ΜΕΤΑΦΡΟΫΔΙΚΟΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΕΣ Φαινομενολογική (κατανοούσα) ψυχανάλυση L. Binswanger (1881). Υπαρξιστική ψυχανάλυση H. Ey (U. Sonnemann, 1954). Ολιστική ψυχανάλυση V. Von Weizsaecker (1886-1957). Συναντησιακή ψυχανάλυση H. Trueb (C. Seguin1965). Περσοναλιστική ψυχανάλυση P. Christian. Πολιτισμική ψυχανάλυση E. Michel. Τριαδική ψυχανάλυση P. L. Entralgo. VΙ. ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ Εμβάθυνση στην τριμερή διαίρεση της ψυχής (μεταψυχολογικές θεωρίες). Θεωρία και τεχνική της ψυχανάλυσης παιδιών (πρβλ. V. Smirnoff, 1960). Ανθρωπιστική ψυχανάλυση (πρβλ. J. Rattner, 1967). Εφηρμοσμένη ψυχανάλυση σε τομείς κοινωνικών επιστημών (π.χ. ψυχαναλυτική Ανθρωπολογία). Εφηρμοσμένη ψυχανάλυση στη Φιλολογία και Λογοτεχνία (ψυχα- ναλυτική και γλωσσολογική ερμηνεία κυρίως από τη Γαλλική Ψυ- χαναλυτική Σχολή). [πρβλ. Το στάδιο του καθρέφτη και η Σημειωτική Ψυχανάλυση του J. Lacan 1936, 1965]. Εφηρμοσμένη ψυχανάλυση στη Φιλοσοφία, στην Ιδεολογία – Πο- λιτική, στις Καλές Τέχνες (ψυχαναλυτική ερμηνεία Αρχιτεκτονι- κής, Γλυπτικής, Ζωγραφικής) και στη θρησκεία. Κλινική Ψυχανάλυση (έμφαση στα προβλήματα άγχους, σχιζοφρέ- νειας, οικογενειακών σχέσεων, γυναικείας σεξουαλικότητας και ναρκωτικών) [πρβλ. R. Laing, 1960]. 11 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ Ι. ΟΡΙΣΜΟΣ Τον όρο ψυχανάλυση (1890) δημιούργησε πρώτος ο S. Freud (1856- 1939). Πρβλ. Σπουδές στην υστερία Breuer (Βέρθα Πάππενχαϊμ ή Άννα, 1895, μέσω ύπνωσης). Μέθοδος θεραπευτικής αντιμετώπισης των ψυχικών διαταραχών. Προσωπικότητας θεωρία οικοδομημένη πάνω σε έννοιες όπως: α- συνείδητο, Εγώ και Υπερεγώ. Καθοδηγητική διδασκαλία και βοήθεια του ασθενή να εκφρασθεί με ελεύθερο συνειρμό, και ερμηνεία των συνειρμών και των εμπο- δίων που αυτός αντιμετωπίζει στην προσπάθειά του να εκφρασθεί ελεύθερα, καθώς επίσης και ερμηνεία των συναισθημάτων και στάσεων προς το θεραπευτή του. Ψυχολογικές θεωρίες προέλευσης των νευρώσεων και αργότερα της γενικής δια-νοητικής ανάπτυξης. Ψυχανάλυση = Ψυχολογία του Βάθους (Freud, Adler, Jung). ΙΙ. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ Ασυνείδητο (id), συνειδητό (Ego), προσυνείδητο (προ-Εγώ), Υπερε- γώ (Superego). Libido (κάθεξη σε ερωτογενείς ζώνες, ορμή ζωής και θανάτου), Ναρκισσισμός. Οιδιπόδειο σύμπλεγμα (ο μικρός Χανς, 3-5 ετών), πατέρας (Totem & taboo) – άγχος ευνουχισμού, σύμπλεγμα Ηλέκτρας, Μωυσής και Μο- νοθεϊσμός (θεοποίηση του πατέρα). Σύγκρουση μεταξύ της αρχής της επιθυμίας και της αρχής της πραγματικότητας. Ο ΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ «ΣΥΝΕΙΔΕΝΑΙ» “Γνῶθι σαυτόν” (Χίλων) Η βασική ασθένεια του σύγχρονου ανθρώπου φαίνεται να είναι η έλλειψη αυτογνωσίας. Όλη η επιθετικότητα και η βία των σημερινών κοινωνιών, που κατευθύνονται εναντίον των άλλων, πάσχει από τη γνώση του εαυτού μας. Αυτό, βέβαια, οφείλεται στην επισυμβάσα γενικότερα αλλοτρίωση της εποχής μας. Αλλοτρίωση είναι η διαστροφή και απομάκρυση από τον αυθεντικό εαυτό μας. Στην πραγματικότητα πρόκειται για στρουθοκαμηλισμό. Τούτο πρέπει να αποδοθεί στην εξωστρέφεια γενικά 12 και την πραγματοφιλία, πράγματα για τα οποία “εν πολλοίς” ευθύνονται ο Καταναλωτισμός και η Τεχνολογία. Αυτοσυνειδησία θα πει βαθιά γνώση υπό του ιδίου ανθρώπου τού ε- σωτερικού του κόσμου (εαυτού του), δηλ. των πνευματικών και ψυχικών ιδιοτήτων, δυνατοτήτων, αδυναμιών και ελαττωμάτων του. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, «τό γινώσκειν ἑαυτόν σωφρονεῖν ἐστίν ἅ τέ τις οἶδε καί ἅ μή». Άλλο συνείδηση, άλλο νους [ή πνεύμα, δηλ. ανώτερη/πνευματική ψυχή (soul)] και άλλο εγκέφαλος. Ο εγκέφαλος με τα γονίδια (βλ. γενότυπο) και όλες τις νευροχημικές ουσίες, που συνθέτουν τη νοητική λειτουργία, είναι το βιολογικό όργανο της «αιματώδους» ψυχής (psyche), αλλ’ όχι και του νου (mind), ο οποίος παραμένει α-προσδιόριστος. Υπό μία έποψη, νου και (συναισθηματική) νοημοσύνη διαθέτουν και τα ζώα και τα φυτά (πρβλ. «τον νου τού λιβα- διού»), που, βέβαια, στερούνται εγκεφάλου. Ομοίως, άλλο ψυχική (ή ε- γκεφαλική) ενέργεια, και άλλο πνευματική (ή νοερή) ενέργεια. Αν η ανθρώπινη συνείδηση χρειάζεται τον νου για να νοηματοδοτηθεί, είναι ακόμα άγνωστο στους ειδικούς. Αν ο ανθρώπινος νους χρειάζεται τη συνείδηση για να νοηματοδοτηθεί, είναι, επίσης, άγνωστο. Φαίνεται, πά- ντως, ότι ανθρώπινη συνείδηση υπάρχει ακόμα και σε νεκρό εγκέφαλο. Ακόμα και ασθενείς με πλήρη άνοια, διαθέτουν ένα βαθμό συνείδησης. Η δημιουργία τής συνείδησης είναι αντικειμενικο-υποκειμενική. Με άλλα λόγια, το περιβάλλον (η παιδεία) τροποποιεί τη συνειδησιακή δομή (που προϋπάρχει), έτσι ώστε η δομή αυτή να οργανώνεται σε (λογική, γλωσσική και γνωστική) συνείδηση (δηλ. μία πρωτο-προσωπική μαρτυρί- α), η οποία, με τη σειρά της, επιδρά διαμορφωτικά πάνω στο περιβάλλον. Η ανθρώπινη συνείδηση (ως το σκέπτεσθαι ή, καλύτερα, ως το σχο- λιάζειν το μήνυμα ή την πληροφορία, που είναι μία κατεξοχήν ανθρώπινη ιδιότητα), διακρίνεται σε δυο επίπεδα: α) την πρωτογενή συνείδηση, η οποία ως απλή δομή (δηλ. της ύπαρ- ξης και λειτουργίας των νοητικών λειτουργιών, όπως π.χ. τής πρόσληψης και αντίδρασης) είναι εγγενής, δηλ. δεν χρειάζεται άμεσα το εξωτερικό ε- ρέθισμα (παιδεία) εκ τού περιβάλλοντος, για να νοηματοδοτηθεί και λει- τουργήσει. Αν, για παράδειγμα, πεις σε ένα υποκείμενο να σκεφθεί κάτι, χωρίς στην πραγματικότητα να το βλέπει πραγματικά εκείνη τη στιγμή, ο εγκέφαλός του θα δείξει καταγεγραμμένη σχετική δραστηριότητα, όπως ακριβώς όταν θα ζούσε πραγματικά το συμβάν. Βέβαια, το μηχάνημα, ενώ καταγράφει μία εγκεφαλική δραστηριότητα που αντιστοιχεί σε μια Α’ νοητική λειτουργία, δεν είναι σε θέση να μας πει το περιεχόμενο αυτής τής νοητικής δραστηριότητας, δηλ. τι βλέπει, τι σκέπτεται, τι αισθάνεται κ.λπ. το υποκείμενο. Και β) τη συνείδηση ανώτερης τάξης, που διαθέτει αυτεπίγνωση, πρό- βλεψη του μέλλοντος κ.ο.κ. Τη συνείδηση αυτή μελετούν υπό διαφορετική οπτική διάφορες Σχολές Ψυχολογίας, όπως οι Αναγωγιστές (ως βιολογικό 13 προϊόν), οι Λειτουργιστές, οι Νευροφαινολόγοι και οι Νευροφαινομενολό- γοι [μέσω α) τού ενσώματου λόγου ή τής γλώσσας και της σχεσιακότητας, β) της νευροβιολογίας, γ) των νόμων τής Φυσικοχημείας, και δ) των πολυ- πλόκων δυναμικών συστημάτων βλέπουν την ανάδυση της ανθρώπινης συνείδησης]. Το «συνειδέναι» διαφοροποιεί τον άνθρωπο από το ζώο, και το πρόσω- πο από τη μάζα. Οι μεγαλύτεροι ασκητές στο Χριστιανισμό δίδασκαν ότι η ικανότητα να γνωρίζει κανείς τον εαυτό του είναι ανώτερη ακόμα και από τη δύναμη να μπορεί κάποιος ν’ αναστήσει νεκρό! Όλοι οι μεγάλοι μύστες της ανθρωπότητας ασχολήθηκαν θεωρητικά και έμπρακτα με την αυτογνωσία. Η Πλατωνική φιλοσοφία πρώτη στρά- φηκε συστηματικότερα προς τη μελέτη του ανθρωπίνου πνεύματος. Αν η νεότερη εποχή άρχισε με την πεποίθηση «ego cogito, ergo sum» (Καρτέσιος), τούτο σημαίνει ότι η αυτοσυνειδησία είναι η μόνη αλήθεια, η βεβαιότητα της οποίας αποτελεί τη βάση και την αφετηρία για όλη την πνευματική ζωή. Λέγοντας αυτοσυνειδησία, εννοούμε την άμεση γνώση, που έχει το ανθρώπινο πνεύμα για τις δικές του καταστάσεις και ενέργειες. Η αυτο- συνειδησία εκλαμβάνεται και ως το Εγώ του ανθρώπου, το οποίο, παρά το ότι συνεχώς μεταβάλλεται και εξελίσσεται, όχι μόνο εξασφαλίζει το ενιαίο τού ψυχικού βίου, αλλά και την ειδοποιό διαφορά μεταξύ υποκειμένου και αντι-κειμένου κόσμου. Υπό την έποψη του «συνειδέναι», εννοούμε κυρίως όχι την αυθόρμητη αυτογνωσία, αλλά την εσκεμμένη. Κατ’ αυτήν, το Εγώ καθίσταται αντικείμενο εαυτού, γι’ αυτό και ομιλούμε για «συνείδηση της συνείδησης». Πολλοί ψυχολόγοι, ψυχαναλυτές και ψυχίατροι στα νεότερα χρόνια ασχολήθηκαν επιστημονικά με τον εαυτό. Μεταξύ των άλλων, αναφέρου- με τον A. Adler, που ανέλυσε την αυτεπίγνωση με τα συμπλέγματα ανω- τερότητας – κατωτερότητας, κυρίως στα έργα του και , καθώς και τον R. Laing με το βιβλίο του. Εκείνη, όμως, που διαπραγματεύτηκε σε βάθος το ζήτημα της αυτογνωσίας, ήταν η γνωστή Αμερικανίδα Ψυχολόγος K. Hor- ney με το βιβλίο της. Όλοι οι αρχαίοι (Θαλής, Σωκράτης, Πλάτων, Πυθαγόρας) και οι νεότε- ροι (Φαινομενολόγοι, Υπαρξιστές και Περσοναλιστές κυρίως) Φιλόσοφοι προέτρεπαν στη μελέτη και γνώση τού εαυτού. Επίσης, όλες οι Θρησκείες τού κόσμου δίδασκαν και διδάσκουν την αυτογνωσία. Στην Αρχαία Ελλά- δα ο θεός Απόλλων συμβούλευε τον προσκυνητή τού Μαντείου των Δελ- φών με το γνωστό «γνῶθι σαὐτόν». Η Αγία Γραφή και οι Πατέρες της Εκ- κλησίας επαινούν την αυτογνωσία, θεωρώντας τη ως το πρώτιστο βήμα πνευματικής ωρίμανσης του ατόμου. Κάθε τέλειο (κλειστό) «σύστημα» (πρβλ. Αγία Τριάδα) περιέχει από μόνο του έναν αυτοέλεγχο. Γι’ αυτό, και όλες οι ηλεκτρονικές μηχανές διαθέτουν αυτοματοποιημένο μηχανισμό αυτοελέγχου (auto-check), με α- 14 πώτερο σκοπό ένα τέλειο σύστημα αυτοθεραπείας κατά την επιστήμη της Κυβερνητικής, σύμφωνα με την οποία τα συστήματα αυτά θα μπορούν, αφού ανακαλύψουν μόνα τους τα λάθη των, να αυτοδιορθώνονται αυτό- ματα (feed-back, επανατροφοδότηση). Πώς, λοιπόν, ο άνθρωπος, με τον πλέ- ον σύνθετο εγκέφαλο, θα μπορούσε να στερείται αυτής της θεμελιώδους λειτουργίας; Η αυτογνωσία επιβάλλεται λογικά, ψυχολογικά, ηθικά, ανθρωπιστικά, πολιτικά, θρησκευτικά και βιολογικά. Όπως είναι υποχρέωση του ατόμου να διαφυλάξει την προσωπική του υγεία, κάνοντας προληπτικά ένα ιατρι- κό check up, έτσι υποχρεούται και ο συνειδητός πολίτης αλλά και ο αληθής Χριστιανός να έχει, ει δυνατόν ανά πάσα στιγμή (εγρήγορση), συνείδηση των πράξεών του. Η χριστιανική, μάλιστα, αυτογνωσία συνδέεται με την ταπεινοφροσύνη και την ειλικρινή μετάνοια. Από την αυτογνωσία αρχίζει κάθε Επιστήμη και Φιλοσοφία. Κατά τον Hegel, μέσω του ανθρωπίνου «συνειδέναι» συντελείται η εμπειρία του κό- σμου. Η αυτογνωσία αποτελεί το δείκτη της ηθικής επιτυχίας του ανθρώ- που. Με την αυτογνωσία καθίσταται υπεύθυνος ο άνθρωπος, μαθαίνο- ντας τη δικαιοσύνη. Αντίθετα, η άγνοια του εαυτού οδηγεί στην οίηση, τον τύφο, την αλαζονεία και την αδικία. Η αυτεπίγνωση συνιστά τη λύση του προβλήματος της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Σε κάθε κοινωνική συμβίωση, όπως είναι λ.χ. η οικογένεια, είναι επιβεβλημένο να γνωρίζει το κάθε μέλος τα όριά του. Αν κάθε άν- θρωπος γνώριζε τα όριά του, θα είχε λυθεί το πρόβλημα της κοινωνικής αδικίας. Κάθε αυτογνωσία σημαίνει πάντοτε πρόκληση στην υπάρχουσα ψυχι- κή ισορροπία. Μια αυτογνωσία, γράφει η K. Horney, μπορεί ν’ αποκαλύψει στο άτομο τα πραγματικά του αισθήματα, δείχνοντάς του το ιδιαίτερο νό- ημα της προηγούμενής του στάσεως. Εκτός από την αύξηση της αυτοσυ- νειδησίας, της ζωτικότητας και της ενεργητικότητας, η αυτογνωσία μπορεί ν’ απομακρύνει την ένταση, που δημιουργήθηκε από την ανάγκη, που είχε προηγουμένως το άτομο να καταπνίγει τα πραγματικά του αισθήματα. Η αυτογνωσία, έτσι, σε τελική ανάλυση, προσφέρει στον άνθρωπο ένα αί- σθημα ανακούφισης, αν και η πρώτη αντίδραση σ’ αυτήν μπορεί να είναι ο πόνος, η απογοήτευση ή η απελπισία. Η στροφή προς το υποκείμενο είναι συνειδητοποίηση των δικαιωμά- των του και συγχρόνως επίγνωση των ορίων του, που είναι, βέβαια, στον έσχατο βαθμό ο θάνατος. Η πεποίθηση αυτή θα μπορούσε ν’ αποτελέσει την έναρξη διαμόρφωσης μιας δημοκρατικής συνείδησης. Εξ άλλου, η δια- πίστωση αυτή, εξατομικευμένη, θα μπορούσε αφενός μεν να γεννήσει καινούριες προσωπικές δημιουργίες στην Τέχνη και τον Πολιτισμό, κι’ α- φετέρου να οδηγήσει το θρησκευτικό βίωμα σε πνευματικότερα επίπεδα συνειδητοποιημένης («κατ’ επίγνωσιν») πίστεως. 15 Τέλος, η σαφής γνώση των δυνατοτήτων και μειονεκτημάτων μας θα μας ωφελήσει και επαγγελματικά, εφόσον, ακολουθώντας ο καθένας την κλίση του, θα αποδώσει περισσότερο στο συγκεκριμένο χώρο. Τα συνήθη εμπόδια της αυτογνωσίας είναι απ’ τη μια όλα τα ανθρώ- πινα πάθη και ιδίως ο εγωισμός, κι’ απ’ την άλλη όλες οι βιοτικές μέρι- μνες, που συνήθως μας αποσπούν από ένα τέτοιο εγχείρημα. Σκοτίζοντας η φιλαυτία τη συνείδηση, είτε μεγεθύνει τα προτερήματά μας, είτε παρου- σιάζει τα ελαττώματα ως προτερήματα. Πρακτικά, η α υ τ ο γ ν ω σ ί α επιτυγχάνεται με: την αυτοπαρατηρησία, ενδοσκόπηση, αυτοέλεγχο και αυστηρή – αμείλικτη αυτοκριτική. την προσοχή στις γνώμες των άλλων για εμάς, και όχι, φυσικά, των κολάκων. τη σύγκριση και την ευγενή άμιλλα εξεχουσών προσωπικοτήτων, ώστε ν’ αντιληφθούμε πού υστερούμε ή πού υπερέχουμε των άλ- λων. την αυτοπερισυλλογή, την εξομολόγηση και την προσευχή προς τον Θεό, που είναι ο μόνος ο οποίος «αὐτὸς δύναται εἰς τὸ συνειδὸς ἡμῶν εἰσελθεῖν, καὶ τῆς διανοίας ἅψασθαι, καὶ παρακαλέσαι τὴν ψυχήν» (Ιω. Χρυσοστόμου , Περὶ μετανοίας, MPG 49, 304). τη μελέτη ψυχολογικών και εν γένει πνευματικών βιβλίων. την ακρόαση ψυχολογικών και πνευματικών ομιλιών. ένα καθημερινό ή και εβδομαδιαίο πρόγραμμα (συνειδησιακού) αυ- τοελέγχου. Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ S. FREUD ΚΑΙ ΤΗΝ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ Κατά τήν Ψυχολογία τοῦ Βάθους, ἡ σύγκρουση ἀναφέρεται στή διέγερση δύο ή περισσοτέρων ἀντιτιθεμένων κινήτρων, τά ὁποῖα δέν μποροῦν νά ἱκανοποιηθοῦν ταυτοχρόνως. Ἡ σύγκρουση ἀρχίζει νά ὑπάρχει, ὅταν ἡ μείωση ἑνός ἐρεθίσματος σέ σχέση πρός ἕνα κίνητρο συνδέεται ἄμεσα μέ τήν αὔξηση ἑνός ἄλλου, οὕτως ὥστε νά ἀπαιτεῖται νέα διευθέτηση ἤ ρύθμιση. Ὑπάρχουν συνειδητές συγκρούσεις, ὅπως π.χ. μεταξύ δύο ἐπιθυ- μιῶν, ἤ μεταξύ δύο κινδύνων/ἀπειλῶν, ἤ μεταξύ μιᾶς ἀνάγκης καί ἑνός συναισθήματος, λ.χ. τοῦ φόβου, ἀλλά ὑπάρχουν καί ἀσυνείδητες συ- γκρούσεις, ὅπως π.χ. μεταξύ κάποιας παρόρμησης καί μιᾶς πολιτιστικῆς ἀξίας. Μιλώντας αὐστηρῶς ψυχαναλυτικά, σύγκρουση ἐννοοῦμε τήν ὁρμι- κή ἀπαίτηση (Libidinal-aggressive impulses) τοῦ ἀσυνειδήτου (1d) πρός τό 16 φορτισμένο (ἀπό τό Ὑπερεγώ-UeberIch) 'Εγώ (Ich)32. Ἡ σύγκρουση δηλ. (Ἐγώ καί Id) τοῦ πρώτου ἐπιπέδου συνεχίζεται στή σύγκρουση Ἐγώ καί Ὑπερεγώ σέ δεύτερο ἐπίπεδο. Ἐάν τό Ὑπερεγώ ἀποτελεῖται καθαρά ἀπό Θεῖα στοιχεῖα, τότε ἡ σύγκρουση μετατοπίζεται στήν πάλη Ἐγώ καί Θεοῦ. Στήν κατηγορία αὐτή ὑπάγεται ἡ βασική σύγκρουση μεταξύ ἄλογης Ψυ- χῆς (Libido) καί ἠθικῆς συνείδησης (Superego). Ἐδῶ πρόκειται γιά τήν ἀσυ- νείδητη σύγκρουση μεταξύ ἀσυνείδητου θρησκευτικοῦ ἐνστίκτου καί ἀσυνείδητης (Libido), ἤ μεταξύ καί ὁρμῶν33. Εἶναι ἐνδιαφέρον ὅτι σύγχρονοι μεταφροϋδικοί Ψυ- χαναλυτές, ὅπως π.χ. ὁ I. Caruso, V. E. Frankl, M. R. Nelson κ.ἄ., ἑρμη- νεύουν τήν προέλευση τῶν νευρώσεων ὄχι ἀπό τή σύγκρουση μεταξύ ὁρμῶν, ἀλλά μᾶλλον ἀπό τή σύγκρουση μεταξύ διαφόρων πνευματικῶν ἀξιῶν. Οἱ συγκρούσεις δέν εἶναι ὅλες ἐξίσου σοβαρές ἤ νευρωτικές. Ἡ σύγκρουση διακρίνεται σέ ἁπλή (φυσιολογική)34 καί ψυχολογική (μέ ἀπώθηση, τραυματική κατάσταση καί νεύρωση)35. Νευρωτική ἡ σύγκρουση γίνεται μόνο, ὅταν τό ἕνα ἀπό τά ἀντιτι- θέμενα μέρη εἶναι ἀσυνείδητο, καί ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά τήν ἐπιλύ- σει μέ κάποια μέσα, πού ἐπωνομάστηκαν "μηχανισμοί ἄμυνας"36. Ἡ προσπάθεια ἐπίλυσης τῆς σύγκρουσης μέ τούς μηχανισμούς εἴτε τῆς ἐξι- δανίκευσης (Sublimation)37, εἴτε τῆς ἐκλογίκευσης (rationalization) δέ συνι- στᾶ νεύρωση, σύμφωνα μέ ὁρισμένους Ψυχολόγους38. Αντίσταση (άμυνες) – Απώθηση (μνήμη, α-, παρα-, υπερ-, κρυπτο-, μνησία). 32 Βλ. Κ. Σ τ ε φ α ν ῆ, Μαθήματα Ψυχιατρικῆς, σ. 50. 33 Κατά τόν S. P f e i f e r [“Faith-induced Neurosis: Myth or Reality?”, JPT 2, 22 (1994) 91 ἑξ.] ὑπάρχουν ἑπτά περιοχές θρησκευτικῆς σύγκρουσης: 1. γενική τάση γιά συγκρουσιακή λειτουργία, 2. συ- γκρούσεις ἐμπλεκόμενες μέ οἰκογενειακή νομιμότητα, πού ὁδηγοῦν σέ τραῦμα ἤ ἀδικία, 3. συγκρούσεις μεταξύ ἰδεῶν καί πραγματικότητας, 4. μιά βασική τάση γιά αὐξανόμενο ἄγχος, 5. αἰσθήματα ἐνοχῆς ὡς μέρος τῶν ἀνθρώπινων συνθηκῶν, 6. ἐξάρτηση ἀπό τό Θεό σέ σχέση μέ τή λήψη προσωπικῆς εὐθύνης, καί 7. ἀνθρώπινη νομιμότητα σέ σχέση μέ τή χριστιανική ἐλευθερία. 34 Βλ. D. L a g a c h e, Πρόλογος στήν "Ὁμαδική Ψυχολογία καί ἀνάλυση τοῦ Ἐγώ", στό: S. Freud, Ἅπαντα, τ. 4, σ. 40. 35 Βλ. Φ. Κ ω σ τ α ρ ᾶ, Ψυχολογία τοῦ Ἀνθρώπου, σ. 127. 36 "Ἀμυντικοί μηχανισμοί" τοῦ 'Εγώ ὀνομάζονται οἱ μηχανισμοί, τούς ὁποίους ἐπινοεῖ τό Ἐγώ, προ- κειμένου νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό ἄγχος, πού συνεπάγεται ἡ ἀδυναμία του εἴτε νά κινητοποιήσει ἰσχυρή ἀντιενστικτική ἐνέργεια, εἴτε νά χειριστεῖ ἀποτελεσματικά ὑπερβολικές προ-Εγωτικές ἀπαιτήσεις. Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ S. Freud μέχρι σήμερα ἔχουν περιγραφεῖ πενήντα περίπου μηχανισμοί ἄμυνας τοῦ 'Εγώ. Ἀλλά, αὐτοί πού εἶναι γενικά παραδεκτοί ἀπό τήν ὀρθόδοξη Ψυχαναλυτική Σχολή, δέν ὑπερβαίνουν τούς 20: ἀπώθηση, καταπίεση, ἐνδοβολή, προβολή, ταυτοποίηση, μετάθεση, ἄρνηση, μετουσίωση (ἐξιδανίκευ- ση-μεταρσίωση), ἐκλογίκευση, ἀντιστάθμιση (ἀναπλήρωση), μόνωση, παλινδρόμηση (ἐπαναγωγή), μα- ταίωαση (ἤ ἀνατροπή), ὑπεραναπλήρωση, μετατροπή, συμπτύκνωση, συμβολοποίηση, διανατικοποίηση, ἐκδραμάτιση, δημιουργική ἐπεξεργασία, πρόκληση, ἀντίσταση, συρρίκνωση τοῦ Ἐγώ, σχηματισμός συ- μπλέγματος, φαντασίωση κ.ἄ. (Βλ. Κ. Σ τ ε φ α ν ῆ, Μαθήματα Ψυχιατρικῆς, σσ. 50, 277, 381). 37 Βλ. Γ. Κ ω σ τ α ρ ᾶ, Ψυχολογἰα τοῦ Ἀνθρώπου, σ. 120. 38 Βλ. Π α λ τ ά κ η, "Παιδεία καί ψυχική ὑγεία", Γρηγόριος Ὁ Παλαμᾶς 732 (1990) 262. 17 IΙΙ. ΒΑΣΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Α. ΕΡΜΗΝΕΙΑ (ΜΕΣΩ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΕΝΔΕΙΞΕΩΝ) [Η λογική εξήγηση θεραπεύει] Όνειρα - Mηχανισμοί (παραμόρφωση, συμπύκνωση, μετα- τόπιση, συμβολοποιΐα, εκπλήρωση της επιθυμίας, μεταξίω- ση των αξιών, παλινδρόμηση). Ελεύθερος συνειρμός μέσω ύπνωσης ή εν εγρηγόρσει ομι- λίας (ευφυολόγημα, χιούμορ, γλωσσικές παραδρομές). Παραπράξεις (ατυχήματα). Λογοτεχνία (ποιήματα, πεζογραφήματα). Μουσικές συνθέσεις. Ζωγραφικοί πίνακες (Λεον. Ντα Βίντσι) Ιχνογράφημα (κυρίως για ψυχανάλυση παιδιών). Παιχνίδι και role play – δραματοθεραπεία (κυρίως για ψυ- χανάλυση παιδιών). Αυτοανάλυση (ημερολόγιο). Β. ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ Στο θεραπευτή (θετική, αρνητική αντι-μεταβίβαση). [διυποκειμενική και ενδοϋποκειμενική σχέση, αλληλεπι- δράσεις, όνειρα, φαντασιώσεις, ενσυναίσθηση. Πρβλ. E. Gilliéron, Βραχείες ψυχοθεραπείες και Ψυχανάλυση, 1991] Σε ένα αρχέτυπο (στροφή προς τον εαυτό, Θεό, Χριστό, κοινωνικά αποδεκτό επάγγελμα, πολιτισμό, κ.λπ.). IV. ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Η ύπτια θέση τού αναλυόμενου. Ο χρόνος τής ψυχανάλυσης. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ Ή «ΕΓΩΘΕΣΜΟΙ» Ι. ΟΡΙΣΜΟΣ Το σύνολο των υποσυνείδητων ψυχοδιανοητικών διαδικασιών που χρησιμοποιεί το Εγώ. Ο όρος άμυνα πρωτοδιατυπώνεται από το S. Freud το 1894. Αργότερα αντικαθίσται ο όρος με τον όρο απώθηση. Το 1926 η απώθηση αντιπροσωπεύει μια ειδική μόνο μέθοδο Άμυ- νας. 18 ΙΙ. ΑΙΤΙΑ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΕΓΩ Η προστασία του Εγώ (άμυνα). Αμυντική αντίληψη του Εγώ. Η άμυνα χρησιμεύει στο Εγώ για να αυτοκυριαρχείται, αυτοκο- ντρολάρεται και αυτοκατευθύνεται, έτσι ώστε να μην οδηγηθεί από τις διάφορες ενδοδυνάμεις του σε ψυχικές συγκρουσιακές κα- ταστάσεις και στη νεύρωση. ΙΙΙ. ΚΙΝΗΤΡΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΑΜΥΝΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ Άγχος οφειλόμενο στην αύξηση της ενστικτικής έντασης. Άγχος οφειλόμενο σε ανεπαρκές (ασθενές) συνειδητό εξαιτίας α- πειλής του Υπερεγώ. Άγχος οφειλόμενο σε ανεπαρκές (ασθενές) συνειδητό εξαιτίας πραγματικής απειλής. ΙV. Η ΛΙΣΤΑ ΤΗΣ A. FREUD (1937). Ταύτιση με τον επιτιθέμενο (identification with the aggressor). [π.χ. ένα παιδί προσποιείται το φάντασμα για να κατανικήσει το φόβο του για τα φαντάσματα]. Ασκητισμός (Ascetism) [παρατηρείται συνήθως στην εφηβεία]. Διανοητικοποίηση (intellectualization) [π.χ. αντί της ευθέως απε- λευθέρωσης της σεξουαλικής ορμής διεξάγεται συζήτηση σχετικά με τη φιλία, τον έρωτα κ.λπ. σε αφηρημένο επίπεδο]. Παλινδρόμηση – επαναγωγή – αναδρομή (regression) [συμπερι- φορές από την παιδική ηλικία εκδηλώνονται σε μεταγενέστερες ηλικίες]. Απώθηση (repression) [π.χ. μια ηθικοθρησκευτικά απαγορευμένη επιθυμία κ ρ ύ β ε τ α ι στα όνειρα, τις γλωσσικές παραδρομές και την απροσάρμοστη γενικά συμπεριφορά]. Σχηματισμός αντίδρασης (reaction - formation) ή «αντιδραστικοί μηχανισμοί» [π.χ. σύνδρομο Πιλάτου, μια καταπιεσμένη εχθρότη- τα της κόρης προς τη μάνα εκδηλώνεται με σ υ μ π ε ρ ι – φ ο ρ ά υπερλατρείας της κόρης προς τη μάνα της]. Μόνωση – αποχωρισμός (isolation) μέσω της σωματικής ή ψυχι- κής (απομόνωση των γεγονότων απ’ το συγκινησιακό τους περιε- χόμενο) φυγής. Ακύρωση – εξουδετέρωση – αναδρομική αναίρεση (undoing) [π.χ. αρνούμαι αυτό (το παρελθόν) που μου είναι δυσάρεστο, αντικαθι- στώντας το με φανταστικές διηγήσεις ή με συμπεριφορά τέτοια που να δείχνει ότι αυτό (το παρελθόν) δεν υπήρξε ποτέ]. Προβολή (projection) [αποδίδουμε σε κάτι ή σε κάποιον αυτό που δεν ανεχόμαστε να είμαστε εμείς. Π.χ. δική μας εχθρότητα προς 19 τους άλλους εμφανίζεται σα να μας απειλούν – εχθρεύονται οι άλ- λοι]. Ενδοβολή – ενδοπροβολή – εσωτερίκευση (introjection) [θεωρεί κάποιος δικές του τις πράξεις του άλλου. Π.χ. το παιδί που έχει χειρουργηθεί παριστάνει παίζοντας το χειρουργό, το παιδί κάνει το λύκο, τον κλέφτη, τον αστυφύλακα, το δάσκαλο κ.ο.κ.]. Στροφή εναντίον του εαυτού – ηθικός Μαζοχισμός (αυτοτιμωρία) από το Σαδισμό (turning against the self). Αντιστροφή – αναστροφή ή ταυτοποίηση με το αντίθετο (reversal) [π.χ. η αγάπη μ ε τ α τ ρ έ π ε τ α ι σε μίσος, η ηδονο- βλεψία σε επιδειξιομανία]. Εξιδανίκευση – μετουσίωση – εξαγνισμός – εξευγενισμός (sub- limation) μέσω της υπεραναπλήρωσης. [ψυχαναλυτικώς ο μόνος θεωρούμενος ως υγιής μηχανισμός]. [αποσεξουαλοποίηση και αποεπιθετικοποίηση. Π.χ. χασάπης  χειρουργός]. V. ΦΡΟΫΔΙΚΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ Σχίσιμο – διαίρεση – διχασμός εαυτού (splitting) σε καλό και κα- κό [πρβλ. σεξουαλικές διαστροφές, λ.χ. φετιχισμού]. Άρνηση (της αντίληψης) – διάψευση δηλ. μέσω ψευδαισθήσεων (denial). Αμοιβή ή αντιστάθμιση – αποζημίωση (compensation) [π.χ. μια φυσική μας υστέρηση (ελάττωμα) την «ανταναπληρώνουμε» με διάφορες εναλλακτικές λύσεις, τεχνικές ή κοινωνικοοικονομικο- πολιτικές]. Π.χ. φιλοδοξίες γονέων για κάποιο επάγγελμα του παι- διού τους, που οι ίδιοι δεν κατόρθωσαν να ασκήσουν. Ματαίωση – απογοήτευση (frustration) [π.χ. μια κυρία που ήθελε να φτιάξει κουλουράκια, μπαίνει βιαστικά στο αυτοκίνητό της να πάει στο supermarket, αλλά το αυτοκίνητο δεν παίρνει μπρος. έτσι, αποθαρρύνεται – α π ο γ ο η τ ε ύ ε τ α ι, γιατί ε μ π ο δ ί σ τ η κ ε να επιτύχει το σκοπό της. Ενώ φυσιολογικά δε θα έπρεπε ούτε να απογοητευθεί, ούτε να μην αντιδράσει καθόλου]. Ονειροπόληση (fantasy) [π.χ. καταφεύγουμε σε εικόνες από τη φαντασία (κι’ όχι απ’ τις αισθήσεις) για να ξεφύγουμε από μια ο- δυνηρή πραγματικότητα]. Ναρκισσισμός (narcissism) [π.χ. ένας υπερβολικός αυτοθαυμα- σμός μπορεί να αναπληρώνει τη χαμηλή αυτοεκτίμησή μας που έχουμε για άλλες, πιο σημαντικές κοινωνικά, επιδόσεις και επι- τεύγματά μας]. 20 Εκλογίκευση (rationalization) [π.χ. επιστρατεύεται μια υπερεπι- πόλαια (αληθοφανής) δικαιολογία για μιά μας αποτυχία, παράβαση –παρανομία, απώλεια ή απροσάρμοστη γενικά συμπεριφορά]. Μετατόπιση – μετάθεση (displacement) μέσω της επένδυσης σ’ ένα καινούριο αντικείμενο [π.χ. την οργή που έχουμε κατά του προϊσταμένου μας μεταθέτουμε πάνω στη γυναίκα μας]. Ταυτοποίηση – ταύτιση (identification) [το υποκείμενο αφομοιώ- νει και υιοθετεί ιδιότητες, στάσεις, κανόνες συμπεριφοράς ενός άλλου ατόμου, λ.χ. του γονέα]. VI. ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ ΑΜΥΝΑΣ Α. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΣΤΟΜΑΤΙΚΗΣ ΦΑΣΗΣ Ενδοβολή (Introjection). Προβολή (Projection). Άρνηση (Denial). Διαίρεση εαυτού (Splitting). Β. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΠΡΩΚΤΙΚΗΣ ΦΑΣΗΣ Η ΕΜΜΟΝΟΚΑΤΟΧΗΣ Σχηματισμός αντίδρασης (Reaction – formation). Απο-μόνωση (Isolation). Ακύρωση (Undoing). ΓΝΩΣΤΙΚΟΝ Ή ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (ΚΟΙΝΑΙΣΘΗΣΙΑ) Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ❖ ΟΡΙΣΜΟΣ (συσχέτιση και οργάνωση διαφόρων και ποικίλων αισθημάτων) ❖ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ (ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΑΡ-ΟΥΣΙΑΣ Η ΑΠ-ΟΥΣΙΑΣ ΕΡΕΘΙΣΜΑΤΟΣ: ΝΟΜΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΗΣ). Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ. Η ΣΥΝΤΑΥΤΙΣΗ. Η ΕΚΤΙΜΗΣΗ. ❖ (ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΙ) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΕΡΕΘΙΣΜΑΤΑ Η ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΔΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑΣ). τα αποτελέσματα του συν-όλου των ερεθισμών. τα ταυτόχρονα ενδοτροποποιητικά αποτελέσματα. (η αλληλεξάρτηση των δυο αντιλήψεων που προέρχονται από την ίδια οδό: οπτική, ακουστική, αφής κλπ.). η σταθερότητα ή το σχετικά αμετάβλητο 21 [του αναστήματος, της μορφής ή της έντασης (ο νόμος της έντασης), παρά τις ποικιλίες της απόστασης ή του προσανατολισμού]. τα αποτελέσματα της αντίθεσης (ως προς το ύψος, λαμπρότη- τα, χρώμα, ένταση γενικά). οι αυταπάτες (λ.χ. οπτικογεωμετρικές). ΤΑ ΔΙΑΔΟΧΙΚΑ ΕΝΔΟΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. η επικάλυψη (δυο οπτικά ερεθίσματα διαδέχονται γρήγορα το ένα το άλλο). τα διαδοχικά μεταφορικά αποτελέσματα (η παρατεταμένη προσήλωση ενός σχήματος συνεπιφέρει τροποποιήσεις των ι- διοτήτων του). το επίπεδο της προσαρμογής. τα διατροποποιητικά αποτελέσματα (αλληλεξαρτήσεις που υπάρχουν ανάμεσα στις αντιλήψεις που προέρχονται από δια- φορετική κατεύθυνση). οι διενέργειες όραση – ακοή. οι αισθητικο-κινητικές διενέργειες. Η ΟΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ (ΠΡΒΛ. TEST ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ RORSCHACH). η μόρφωση. η άσκηση – πείρα (στις αντιληπτικές εκτιμήσεις, στις συνταυτίσεις, στην ανακάλυψη). η ηλικία – ανάπτυξη και ωρίμανση (νεογέννητο, 10 πρώτες εβδο- μάδες, 3 μήνες, 2 ετών). η διανοητική δραστηριότητα (ενεργητική και αισθησιοκινητική νοημοσύνη). τα κίνητρα. η διάθεση – η κατάσταση του ατόμου (στάση, συμπεριφορά) κατά τη δεδομένη στιγμή (οι αντιληπτικές επιλογές καθοδηγούνται συ- νειδητά ή ασυνείδητα από τον προσανατολισμό μας προς ένα σκοπό περισσότερο ή λιγότερο προσδιορισμένο. Ευκολότερα α- ντιλαμβανόμαστε το αναμενόμενο από το αμφίβολο, απροσδόκη- το ή άτοπο). ΤΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ❖ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ ❖ ΚΕΝΤΡΟΜΟΛΑ ΝΕΥΡΑ (μεταβίβαση ερεθισμού στο αντίστοιχο εγκεφαλικό κέντρο) ❖ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΠΟΙΟΝ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥΣ ΕΡΕΘΙΣΜΟΥΣ: θερμοκρασίας. πίεσης. πόνου. οσφρητικά. γευστικά. ακουστικά. οπτικά (μετείκασμα). 22 ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥΣ ΕΡΕΘΙΣΜΟΥΣ: οργανικά. μυϊκά. στατικά. ❖ ΟΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ❖ Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ (ΒΑΘΟΥΣ) ❖ Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ) Η ΠΡΟΣΟΧΗ ❖ ΕΙΔΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ❖ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΕΚΤΑΣΗ ΕΝΤΑΣΗ (ΕΝΤΟΝΗ / ΑΤΟΝΗ) ΔΙΑΡΚΕΙΑ (ΣΤΑΘΕΡΑ / ΑΣΤΑΘΗ) ΚΙΝΗΣΗ (ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ) ❖ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΕΜΠΡΟΘΕΤΗ (ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ Ή ΕΚΟΥΣΙΑ) Απόφαση. Ενδιαφέρον. ΑΥΘΟΡΜΗΤΗ (ΠΑΘΗΤΙΚΗ Ή ΑΚΟΥΣΙΑ) Εξωτερικοί παράγοντες (ερέθισμα / ερεθίσματα) - Η δύναμη των εντυπώσεων: 1. ποσοτική (έντονη / άτονη). 2. ποιοτική. 3. το μέγεθος του αντικειμένου. - Η επανάληψη. - Η αιφνιδιαστική εμφάνιση μιας αισθητής μεταβολής (το καινοφανές). - Η μεγάλη αντίθεση. Υποκειμενικοί παράγοντες (το ενδιαφέρον). ❖ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ / ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ❖ ΟΡΙΣΜΟΣ (η εξ αναμνήσεως επαναφορά στη συνείδηση) ❖ Η ΕΠΟΠΤΕΙΑ ❖ ΣΥΝΕΙΡΜΟΣ (ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ) ΕΙΔΗ ΤΟΥ ΣΥΝΕΙΡΜΟΥ ελεύθερος. περιορισμένος. ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ ΣΥΝΕΙΡΜΟΥ ομοιότητας. αντίθεσης. (τοπικής) συνάφειας (στο χώρο). (χρονικής) αλληλουχίας (στο χρόνο). ❖ Η ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΜΝΗΜΗ ❖ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ 23 ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ (απομνημόνευση) ΑΝΑΚΛΗΣΗ (ανάμνηση) ❖ ΕΙΔΗ ΜΝΗΜΗΣ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΑΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΙΔΗΤΙΚΗ ΑΓΧΙΝΟΥΣ ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ή ΔΗΛΩΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ❖ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΕΝΤΥΠΩΣΗΣ Φυσιολογική θεωρία διατήρησης των εντυπώσεων. Ψυχολογική θεωρία διατήρησης των εντυπώσεων. Κοινωνιολογική θεωρία διατήρησης των εντυπώσεων. ΔΙΑΡΚΕΙΑ: Μακροπρόθεσμη και βραχυπρόθεσμη (εργασιακή, επεισοδιακή) ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ ❖ Η ΛΗΘΗ ΘΕΛΗΜΑΤΙΚΗ Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΥΘΟΡΜΗΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΣΤΙΓΜΙΑΙΑ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΠΕΡΙΕΣΚΕΜΜΕΝΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΩΣ ΤΕΛΕΙΩΤΙΚΗ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ Η ΦΑΝΤΑΣΙΑ (imagination) ❖ ΕΙΔΗ ΠΑΘΗΤΙΚΗ Ή ΑΥΘΟΡΜΗΤΗ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ προσθετική. αφαιρετική. συνδυαστική. δημιουργική. - γενικά. - τα όνειρα: ονειροπολήσεις (daydreaming), ονειροφα- ντασία (phantasy). ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ (fantasy) ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ή ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ (fancy) Η ΝΟΗΣΗ ❖ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΝΟΗΣΗΣ ΕΝΝΟΙΑ (ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ) ΚΡΙΣΗ σύγκριση. σύνθεση. αφαίρεση. ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ (κατηγορικοί, υποθετικοί, διαζευκτικοί) παραγωγικός (γενικό  ειδικό ή επί μέρους). επαγωγικός (επί μέρους ή ειδικό  γενικό). αναλογικός (analogia entis): από ένα ειδικό  ειδικό. έμμεσος (από πολλές κρίσεις προκύπτει μια νέα κρίση). 24 άμεσος (μια νέα κρίση χωρίς να προκληθούν άλλες σαφείς κρί- σεις). ❖ (Πολλαπλή) ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ / ΕΥΦΥΙΑ (μέτρηση, κάματος / κόπωση και υπερ- κόπωση) ΜΟΡΦΕΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ Γλωσσική. Λογικομαθηματική. Χωρική. Αισθησιοκινητική. Μουσική. Διαπροσωπική, ενδοπροσωπική. Η ΜΑΘΗΣΗ ❖ ΟΡΙΣΜΟΣ (η ικανότητα της συνείδησης να σχηματίζει νέες αντιλήψεις ή σήματα ή έννοιες ή κανόνες συμπεριφορών ή νοητικές δεξιότητες ή γνωστικές στρατηγι- κές ή κινητικές δεξιότητες ή συναισθήματα ή βιώματα ή αξίες και να τις συνδέει προς τις ήδη υπάρχουσες παραστάσεις, αντιλήψεις, σήματα, κανόνες κ.λπ.) ❖ ΕΠΙΠΕΔΑ ΜΑΘΗΣΗΣ Διαδικασία στροφής της προσοχής – επιλεκτική αντίληψη. Διατήρησην στη βραχυπρόθεσμη μνήμη. Κωδικοποίηση. Συγκέντρωση ή διαφύλαξη. Ανάκτηση. Γεννήτρια αντιδράσεων. Εκτέλεση. Επανατροφοδότηση. Διαδικασία εκτελεστικού ελέγχου. ❖ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΔΙ’ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ (PAVLOV) απλά προσέχει Kουδ τον ήχο του κουδουνιού τροφή σιελόρροια / τρώγει ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΔΙ’ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ (SKINNER) ΜΟΧΛΟΣ ΠΙΕΣΗ ΤΟΥ ΜΟΧΛΟΥ ΤΡΟΦΗ ΣΙΕΛΟΡΡΟΙΑ (ΕΡΕΘΙΣΜΑ 1) (ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ 1) (ΕΡΕΘΙΣΜΑ 2) (ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ 2) ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ (ΧΡΟΝΙΚΗ Ή ΤΟΠΙΚΗ) ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΟΥ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ (το τερπνόν μετά τού ωφελίμου): επιβράβευση (Thorndike). ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ (επανάληψη των προσπαθειών) [τον νόμο αυτόν αρνιό- ταν ο Thorndike] 25 ΑΦΟΜΟΙΩΣΗΣ Ή ΑΝΑΛΟΓΙΑΣ Ή ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ (ενερ- γούμε όπως σε προηγούμενη αντίστοιχη περίπτωση) ❖ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ Η ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΟΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Η ΥΛΗ ΚΑΙ Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ❖ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΔΟΚΙΜΗ ΚΑΙ ΠΛΑΝΗ (Thorndike) ΜΙΜΗΣΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗ ΕΝΌΡΑΣΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ❖ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ (ΕΚ)ΜΑΘΗΣΗΣ ΜΥΪΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ. ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ: Συνάψεις μεταξύ νευρώνων (Thorndike). ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ. ΔΟΚΙΜΗ ΚΑΙ ΠΛΑΝΗ. ΕΝΟΡΑΣΗ. ΣΥΝΕΙΡΜΟΣ. Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ. ΣΥΝΑΙΣΘΗΤΙΚΟΝ ΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ / ΤΑ ❖ ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ❖ ΑΝΑΜΕΙΞΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ❖ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ❖ ΕΙΔΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΕΓΩ (συναίσθημα τιμής, θετικό και αρνητικό αυτοσυναίσθημα). ΤΟΥ ΣΥ (έρωτας, αγάπη, φιλία, θυμός, εχθρότητα, μίσος, συμπάθεια, αντιπάθεια ή χαιρεκακία). ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ (οικογενειακό, πατριωτικό). ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ / ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ (κατάνυξη, συντριβή, ιερή φρικίαση, σεβασμός, ευχαριστία / ευγνωμοσύνη, υιότητα / εξάρτηση, πίστη / ε- μπιστοσύνη, ελπίδα, αγάπη / Θ. έρως) ΗΘΙΚΑ (συνειδός). ΚΑΛΟΛΟΓΙΚΑ Ή ΚΑΛΑΙΣΘΗΤΙΚΑ (ευφροσύνη, θαυμασμός, αποστροφή, χαριτωμένο, υπέροχο, τραγικό, γελοίο, κωμικό). ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ / ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΑ (περιέργεια, αγάπη για τη γνώση / αλήθεια, ζήλος για τα μαθήματα, έκπληξη, πεποίθηση, αμφιβολία). ΑΙΣΘΗΣΙΑΚΑ (φόβος, άγχος, αγωνία, οργή, αηδία, στοργή). ΟΙ ΑΨΙΘΥΜΙΕΣ (ΑΨΙΚΑΡΔΙΑ) – ΣΥΓΚΙΝΗΣΕΙΣ (ΠΑΘΗ) 26 ΒΟΥΛΗΤΙΚΟΝ ΤΑΣΗ ❖ ΕΜΠΡΟΘΕΤΗ (ΕΠΙΘΥΜΙΑ) ΣΤΟΧΟΣ – ΣΚΟΠΟΣ. ΕΛΑΤΗΡΙΑ – ΚΙΝΗΤΡΑ. ❖ ΑΝΕΥ ΠΡΟΘΕΣΕΩΣ (ΠΟΘΟΣ) ΟΡΜΗ (ΡΟΠΗ) ❖ ΕΝΣΤΙΓΜΑΤΙΚΗ ❖ ΠΑΡΟΡΜΗΤΙΚΗ (ΠΑΘΗ) ΕΝΣΤΙΚΤΑ ❖ ΑΥΤΟΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ❖ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ❖ ΥΠΟΤΑΓΗΣ ❖ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ ❖ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟ (LIBIDO) ❖ ΓΟΝΕΪΚΑ ΑΝΑΓΚΕΣ ❖ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ (τροφή, ενδυμασία, κατοικία). ❖ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΨΥΧΟΛΟΓΙΚΕΣ (ανάγκη για: αυτοεκτίμηση και αυτοσεβασμό, επιδοκιμασία και αναγνώριση, ελευθερία και αυτοδραστηριοποίηση, αγάπη / στοργή και «ανήκειν», επικοινωνία με το Θείον). ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ❖ ΕΙΔΗ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ (ΕΚΟΥΣΙΕΣ) ΟΡΜΗΣ (ΚΛΙΣΕΙΣ, ΠΑΘΗ) ΣΥΝΗΘΕΙΑΣ (ΕΞΗ) Είδη: - παθητική. - ενεργητική. - δημιουργική / ές. Συντελεστικοί παράγοντες: - επανάληψη. - κινητικότητα. - ηλικία. Συνήθεια και αγωγή. - καταστολή. - απόκτηση νέας συνήθειας. ❖ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΑΥΘΟΡΜΗΤΕΣ ΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΕΣ ΕΝΣΤΙΓΜΑΤΙΚΕΣ ΘΕΛΗΜΑΤΙΚΕΣ 27 ❖ ΑΥΤΟΜΑΤΕΣ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ (ΜΕΛΑΝΙΑ) ΑΤΟΜΙΚΟ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ ❖ ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΤΙΚΟΤΗΤΑΣ / ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑΤΑ ❖ ΕΓΩ ❖ ΠΡΟΣΥΝΕΙΔΗΤΟ (ΠΡΟΕΓΩ) ❖ ΥΠΕΡΕΓΩ ❖ ΙΔΕΑΤΟ Ή ΙΔΕΩΔΕΣ ΕΓΩ ❖ ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟΥ S. FREUD. C. JUNG. V. FRANKL. 28 ΟΜΑΔΙΚΟ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ ❖ ΓΕΝΙΚΑ ❖ ΑΡΧΕΓΟΝΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ (ΑΡΧΕΤΥΠΟΙ) ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΟΛΟΓΙΑ ❖ ΓΕΝΙΚΑ ❖ ΙΔΙΟΣΥΓΚΡΑΣΙΑ ❖ ΤΥΠΟΛΟΓΙΕΣ ΑΙΜΑΤΩΔΗΣ [ευσυγκίνητος, ευμετάβολος με διάθεση για διασκεδάσεις (Βολταίρος)] ΧΟΛΕΡΙΚΟΣ [διαχυτικός, ζωηρός, απείθαρχος, επαναστατικός και δρα- στήριος (Ουγκώ)] ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΚΟΣ Ή ΝΕΥΡΙΚΟΣ [ασταθής με πλούσιο εσωτερικό κόσμο (L. Tolstoy, Λούθηρος, Βύρων)] ΦΛΕΓΜΑΤΙΚΟΣ [ήρεμος με αυτοπειθαρχία και χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις και μεταπτώσεις (Bergson)] ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΣ Ή ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ [επιφυλακτικός και ήρεμος με υ- πέρμετρη όμως ευαισθησία (Ρουσσώ)] ΠΕΡΙΠΑΘΗΣ (Ναπολέων) ΑΜΟΡΦΟΣ [μαλθακός με υποτονικές αντιδράσεις (Λουδοβίκος 15ος)] ΕΝΘΟΥΣΙΩΔΗΣ Ή ΦΛΟΓΕΡΟΣ ΑΠΑΘΗΣ [κλειστός, δύσκολα εξωτερικεύεται (Λουδοβίκος 16ος)] ΟΠΤΙΚΟΣ / ΕΙΔΗΤΙΚΟΣ ΑΚΟΥΣΤΙΚΟΣ ΓΕΥΣΤΙΚΟΣ ΑΠΤΙΚΟΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΣ ΜΙΚΤΟΣ ΑΡΙΘΜΟΜΝΗΜΩΝ ΜΥΘΟΜΑΝΗΣ (τάση για ψέμα) ΔΙΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΣΩΜΟΣ Ή ΣΧΙΖΟΘΥΜΟΣ / ΣΧΙΖΟΘΥΜΙΚΟΣ / ΣΧΙΖΟΕΙΔΗΣ (υπε- ρευαίσθητος, παρά την επιφανειακή του ψυχρότητα) ΠΥΚΝΟΣΩΜΟΣ Ή ΚΥΚΛΟΘΥΜΟΣ / ΚΥΚΛΟΘΥΜΙΚΟΣ (μέτριου αναστή- ματος, ευτραφής, αυθόρμητος, κοινωνικός) ΣΠΛΑΓΧΝΟΤΟΝΙΚΟΣ (του αρέσει να κάνει γνωριμίες, δείχνει κατανόη- ση και συμπάθεια) 29 ΣΩΜΑΤΟΤΟΝΙΚΟΣ (αισθάνεται ικανοποίηση, όταν συνεχώς υπερνικά εμπόδια) ΕΓΚΕΦΑΛΟΤΟΝΙΚΟΣ (υπερευαίσθητος και υπερσυγκίνητος) ΕΝΔΟΣΤΡΕΦΗΣ / ΕΣΩΣΤΡΕΦΗΣ (Τερτυλλιανός, Kant, Nietzsche). διανοητικός. συναισθηματικός. αισθητικός. διαισθητικός. ΕΞΩΣΤΡΕΦΗΣ (Ωριγένης). διανοητικός. συναισθηματικός. αισθητικός. διαισθητικός. ΦΥΣΙΟΚΡΑΤΙΚΟΣ / ΗΔΟΝΙΣΤΗΣ (Πρωταγόρας, Δημόκριτος, Αρίστιππος, Επίκουρος). ΙΔΕΟΚΡΑΤΙΚΟΣ / ΙΔΕΑΛΙΣΤΗΣ (Αναξαγόρας, Σωκράτης, Πλάτων, Αρι- στοτέλης, Cicero, Schiller). ΑΘΛΗΤΙΚΟΣ (ψηλόσωμος και ρωμαλέος) ΠΑΝΘΕΪΣΤΗΣ (Ξενοφάνης, Παρμενίδης, Ηράκλειτος, Στωικοί, Spinoza, Goethae, Schopenhauer, Schleirmacher). ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ (HOMO ECONOMICUS) ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΣ (ενδιαφέρεται για τη γνώση και την έρευνα) ΑΙΣΘΗΤΙΚΟΣ (επιδιώκει την απόλαυση του ωραίου στη Φύση και την Τέχνη) ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΡΧΙΚΟΣ (ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ Ή ΤΗΣ ΠΥΓΜΗΣ) ΠΑΡΑΝΟΪΚΟΣ (υπερτροφία του Εγώ) ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ (HOMO RELIGIOSUS) ❖ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ (ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ) ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ συνείδηση του εαυτού και του άλλου κόσμου και των αξιών. σταθερότητα. δημιουργικότητα. ατομικότητα. εμφάνιση. κοινωνική ευφυΐα. κοινωνικότητα. επιβλητικότητα (επικράτηση). συναισθηματικότητα. ηθικότητα (ακεραιότητα). E. MOUNIER (ψυχοσωματική ενότητα, «ανθρωπική αρχή», διάλογος, σχέση, Θεός) 30 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΟΡΙΣΜΟΣ Η Κ.Ψ. μελετά την εσωτερική (διανοητική ― ψυχολογική) και εξωτερική (παρατη- ρήσιμη) διαδικασία της συμπεριφοράς των ανθρώπων σε σχέση με τους άλλους (στά- σεις) μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΥΣΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ― ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ (ΕΝΔΟΓΕΝΕΙΣ) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ (κληρονομικότητα, ατομικές διαφορές, συναισθήματα, κρίση, αποφάσεις) ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΑΦΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΕΞΩ ΚΟΣΜΟ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ (φίλοι, γνωστοί, συγγενείς) ΡΟΛΟΙ (πατέρας, παιδιά, γυναίκες, άνδρες, σπουδαστές, καθηγητές) ❖ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ (ρόλου και προσωπικότητας) ❖ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΡΟΛΩΝ ❖ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΡΟΛΟ ❖ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΡΟΛΟΥ Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ (ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ) [Ψυχολογικές και κοινωνικές αντιλήψεις (προσδοκίες συμπεριφοράς) χωρίς προδια- γραφές. Γενικεύουμε δηλ. τη συμπεριφορά ενός σε πολλούς] ❖ ΟΡΙΣΜΟΙ «συστήματα αναφοράς» με κοινό σε μια κοινωνική ομάδα τρό- πο αντίληψης μιας άλλης ομάδας ανθρώπων. «προκατασκευασμένες» (από «μηχανικές» - ρουτινιάρικες συ- νήθειες κρίσης) πεποιθήσεις («αντίληψη») για τάξεις ατόμων, ομάδων ή αντικειμένων (μεροληψίες). το νοητικό μόνο στοιχείο μιας στάσης (βλ. προκατάληψη) [R. K. Merton]. αξιολογικές πεποιθήσεις με ισχυρό συναισθηματικό – συγκινη- σιακό τόνο αισθήματος αρέσκειας – επιδοκιμασίας / δυσαρέ- σκειας – αποδοκι?

Use Quizgecko on...
Browser
Browser