H Alhgoria tou Sphlaiou PDF
Document Details
Νίκος ∆. Κουτρούµπας
Tags
Summary
This document is about Plato's Allegory of the Cave, and discusses its interpretations, presenting a detailed analysis of its historical and philosophical context. It explores what the allegory represents and its significance within Plato's philosophy. The text also briefly touches upon the relationship between the ideas of the allegory and various aspects of Plato's broader worldview.
Full Transcript
Νίκος ∆. Κουτρούµπας ∆οκίµιο Η αλληγορία του σπηλαίου ερµηνευτική προσέγγιση ΣΧΗΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ εισαγωγή Η εικόνα του Σπηλαίου αποτελεί πολυεπίπεδη αναπαράσταση των µεταφυσικών και γνωσιολογικών αντιλήψεων του Πλάτωνα, όπως αυτές διατυπώνονται σε ολοκληρωµένη µορφή στ...
Νίκος ∆. Κουτρούµπας ∆οκίµιο Η αλληγορία του σπηλαίου ερµηνευτική προσέγγιση ΣΧΗΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ εισαγωγή Η εικόνα του Σπηλαίου αποτελεί πολυεπίπεδη αναπαράσταση των µεταφυσικών και γνωσιολογικών αντιλήψεων του Πλάτωνα, όπως αυτές διατυπώνονται σε ολοκληρωµένη µορφή στην «Πολιτεία». Ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» εκθέτει τη θεωρία των ιδεών, που είχε διατυπώσει µε συστηµατικό τρόπο για πρώτη φορά στον «Φαίδωνα», προσθέτοντας όµως την ουσιαστική, κατά την άποψή του, από οντολογική, γνωσιολογική και ηθική άποψη, ιδέα του Αγαθού. Αδυνατεί όµως να εξηγήσει και να ορίσει αυτήν την ιδέα µε το λόγο. Η αλήθεια της είναι υπερφυσική και ο ανθρώπινος λόγος δεν µπορεί να τη συλλάβει. Η αλήθεια της σηµαίνεται και φανερώνεται µε µια µορφή µυστικιστικής αποκάλυψης, αλλά ο Πλάτωνας δεν µπορεί να προσδιορίσει µε λόγια την πολλαπλή σήµανση που συµπυκνώνει. Η σκέψη του την αποδέχεται, αλλά δεν µπορεί να την αποκρυπτογραφήσει. Γι’ αυτό επιχειρεί µε τρεις εικόνες να τη «δείξει», να την απεικονίσει και να πείσει τελικά τους συνοµιλητές του για την πραγµατική της ύπαρξη1. Αποφεύγεται έτσι ο δοκιµιακός λόγος και επιλέγεται ο συµβολικός, µε χαρακτήρα αναλογικό και µεταφορικό. Οι εικόνες του Ήλιου, της Γραµµής και του Σπηλαίου επινοούνται από τον Πλάτωνα για να διαδραµατίσουν αυτό το ρόλο µε επιτυχία, αν κρίνουµε από τη ζωντάνια και την εύγλωττη σαφήνεια των συµβολικών τους στοιχείων. Οι τρεις εικόνες πρέπει στην ουσία να θεωρηθούν συνολικά, ως βαθµιαίες φάσεις µιας ολοκληρωµένης θεωρίας του Πλάτωνα για τον κόσµο, τον άνθρωπο και την κοινωνία του. Το οντολογικό σκέλος αυτής της θεωρίας εκφράζεται κυρίως µε την εικόνα του Ήλιου, το γνωσιολογικό µε την εικόνα της Γραµµής και η σύνθεση αυτών των δύο, καθώς και η αξιοποίηση τους, στην εφαρµοσµένη πολιτική µε την εικόνα του Σπηλαίου. 1. «ο πλατωνικός µύθος κατορθώνει µε το συµβολισµό του να διαβεί πέρα από τα σύνορα του λόγου και να ιστορήσει ό,τι αυτός δεν µπορεί να συλλάβει» σελ. 101, «Ο χώρος του απόλυτου είναι απρόσιτος σε κάθε λογική προσέγγιση. Για να τον φθάσει ο άνθρωπος πρέπει να πραγµατοποιήσει το άλµα που θα τον φέρει από το οικείο επίπεδο των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και του εµπειρικού στον υπερβατικό χώρο του παράδοξου και της αποκάλυψης, όπου κυριαρχεί η άµεση θέα, η άλογη συνειδητοποίηση και η εσωτερική βίωση» σελ. 104 Ευαγ. Μαραγγιανού-∆ερµούση, Πλατωνικά θέµατα, εκδόσεις Ιστιντούτο του βιβλίου – Μ. Καρδαµίτσα, Αθήνα 1994. 4 Πριν επιχειρήσουµε λοιπόν να ασχοληθούµε µε την εικόνα του Σπηλαίου, κρίνεται απαραίτητο να γίνει συνοπτική αναφορά όσων προηγούνται, προκειµένου να εντοπίσουµε το επικοινωνιακό πλαίσιο, στο οποίο εντάσσεται, και τον απώτερο σκοπό που εξυπηρετεί η παρου- σίασή της. Στο τέλος του βιβλίου VI της «Πολιτείας» γίνεται λόγος για την κατάλληλη εκπαίδευση που θα πρέπει να τύχουν οι φύλακες– άρχοντες2, οι οποίοι θα κληθούν να κυβερνήσουν τη φανταστική πολιτεία, που ιδρύουν εκ θεµελίων ο Σωκράτης και οι συνοµιλητές του. Αφού λοιπόν η εκπαίδευσή τους περάσει από τις βασικές σπουδές κι αφού ασχοληθούν για µια δεκαετία µε τα µαθηµατικά, θα ακολουθήσει η πενταετής ενασχόληση µε τη φιλοσοφία, που µέσω της διαλεκτικής θα τους οδηγήσει στην πραγµατική γνώση, που δεν είναι άλλη από τη γνώση των ιδεών, των απολύτων, αιωνίων, αναλλοίωτων και παραδειγµατικών όντων. Η γνώση αυτή, που στην ουσία είναι ανάµνηση, αφού η ψυχή έχει ήδη γνωρίσει τις ιδέες πριν να συνδεθεί µε το σώµα, θα επιτρέψει στους φύλακες–άρχοντες να οπλιστούν µε τις απαραίτητες αρετές, ώστε στην έµπρακτη άσκηση της εξουσίας να µπορούν να διακρίνουν τι είναι δίκαιο και τι άδικο, καλό και κακό, όσιο και ανόσιο και να επιλέγουν πάντοτε το ορθό για το γενικό συµφέρον της πολιτείας. Απώτερος σκοπός λοιπόν του Πλάτωνα δεν ήταν η διατύπωση σε θεωρητικό επίπεδο µιας µετα- φυσικής θεωρίας, που παρεµπιπτόντως θα είχε και κάποιες εφαρµογές στην ανθρώπινη κοινωνία. Ο Πλάτωνας δεν εκκινεί από τη µεταφυσική, ως θεµελιακή αρχή, για να καταλήξει στην πολιτική, ως δευτερεύουσα πιθανή εφαρµοσµένη επίπτωση, αλλά η πορεία της σκέψης του και η ιεράρχηση των στόχων του είναι σαφώς προσανατολισµένη στην αναζήτηση του ενδεδειγµένου τρόπου άσκησης της εξουσίας στα πλαίσια της πολιτικής κοινωνίας. Η οντολογική και γνωσιολογική του θεωρία ως µέσα στην εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού µπορούν να νοηθούν και όχι ως αυτοσκοπός. Ο Πλάτωνας, ακολουθώντας το δρόµο της παιδείας, που θα οδηγήσει το φύλακα–άρχοντα στη µέγιστη δυνατή επάρκεια για να επιτελέσει το ρόλο του, θεωρεί ότι δεν πρέπει να µείνει µόνο στη γνώση των ιδεών, αλλά να επιµείνει και να ακολουθήσει το δύσβατο εκείνο δρόµο που θα τον φέρει σε άµεση επαφή µε την ιδέα του Αγαθού, το οποίο αποτελεί το 2. «µετά τοῦτο λεκτέον, τίνα τρόπον ἡµῖν καί ἐκ τίνων µαθηµάτων τε καί ἐπιτηδευµάτων οἱ σωτῆρες ἐνέσονται τῆς πολιτείας, καί κατά ποίας ἡλικίας ἕκαστοι ἑκάστων ἁπτόµενοι» Πολιτεία 502 d 1-2 – όλα τα αποσπάσµατα από την «Πολιτεία» προέρχονται από: Πλάτων, Πολιτεία, κείµενο – µετάφραση – σχόλια: Ιωάννης Γρυπάρης, εκδόσεις Ι. Ζαχαροπούλου, Βιβλιοθήκη αρχαίων συγγραφέων. 5 «µέγιστον µάθηµα»3, το τελευταίο βήµα ολοκλήρωσης της εκπαίδευσής του. Η ιδέα του Αγαθού, ως «ανυπόθετη αρχή»4, δεν ορίζεται, αλλά σκιαγραφείται µε την εικόνα του Ήλιου, ο οποίος αποτελεί την αισθη- τική απεικόνιση του Αγαθού. Όπως ο ήλιος δίνει το φως και κάνει αντιληπτά στην όραση τα αισθητά αντικείµενα, έτσι και το Αγαθό δίνει την αλήθεια και την κατανοητότητα στις ιδέες και τη δυνατότητα στο νου να τις συλλάβει. Το Αγαθό αποτελεί την «αρχή των πάντων», την οντολογική αρχή στην οποία όλα οφείλουν την ύπαρξή τους και ταυτόχρονα καθιστά δυνατή τη γνωστική τους προσέγγιση. Είναι κάτι πρωταρχικό και περισσότερο δυνατό από την ουσία ως «ἐπέκεινα τῆς οὐσίας πρεσβείᾳ καί δυνάµει ὑπερέχον»5. Στη συνέχεια, µε την εικόνα της Γραµµής προεκτείνει την οντολογική διάκριση ανάµεσα στον αισθητό και νοητό κόσµο και αποδίδει τη γνωστική αξία του καθενός από αυτούς, εµβαθύνοντας και σε επιµέρους διαφοροποιήσεις. Έτσι, στον αισθητό κόσµο οι σκιές, οι αντανακλάσεις των φυσικών αντικειµένων, αντιστοιχούν στην γνωστική κατάσταση της εικασίας, τα ίδια τα φυσικά αντικείµενα στην γνωστική κατάσταση της πίστεως, ενώ στο νοητό κόσµο τα κατώτερα αντικείµενα –οι µαθηµατικές έννοιες– αντιστοιχούν στη διάνοια και οι ιδέες, τα ανώτερα νοητά αντικείµενα, στη νόηση. Για το Αγαθό, που βρίσκεται στην κορυφή των ιδεών και στην κορυφή της Γραµµής, θα µπορούσαµε να πούµε ότι ο Πλάτωνας πιστεύει ότι δε γνωρίζεται αλλά αποκαλύπτεται, συνδυάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη λογική µε τον µυστικισµό των Πυθαγορείων6. Ακολουθεί η εικόνα του Σπηλαίου, η οποία συνδυάζει τις δύο προη- γούµενες εικόνες, εµπεριέχοντας ταυτόχρονα και τις οντολογικές και τις γνωσιολογικές διακρίσεις, θέτει το ζήτηµα των δυνατοτήτων της ανθρώπινης φύσεως να προσεγγίσει αυτές τις δύο περιοχές και προβάλλει το ρόλο της παιδευτικής διαδικασίας στην ορθολογική άσκηση της εξουσίας στα πλαίσια της πολιτικής κοινωνίας. Μέσω της παιδείας ο άνθρωπος θα κατορθώσει να ξεφύγει από το σκοτάδι της άγνοιας και βαθµιαία να οδηγηθεί σε ανώτερες γνωστικές καταστάσεις, από τον 3. «τοῦ µεγίστου καί µάλιστα προσήκοντος µαθήµατος ἐπί τέλος ἥξει» Πολιτεία 504 d 1-2. 4. Πολιτεία 511 b 8 «µέχρι τοῦ ἀνυποθέτου ἐπί τήν τοῦ παντός ἀρχήν ἰών», 510 b 8 «ἀνυπόθετον ἀρχήν». 5. «οὐκ οὐσίας ὄντος τοῦ ἀγαθοῦ, ἀλλ' ἔτι ἐπέκεινα τῆς οὐσίας πρεσβείᾳ καί δυνάµει ὑπερέχοντος» Πολιτεία 509 b 10. 6. «σ’ ολόκληρη τη φιλοσοφία του Πλάτωνα υπάρχει µια σύµµιξη του νοητικού στοιχείου µε τον µυστικισµό, όπως στον Πυθαγόρα, αλλά στην τελική αποκορύφωση ο µυστικισµός σαφώς υπερέχει (Αγαθό)» σελ. 83, Μπέρτραντ Ράσσελ, Ιστορία της ∆υτικής φιλοσοφίας, Ενότητα ΙΙ, Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Μετάφραση: Αιµίλιος Χουρµούζιος, εκδόσεις Αρσενίδης, Αθήνα.. 6 αισθητό στο νοητό κόσµο, να γνωρίσει τις ιδέες και να αντικρίσει το Αγαθό. Όσοι φιλόσοφοι κατορθώσουν να φτάσουν σ’ αυτή την απόλυτη γνωστική κατάσταση, θα διαθέτουν τις αναγκαίες και επαρκείς προϋπο- θέσεις για την ορθολογική άσκηση της εξουσίας και δικαιωµατικά θα πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα να συνδυάσουν τη φιλοσοφική τους επάρκεια µε την πολιτική δύναµη. Αυτοί οι φιλόσοφοι-κυβερνήτες είναι οι µόνοι που µπορούν να οδηγήσουν τις πόλεις στην αναγέννηση και στο ξεπέρασµα των προβληµάτων που τροφοδοτούν την παρακµιακή πορεία τους7. Όπλα τους θα είναι η ακλόνητη ηθική υπόστασή τους, η διεισδυ- τική µατιά τους, που θα εντοπίζει πίσω από τη µεταβαλλόµενη πραγµατι- κότητα την γενεσιουργό αιτία και θα επινοεί τον τρόπο δραστικής παρέµβασης, και η ανεµπόδιστη επιλογή του ορθού για λογαριασµό όλων των πολιτών, αφού η λειτουργία τους θα προσανατολίζεται από τη θεµελιώδη αρχή της προτεραιότητας του συλλογικού συµφέροντος. εικόνα, αλληγορία ή µύθος; Υπάρχει διάσταση απόψεων σχετικά µε την ονοµασία που θα πρέπει να δοθεί για τη σπηλιά, εφόσον άλλοι την χαρακτηρίζουν εικόνα, άλλοι αλληγορία ή παροµοίωση κι άλλοι µύθο, προβάλλοντας ο καθένας και τα αντίστοιχα επιχειρήµατα. Ο Βουδούρης στην «Πλατωνική φιλοσοφία» την ονοµάζει εικόνα, υπό την έννοια της συµβολικής απεικόνισης της ανθρώπινης κατάστασης σχετικά µε την παιδεία8. Ο Βλαστός9 και ο Κατσιµάνης10 την χαρακτηρίζουν αλληγορία, ενώ άλλοι την εντάσσουν στην κατηγορία των µύθων του Πλάτωνα11 12. 7. «Ἐάν µή, ἦν δ' ἐγώ, ἤ οἱ φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν ἐν ταῖς πόλεσιν ἤ οἱ βασιλεῖς τε νῦν λεγόµενοι καί δυνάσται φιλοσοφήσωσι γνησίως τε καί ἱκανῶς, καί τοῦτο εἰς ταὐτόν συµπέσῃ, δύναµίς τε πολιτική καί φιλοσοφία, τῶν δέ νῦν πορευοµένων χωρίς ἐφ'ἑκάτερον αἱ πολλαί φύσεις ἐξ ἀνάγκης ἀποκλεισθῶσιν, οὐκ ἔστι κακῶν παῦλα, ὦ φίλε Γλαύκων, ταῖς πόλεσι, δοκῶ δ'οὐδέ τῷ ἀνθρωπίνῳ γένει, οὐδέ αὕτη ἡ πολιτεία µή ποτε πρότερον φυῇ τε εἰς τό δυνατόν καί φῶς ἡλίου ἴδῃ, ἥν νῦν λόγῳ διελυλήθαµεν.» Πολιτεία 473 d 1-9. 8.Κωνσταντίνου Ιωάννου Βουδούρη, Πλατωνική φιλοσοφία, Αθήνα 2000, σελ. 202. 9. σελ. 104, Gregory Vlastos, Πλατωνικές µελέτες, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 1994, Μετάφραση: Ιορδάνης Αρζόγλου – τίτλος πρωτοτύπου: Platonic stydies, Princeton University Press, 1973. 10. «Η αφήγηση σχετικά µε το σπήλαιο έχει περισσότερο ή λιγότερο έντονο το υπερφυσικό-εξωπραγµατικό στοιχείο, παρουσιάζει δράση και χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της φαντασίας. Εποµένως, έχει τα βασικά γνωρίσµατα του µύθου. Ωστόσο, τα επιµέρους στοιχεία της αφήγησης αυτής παραπέµπουν σε κάποια άλλα, τα οποία εννοούνται ή και αναφέρονται ρητά, µε αποτέλεσµα να υπάρχει αντιστοιχία ανάµεσα στα περιγραφόµενα και στα υποδηλούµενα. Εποµένως, πρόκειται για µια ιδιαίτερη µορφή µύθου, που ονοµάζεται αλληγορία.» Κυριάκος Σ. Κατσιµάνης, 7 περιγραφή της εικόνας του σπηλαίου περιγραφή της κατάστασης στο εσωτερικό του σπηλαίου 514a1 – 515a313 Μετά ταῦτα δή, εἶπον, ἀπείκασον τοιούτῳ πάθει τήν ἡµετέραν φύσιν παιδείας τε πέρι καί ἀπαιδευσίας. ἰδέ γάρ ἀνθρώπους οἷον ἐν καταγείῳ οἰκήσει σπηλαιώδει, ἀναπεπταµένην πρός τό φῶς τήν εἴσοδον ἐχούσῃ µακράν παρά πᾶν τό σπήλαιον, ἐν ταύτῃ ἐκ παίδων ὄντας ἐν δεσµοῖς καί τά σκέλη καί τούς αὐχένας, ὥστε µένειν τε αὐτούς εἴς τε τό πρόσθεν µόνον ὁρᾶν, κύκλῳ δέ τάς κεφαλάς ὑπό τοῦ δεσµοῦ ἀδυνάτους περιάγειν, φῶς δέ αὐτοῖς πυρός ἄνωθεν καί πόρρωθεν καόµενον ὄπισθεν αὐτῶν, µεταξύ δέ τοῦ πυρός καί τῶν δεσµωτῶν ἐπάνω ὁδόν, παρ' ἥν ἰδέ τειχίον παρῳκοδοµηµένον, ὥσπερ τοῖς θαυµατοποιοῖς πρό τῶν ἀνθρώπων πρόκειται τά παραφράγµατα, ὑπέρ ὧν τά θαύµατα δεικνύασιν. Ὁρῶ, ἔφη. Ὅρα τοίνυν παρά τοῦτο τό τειχίον φέροντας ἀνθρώπους σκεύη τε παντοδαπά ὑπερέχοντα τοῦ τειχίου καί ἀνδριάντας καί ἄλλα ζῷα λίθινά τε καί ξύλινα καί παντοῖα εἰργασµένα, οῐον εἰκός τούς µέν φθεγγοµένους, τούς δέ σιγῶντας τῶν παραφερόντων. Από την πρώτη κιόλας περίοδο, εν είδει τίτλου, ο Πλάτωνας προδιαγράφει τον απώτερο σκοπό του µε την περιγραφή της εικόνας του Πλάτων και Αριστοτέλης, Φιλοσοφική ερµηνεία επιλεγµένων κειµένων, εκδόσεις GUTENBERG, 2001, σελ.105. 11. «Μου φαίνεται ότι γινόµαστε υπερβολικά αυστηροί αποκλείοντας από τον κατάλογο των µύθων το σπήλαιο της Πολιτείας, επειδή ανταποκρίνεται περισσότερο στον ορισµό της αλληγορίας· πρόκειται για το ίδιο σχήµα σκέψης, που µεταφράζει σε κατ’ αίσθηση όρους τις νοητές αλήθειες.» P. –M. Schuhl, La fabulation platonicienne, Vrin, Paris, 1968, σελ. 18 – το απόσπασµα αντλήθηκε από : Κυριάκος Σ. Κατσιµάνης, Πλάτων και Αριστοτέλης, Φιλοσοφική ερµηνεία επιλεγµένων κειµένων, εκδόσεις GUTENBERG, 2001, σελ.105. 12. Ο Σπυρόπουλος στο «Πλάτων Μύθοι» συµπεριλαµβάνει και την αφήγηση του σπηλαίου στον κατάλογο των µύθων δίνοντάς της όµως την ονοµασία εικόνα, προβάλλοντας το επιχείρηµα ότι η «εἰκών» ή «εἰκώ» που προέρχεται από το «ἀπείκασον» του κειµένου στα αρχαία ελληνικά σηµαίνει παροµοίωση, µεταφορά, παραβολή, αλληγορία. Ηλίας Σ. Σπυρόπουλος, Πλάτων Μύθοι, εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ, Θεσσαλονίκη, 2003, σελ. 232-233. 13. Η διαίρεση σε πέντε τµήµατα της εικόνας βασίζεται στη διαίρεση που αναφέρεται από τον Βουδούρη: Κωνσταντίνου Ιωάννου Βουδούρη, Πλατωνική φιλοσοφία, Αθήνα 2000, σελ. 210. 8 Σπηλαίου. Η εικόνα που θα παρουσιάσει συµβολίζει και µεταφορικά αποτυπώνει τη δυνατότητα του ανθρώπου να προσεγγίσει γνωστικά την πραγµατικότητα µέσω της παιδείας14. Τα διάφορα επίπεδα της αντιστοι- χούν σε διάφορες γνωστικές βαθµίδες, από την εικασία ως τη νόηση, και ο άνθρωπος εκκινώντας από την κατώτερη γνωστική κατάσταση έχει τη δυνατότητα µέσω της παιδείας15 να φτάσει στο ανώτερο επίπεδο της απόλυτης γνώσης (παιδείας τε πέρι καί ἀπαιδευσίας). Αυτό που ο Πλάτωνας θέλει να τονίσει είναι ο καταλυτικός ρόλος της παιδείας, που µπορεί να σπάσει τα δεσµά της άγνοιας και από το µισοσκόταδο να αποκαλύψει στον άνθρωπο την λουσµένη µε φως και αλήθεια πραγµα- τικότητα. Στη συνέχεια ο Πλάτωνας αρχίζει την περιγραφή του εφιαλτικού σκηνικού της εικόνας του Σπηλαίου, το οποίο βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της Γης και αποτελεί τόπο κατοικίας των ανθρώπων (ἐν καταγείῳ οἰκήσει σπηλαιώδει)16. Η είσοδος της σπηλιάς είναι ορατή από 14. Ο Πλάτωνας στο απόσπασµα «Ἡµέτερον δή ἔργον, ἦν δ'ἐγώ, τῶν οἰκιστῶν τάς τε βελτίστας φύσεις ἀναγκάσαι ἀφικέσθαι πρός τό µάθηµα ὅ ἐν τῷ πρόσθεν ἔφαµεν εἶναι µέγιστον» φαίνεται να διακρίνει την ανθρώπους σε «βελτίστας φύσεις» και σε κατώτερες, µε τη λογική ότι εκ φύσεως οι άνθρωποι γενιούνται, χωρίς την επενέργεια πραγµατικότητας, αισθητής και νοητής, κάποιου εξωτερικού παράγοντα, µε περισσότερη ή λιγότερη γνώση στην ψυχή τους. ∆εν πιστεύει λοιπόν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι tabula rasa· ενσωµατώνει κάποιες κλίσεις, προδιαθέσεις και ικανότητες, οι οποίες θα πρέπει στη συνέχεια να ενεργοποιηθούν µέσω της κατάλληλης παιδείας. ∆ίνει, εποµένως ιδιαίτερη βαρύτητα στη φυσική καταβολή, αλλά δεν παραγνωρίζει γι’ αυτό και το σηµαντικό ρόλο της παιδείας, η οποία όχι µόνο θα ενεργοποιήσει το δυναµικό που υπάρχει, αλλά θα προσανατολίσει τους ανθρώπους σε µια ηθικοπλαστική κατεύθυνση. Οι προικισµένοι από τη φύση πρέπει να επιλεγούν από τους οικιστές της πολιτείας και να οδηγηθούν µε την κατάλληλη µόρφωση στην ανώτατη ιδέα του Αγαθού. 15. Θα πρέπει βέβαια να διευκρινιστεί ότι οι ανώτερες βαθµίδες εκπαίδευσης δεν παρέχονται σε όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες της «Πολιτείας» του Πλάτωνα, αλλά µόνο σ’ εκείνους που προορίζονται για τα ανώτατα αξιώµατα, δηλαδή τους φιλόσοφους-άρχοντες. Σ’ εκείνους λοιπόν που έχουν επιλεγεί ως «βέλτιστες φύσεις» παρέχεται σταδιακά και µετά από εξαντλητικές δοκιµασίες το παρακάτω πρόγραµµα σπουδών: α) βασική εκπαίδευση (7-18): άριστη «γυµναστική» και «µουσική» παιδεία, που στοχεύει στη µεθοδική ανάπτυξη σωµατικών, ψυχικών, ηθικών και πνευµατικών χαρισµάτων, β) στρατιωτική εκπαίδευση (18-20), γ) ανώτερη εκπαίδευση (20-30): η σπουδή των µαθηµατικών επιστηµών, που θα θεµελιώσει τις λογικές αρχές, πάνω στις οποίες θα στηριχτεί η διαλεκτική επιστήµη, δ) ανώτατη εκπαίδευση (30-35): η ενασχόληση µε τη φιλοσοφία και τη διαλεκτική επιστήµη, ε) πρακτική παιδεία και δοκιµασία (35-50). ∆ες και Κ.Ι. ∆εσποτόπουλος, ∆οµή της ορθής πολιτείας, τόµος Α΄, σελ. 98-104, στο Αφιέρωµα στον ∆ηµήτρη Ζ. Ανδριόπουλο, Πλάτων, τόµοι Α΄-Β΄, εκδόσεις Παπαδήµας, Αθήνα, 2002. 16. Η θεωρία του Πλάτωνα είναι ένας συνδυασµός της λογικής του Παρµενίδη και της εξωκοσµικότητας των Πυθαγορείων και των Ορφικών, που ικανοποιεί και τη διάνοια και τις θρησκευτικές συγκινήσεις. Η υποβλητική και µυστηριακή ατµόσφαιρα 9 κάθε σηµείο της και χωρίς το φως να εισέρχεται και να φωτίζει το εσωτερικό της είναι φανερό ότι οδηγεί σ’ ένα διαφορετικό περιβάλλον (ἀναπεπταµένην πρός τό φῶς τήν εἴσοδον ἐχούσῃ µακράν παρά πᾶν τό σπήλαιον)17. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στη σπηλιά δε βρέθηκαν εκεί από κάποιο τυχαίο λόγο ή επειδή ήθελαν να κρυφτούν από κάποιον, αλλά γεννήθηκαν σ’ αυτό το χώρο κι έχουν ζήσει ολόκληρη τη ζωή τους χωρίς να έχουν γνωρίσει τον κόσµο ζώντας στην επιφάνεια της Γης (ἐν ταύτῃ ἐκ παίδων ὄντας). Η ζωή γι’ αυτούς είναι στην ουσία ένα σχήµα λόγου, εφόσον όχι µόνο στερούνται κάθε µορφή ελευθερίας αλλά ούτε την πλέον στοιχειώδη κίνηση δε µπορούν να κάνουν, λόγω των δεσµών που έχουν στα πόδια και τον αυχένα (ἐν δεσµοῖς καί τά σκέλη καί τούς αὐχένας). ∆ε µπορούν να σηκωθούν, να περπατήσουν και να στρέψουν το κεφάλι τους στον περιβάλλοντα χώρο (κύκλῳ δέ τάς κεφαλάς ὑπό τοῦ δεσµοῦ ἀδυνάτους περιάγειν). Είναι υποχρεωµένοι εκ των πραγµάτων να κοιτάζουν σταθερά και µόνιµα τον τοίχο της σπηλιάς που βρίσκεται απέναντί τους (ὥστε µένειν τε αὐτούς εἴς τε τό πρόσθεν µόνον ὁρᾶν). Μέσα στη σκοτεινή σπηλιά τούς βοηθά για να βλέπουν ένα τεχνητό φως, προερχόµενο από δαυλό φωτιάς που βρίσκεται πίσω τους, σε µακρινή απόσταση και αρκετά πιο ψηλά απ’ αυτούς (φῶς δέ αὐτοῖς πυρός ἄνωθεν καί πόρρωθεν καόµενον ὄπισθεν αὐτῶν). Ανάµεσα στους δεσµώτες και τη φωτιά υπάρχει µια ανηφορική οδός που καταλήγει στην έξοδο της σπηλιάς (µεταξύ δέ τοῦ πυρός καί τῶν δεσµωτῶν ἐπάνω ὁδόν). Στο άκρο της οδού υπάρχει χτισµένο ένα τοιχίο (παρ' ἥν ἰδέ τειχίον παρῳκοδοµηµένον), σαν τα προστατευτικά τοιχία που υπάρχουν σε δρόµους µε γκρεµό, και το ύψος του δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα µέτρο, αφού το παροµοιάζει µε τα παραπετάσµατα της σκηνής, πάνω από του σπηλαίου θυµίζει έντονα ορφικές επιδράσεις και ιδιαίτερα την πορεία της ψυχής στον κάτω κόσµο. Οι κρήνες της Λήθης και της Μνήµης, που παρουσιάζονται ως επιλογές στη διψασµένη ψυχή, µπορούν να παραβληθούν µε τις καταστάσεις της απαιδευσίας και της παιδείας, που επιδιώκει να φωτίσει ο Πλάτωνας. Επιπλέον, το σπήλαιο θεωρούταν τόπος µυστηρίου για τους αρχαίους Έλληνες, αφού το σκοτεινό και υποβλητικό του σκηνικό παρέπεµπε στον θάνατο. 17. Είναι έντονη η πίστη των µελετητών ότι το σπήλαιο που περιγράφει ο Πλάτωνας είναι ένα πραγµατικό σπήλαιο που είχε επισκεφτεί ο ίδιος, τη διαµόρφωση του οποίου αναπαράγει στην εικόνα. Ο Κατσιµάνης (Κυριάκος Σ. Κατσιµάνης , Πλάτων και Αριστοτέλης, Φιλοσοφική ερµηνεία επιλεγµένων κειµένων, εκδόσεις GUTENBERG 2001, σελ.108) αναφέρει ότι ο Paul Faure λέει ότι πρόκειται για το σπήλαιο της Ίδης στην Κρήτη, όπου κατά την µυθολογική παράδοση γεννήθηκε και έζησε τα παιδικά του χρόνια ο ∆ίας· ένα άντρο ιερό, στο οποίο τελούνταν µυστήρια και προς το οποίο πορεύονται οι γέροντες των «Νόµων» (Ι ,622 b). Επιµένει ότι ο φιλόσοφος είχε βιωµατική εµπειρία του χώρου και ότι «η υποβλητική δύναµη του µύθου οφείλεται στο ότι βασίζεται σε κάτι συγκεκριµένο…· ο συγγραφέας υπήρξε ίσως ένας οραµατιστής, αλλά ένας οραµατιστής ρεαλιστής». 10 τα οποία οι ταχυδακτυλουργοί παρουσιάζουν τα µαγικά τους κόλπα (ὥσπερ τοῖς θαυµατοποιοῖς πρό τῶν ἀνθρώπων πρόκειται τά παραφράγµατα, ὑπέρ ὧν τά θαύµατα δεικνύασιν). Στον ανηφορικό δρόµο περνούν άνθρωποι που µεταφέρουν διάφορα σκεύη, αγάλµατα ανθρώπων και οµοιώµατα ζώων, κατασκευασµένα µε διάφορες τεχνικές και διάφορα υλικά (ὅρα τοίνυν παρά τοῦτο τό τειχίον φέροντας ἀνθρώπους σκεύη τε παντοδαπά ὑπερέχοντα τοῦ τειχίου καί ἀνδριάντας καί ἄλλα ζῷα λίθινά τε καί ξύλινα καί παντοῖα εἰργασµένα). Οι άνθρωποι αυτοί, όπως είναι φυσικό, άλλοτε οµιλούν και άλλοτε σιωπούν (οῐον εἰκός τούς µέν φθεγγοµένους, τούς δέ σιγῶντας τῶν παραφερόντων). η γνωστική κατάσταση των δεσµωτών και τα σύµβολα της αντίληψής τους για την πραγµατικότητα 515a4 – 515c3 Ἄτοπον, ἔφη, λέγεις εἰκόνα καί δεσµώτας ἀτόπους. Ὁµοίους ἡµῖν, ἦν δ'ἐγώ· τούς γάρ τοιούτους πρῶτον µέν ἑαυτῶν τε καί ἀλλήλων οἴει ἄν τι ἑωρακέναι ἄλλο πλήν τάς σκιάς τάς ὑπό τοῦ πυρός εἰς τό καταντικρύ αὐτῶν τοῦ σπηλαίου προσπιπτούσας. Πῶς γάρ, ἔφη, εἰ ἀκινήτους γε τάς κεφαλάς ἔχειν ἠναγκασµένοι εἶεν διά βίου; Τί δέ τῶν παραφεροµένων; οὐ ταὐτόν τοῦτο; Τί µήν; Εἰ οὖν διαλέγεσθαι οἷοί τ'εἶεν πρός ἀλλήλους, οὐ ταῦτα ἡγῇ ἄν τά ὄντα νοµίζειν ἅπερ ὁρῷεν; Ἀνάγκη. Τί δ'εἰ καί ἠχώ τό δεσµωτήριον ἐκ τοῦ καταντικρύ ἔχοι; ὁπότε τις τῶν παριόντων φθέγξαιτο, οἴει ἄν ἄλλο τι αὐτούς ἡγεῖσθαι τό φθεγγόεµνον ἤ τήν παριοῦσαν σκιάν; Μά ∆ί'οὐκ ἔγωγ', ἔφη. Παντάπασι δή, ἦν δ'ἐγώ, οἱ τοιούτοι οὐκ ἄν ἄλλο τι νοµίζοιεν τό ἀληθές ἤ τάς τῶν σκευαστῶν σκιάς. Πολλή ἀνάγκη, ἔφη. Ο Γλαύκωνας παρατηρεί ότι η εικόνα και οι δεσµώτες του είναι αλλόκοτοι και µόνο στην αχαλίνωτη φαντασία κάποιου µπορεί να υπάρξουν (Ἄτοπον λέγεις εἰκόνα καί δεσµώτας ἀτόπους), αφού το εφιαλτικό του σκηνικό δηµιουργεί ρίγη, αποτροπιασµό και οίκτο για την απάνθρωπη κατάσταση των δεσµωτών. Ίσως να πρόκειται για την πιο ακραία συµβολική απεικόνιση στέρησης της ελευθερίας για τον άνθρωπο 11 από το πλέον αυταρχικό πολιτικό καθεστώς που µπορεί να υπάρξει, η οποία δεν περιορίζεται µόνο στην στέρηση της ελευθερίας της έκφρασης, αλλά επεκτείνεται στο δικαίωµα της ζωής και κυρίως στην προσπάθεια ποδηγέτησης της ίδιας της σκέψης του. Ο Τζώρτζ Όργουελ στο επίσης εφιαλτικό «1984», όπου οι µηχανισµοί εξουσίας ελέγχουν και τη σκέψη των πολιτών και παρεµβαίνουν την κατάλληλη στιγµή για να τους επαναφέρουν στην τάξη, δεν κατάφερε να φτάσει στην εναργέστατη αποτύπωση της απόλυτης απώλειας της ελευθερίας από τον Πλάτωνα. Στην παρατήρηση του Γλαύκωνα ο Σωκράτης απαντά ότι αυτοί οι δεσµώτες είναι όµοιοι µε τους ανθρώπους της κοινωνίας τους (Ὁµοίους ἡµῖν) και αποκαλύπτει έτσι το συµβολικό χαρακτήρα της εικόνας, προ- αναγγέλλοντας ταυτόχρονα και την ερµηνεία της που θα ακολουθήσει. Ο Πλάτωνας ταυτίζει τον υπόγειο κόσµο της σπηλιάς µε τον αισθητό κόσµο και τον επίγειο µε το νοητό (τήν µέν δι'ὄψεως φαινοµένην ἕδραν τῇ τοῦ δεσµωτηρίου οἰκήσει ἀφοµοιοῦντα, τό δέ τοῦ πυρός ἐν αὐτῇ φῶς τῇ τοῦ ἡλίου δυνάµει· τήν δέ ἄνω ἀνάβασιν καί θέαν τῶν ἄνω τήν εἰς τόν νοητόν τόπον τῆς ψυχῆς ἄνοδον). Η µετατόπιση προς τα κάτω στοχεύει να καταδείξει την πραγµατικότητα που δε φαίνεται, αλλά κρύβεται πίσω από αυτό που συλλαµβάνουµε µε τις αισθήσεις µας και το οποίο προφανώς δεν επαρκεί για να µας προσφέρει την απόλυτη γνώση. Με την εικόνα ο Σωκράτης επιδιώκει να προσαρµόσει την πραγµατικότητα του αισθητού και νοητού κόσµου στα µέτρα των αισθήσεων, ώστε να γίνεται προσληπτή, έστω και έµµεσα, µέσω της αντιληπτικής ικανότητας, τόσο παραστατικά, ώστε το φαινοµενικό να αποκαλύπτει το πραγµατικό και τελικά να ταυτίζεται µ’ αυτό. Ο αφηρηµένος και δυσπρόσιτος στη σκέψη νοητός κόσµος παίρνει τη θέση του αισθητού, όπως τον αντιλαµβανό- µαστε χωρίς καν να χρειάζεται να διεισδύσουµε σ’ αυτόν, και ο αισθητός κόσµος παίρνει τη θέση του υπογείου της σπηλιάς και αποκαλύπτεται η κρυµµένη του πραγµατικότητα από την ερµηνεία των συνθηκών που επιβάλλονται σ’ αυτήν. Με µαεστρία ο Πλάτωνας ξεπερνά τον κίνδυνο της ταυτολογίας, αφού ο αισθητός κόσµος αποτελεί το κέντρο της µετατόπισης που συντελείται. Ο αισθητός κόσµος είτε µε την πραγµατική είτε µε τη συµβολική του σηµασία υπάρχει σε κάθε σχέση· είναι το κοινό στοιχείο των λόγων της αναλογίας που προκύπτει από αυτό που περιγράφεται στην εικόνα και από αυτό που προβάλλεται από τη συµβολική του αντιστοίχιση. Ο Πλάτωνας για να πετύχει τη συµβολική µετατόπιση από τον κόσµο της σπηλιάς στον αισθητό κόσµο χρησιµοποιεί µια πλειάδα συµβόλων, τα οποία δεν εξυπηρετούν µόνο το στόχο αυτό, αλλά φορτίζουν µε γνωσιολογικό και πολιτικό νόηµα την κατάσταση και τις συνθήκες διαβίωσης των δεσµωτών. Τα σύµβολα που µπορεί κάποιος να εντοπίσει 12 είναι τα παρακάτω: Η φωτιά που µε το τεχνητό φως της φωτίζει το µισοσκόταδο της σπηλιάς αντιστοιχεί µε τον ήλιο του αισθητού κόσµου. Ο συµβολισµός αυτός επιβεβαιώνεται από το πλούσιο, γνήσιο και δυνατό φως του εξωτερικού χώρου που µπορεί κάποιος να διακρίνει από κάθε σηµείο της σπηλιάς. Το φως αυτό συµβολίζει το φως της αλήθειας που εκπέµπει ο ήλιος του αισθητού κόσµου, που εδώ όµως αντιστοιχεί µε το πρωταρχικό Αγαθό του νοητού κόσµου, στο οποίο τα πάντα οφείλουν την ύπαρξη και την κατανοητότητά τους. Η διάκριση αισθητού και νοητού κόσµου αποκτά, µε κριτήριο τη δύναµη του φωτός που εκπέµπεται από την τεχνητή και γνήσια πηγή αντίστοιχα, γνωσιολογική αξία. Ο Πλάτωνας αξιοποιώντας το γνωστό σχήµα από προηγούµενους φιλοσόφους και ιδιαίτερα τον Παρµενίδη18 για το φως και το σκότος, που συµβολίζουν αντίστοιχα τη γνώση και την άγνοια, παρεµβάλλοντας όµως ανάµεσά τους και το ηµίφως της σπηλιάς, θέλει να δείξει ότι οι αισθήσεις, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζει τη σηµασία τους, δεν αποτελούν ασφαλή πηγή γνώσης, εν αντιθέσει µε το νου που µπορεί να µας οδηγήσει µε τις κατάλληλες διαδικασίες στην απόκτηση της απόλυτης γνώσης. Η ανηφορική οδός έχει διπλό συµβολικό ρόλο. Ο ένας είναι ρόλος επίτασης της διαστρέβλωσης της πραγµατικότητας που βιώνουν οι δεσµώτες, κάτι που στη συνέχεια θα αναλυθεί και θα συνδεθεί µε τους υπόλοιπους παράγοντες που συντείνουν σ’ αυτό το αποτέλεσµα. Η ουσιαστική όµως συµβολική αξία του έγκειται στη σχηµατική απεικόνιση της πορείας που πρέπει να ακολουθήσει ο άνθρωπος, µέσω της παιδείας, προκειµένου να πετύχει την ανάβαση από το ηµίφως των αισθήσεων στην αποκάλυψη της αλήθειας, στην οποία µόνο ο νους µπορεί να µας οδηγήσει. Η πορεία όµως αυτή δεν είναι στρωµένη µε ροδοπέταλα και δεν αποτελεί έναν χαλαρό περίπατο στο δάσος, αλλά είναι µια ανάβαση, µια επιχείρηση ορειβασίας από ένα δύσβατο και ανηφορικό µονοπάτι µε στόχο την κατάκτηση της κορυφής, που για τους περισσότερους είναι απρόσιτη, αφού µόνο λίγοι θα καταφέρουν τελικά να ξεπεράσουν τις δοκιµασίες και να φτάσουν στην κορυφή19. Η ανάβαση αυτή συµβολίζει την οδό της παιδείας που θα πρέπει να ακολουθήσει ο άνθρωπος, η οποία βρίθει δυσκολιών, επίµονων προσπαθειών, αποτυχιών και απογοητεύ- σεων, αλλά και επιβράβευσης µε το αγαθό της γνώσης, που κατά τον 18. Β 1 , 11 «ἔνθα πύλαι Νυκτός τε καί Ἤµατός εἰσι κελεύθων» VS (Die Fragmente der Vorsokratiker, von Hermann Diels und Walther Kranz, Zurich, Weidmann, Hildesheim, 1922, Erster Band). 19. ∆ες το σχόλιο 15 και Κ.Ι. ∆εσποτόπουλος, ∆οµή της ορθής πολιτείας, τόµος Α΄, σελ. 98-104, στο Αφιέρωµα στον ∆ηµήτρη Ζ. Ανδριόπουλο, Πλάτων, τόµοι Α΄-Β΄, εκδόσεις Παπαδήµας, Αθήνα, 2002. 13 Πλάτωνα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη της ευδαιµονίας. Ο Πλάτωνας διακρίνει τους ανθρώπους σε «βελτίστας και µή φύσεις», προσδίδοντας έτσι στην φυσική προδιάθεση ιδιαίτερη σηµασία, αλλά θεωρεί αναγκαία την ενεργοποίηση των νοητικών ικανοτήτων, ιδιαίτερα των «βελτίστων φύσεων», µέσω της παιδείας, έτσι ώστε να δοθεί η ενδεδειγµένη ηθική διαπαιδαγώγηση και να αποφευχθεί η εκτροπή σε ανήθικες συµπεριφορές µε αρνητική επίπτωση για την κοινωνική λειτουργία. Τα δεσµά στον αυχένα και τα σκέλη ακινητοποιούν τους δεσµώτες και δεν τους επιτρέπουν να περιστρέψουν το κεφάλι και το βλέµµα τους και να εµπλουτίσουν τις παραστάσεις τους, ώστε να αποκτήσουν πληρέ- στερη εικόνα της πραγµατικότητάς τους. Οι αλυσοδεµένοι δεσµώτες είναι σα δεµένα σκυλάκια που διαθέτουν στοιχειώδη αντιληπτική ικανότητα και η τύχη τους εξαρτάται από τις διαθέσεις και τη βούληση του αφεντικού τους. Η στέρηση αξιοποίησης του συγκριτικού πλεονεκτή- µατος του ανθρώπου έναντι των άλλων ζώων, του λόγου, ισοδυναµεί µε τον αναγκαστικό προσανατολισµό της όρασης µε παρωπίδες, µε τη µονοδιάστατη θέαση της πραγµατικότητας και τον υποβιβασµό του ανθρώπου στην κατηγορία των όντων, στα οποία κυριαρχούν τα ζωώδη ένστικτα. Η ίδια η ύπαρξη των δεσµών απέναντι στο φιλελεύθερο πνεύµα των ανθρώπων, που αυθόρµητα θα αγανακτήσουν µπροστά σε µια εικόνα αλυσοδεµένων ανθρώπων, εµπεριέχει και το συµβολισµό της αναγκαιό- τητας να αντιδράσουν σ’ ένα τέτοιο ενδεχόµενο και να σπάσουν τις αλυσίδες της όποιας εξουσιαστικής διάθεσης επιθυµεί να τους µετατρέ- ψει σε πειθήνια όργανά της. Έτσι τα δεσµά από το γνωσιολογικό επίπεδο µας µεταφέρουν στο πολιτικό σκηνικό που είναι δυνατό να διαµορφωθεί ανάλογα µε το γνωστικό και εν γένει το πνευµατικό επίπεδο των πολιτών της κοινωνίας. Η άγνοια και η ηµιµάθεια συνδέονται µε την πολιτική κοινωνία που χειραφετείται από δηµαγωγούς και φιλόδοξους καιρο- σκόπους, ενώ η γνώση µε την ορθολογική άσκηση της εξουσίας προς το συµφέρον όλων των πολιτών. Τονίζεται µ’ αυτόν τον τρόπο ο καταλυ- τικός ρόλος της παιδείας20 στη διαµόρφωση και τη λειτουργία της ιδανικής πολιτείας. 20. Τη γνώση δεν είναι απαραίτητο να τη διαθέτουν όλοι οι πολίτες, αλλά εκείνοι που προορίζονται για την ανάληψη της εξουσίας, οι φύλακες–άρχοντες, σύµφωνα µε τη θεµελιώδη άποψη του Πλάτωνα περί δικαιοσύνης, κατά την οποία ο καθένας επιτελεί τον κοινωνικό ρόλο που του ταιριάζει στη φύση, τις ικανότητες και τις προτιµήσεις του («τό τά αὑτοῦ πράττειν καί µή πολυπραγµονεῖν δικαιοσύνη ἐστί» 433a 9 - «ἕνα ἕκαστον ἕν δεῖ ἐπιτηδεύειν τῶν περί τήν πόλιν, εἰς ὅ αὐτοῦ ἡ φύσις ἐπιτηδειοτάτη πεφυκυῖα εἴη» 433a 6-7) µε γνώµονα το συµφέρον του συνόλου («οὐ µήν πρός τοῦτο βλέποντες τήν πόλιν οἰκίζοµεν, ὅπως ἕν τι ἡµῖν ἔθνος ἔσται διαφερόντως εὔδαιµον, 14 Ο Πλάτωνας χρησιµοποιεί αρκετά σύµβολα για να δηλώσει την πολλαπλή διαστρέβλωση της πραγµατικότητας που βιώνουν οι δεσµώτες. Οι δεσµώτες βλέπουν µόνο ό,τι προβάλλεται στον τοίχο που βρίσκεται µπροστά τους (πρόσθεν µόνον ὁρᾶν) και αναγκαστικά αυτό εκλαµβάνουν ως πραγµατικότητα, εφόσον δεν έχουν άλλες παραστάσεις κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής τους. Ένα θέατρο σκιών (τούς γάρ τοιούτους πρῶτον µέν ἑαυτῶν τε καί ἀλλήλων οἴει ἄν τι ἑωρακέναι ἄλλο πλήν τάς σκιάς τάς ὑπό τοῦ πυρός εἰς τό καταντικρύ αὐτῶν τοῦ σπηλαίου προσπιπτούσας) µε οµιλούσες σκιές21 που βρίσκονται σε συνεχή κίνηση προβάλλεται στον τοίχο· σκιές που προέρχονται από τους ίδιους τους δεσµώτες, τους ανθρώπους που κινούνται στον ανηφορικό δρόµο και τα αντικείµενα που µεταφέρουν. Εικονική, επίπεδη, άχρωµη και άψυχη είναι λοιπόν η πραγµατικότητα που συλλαµβάνουν οι δεσµώτες. Στερηµένοι από κάθε δυνατότητα πρακτικής δραστηριότητας έχουν µεταβληθεί σε homines cognoscentes22, διατηρώντας τη διανοητική λειτουργία που µε τη βοήθεια µόνο της όρασης προσπαθεί να σκιαγραφήσει την πραγµατικότητα. Η διαστρέβλωση του πραγµατικού επιτείνεται από το γεγονός ότι το τοιχίο του ανηφορικού δρόµου, περίπου ενός µέτρου, µεταφέρει στο χώρο προβολής το ήµισυ του σκοτεινού ειδώλου των ανθρώπων που κινούνται. Επιπλέον τα αντικείµενα που µεταφέρουν οι άνθρωποι µπορεί να φαίνονται ολόκληρα, αφού βρίσκονται πάνω από το τοιχίο (ὑπερέχοντα τοῦ τειχίου), αλλά αποτελούν οµοιώµατα των πραγµατικών, ως αποµιµήσεις ανθρώπων και ζώων, κατασκευασµένων από πέτρα, ξύλο ή άλλο υλικό. Επίσης, η αδυναµία των δεσµωτών να προσδιορίσουν την πηγή των φωνών επιτείνει τη σύγχυση, εφόσον είναι δυνατό να θεωρούν για παράδειγµα ότι οι ανθρώπινες φωνές προέρχονται από τα οµοιώµατα ζώων. Ακόµη, η διαστρέβλωση πολλαπλασιάζεται από τη θέση της φωτιάς, η οποία θα αποτύπωνε τις πραγµατικές διαστάσεις ἀλλ'ὅπως ὅτι µάλιστα ὅλη ἡ πόλις» 420 b 6-8 – «νόµῳ οὐ τοῦτο µέλει, ὅπως ἕν τι γένος ἐν πόλει διαφερόντως εὖ πράξει, ἀλλ'ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο µηχανᾶται ἐγγενέσθαι» 519 e 1-3). Η έννοια του ενεργού πολίτη στο σύνολο των ελευθέρων πολιτών δεν υφίσταται στον Πλάτωνα, όπως την γνωρίζουµε από τον Αριστοτέλη. 21. Κυριάκος Σ. Κατσιµάνης, Πλάτων και Αριστοτέλης, Φιλοσοφική ερµηνεία επιλεγµένων κειµένων, εκδόσεις GUTENBERG, 2001, σελ. 108-109. 22. «Ο άνθρωπος του Σπηλαίου, αλυσοδεµένος και εντελώς ασάλευτος στη θέση του (ούτε το κεφάλι του δεν µπορεί να κινήσει) έχει αποστραγγιχτεί από κάθε πρακτικό ενδιαφέρον για τον κόσµο. Του αποµένει µόνο να είναι homo cognoscens. Τα πράγµατα που ονοµάζει «άλογα» τα ανιχνεύει οπτικά, µε περιέργεια καθαρά διανοητική και µε αποκλειστικό σκοπό τον εξής: να ανακαλύψει, µε µόνη την όραση, ό,τι µπορεί να τον βοηθήσει να απαντήσει στην ερώτηση «Τι είναι αυτό;»» , Gregory Vlastos, Πλατωνικές µελέτες, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 1994, Μετάφραση: Ιορδάνης Αρζόγλου – τίτλος πρωτοτύπου: Platonic stydies, Princeton University Press, 1973, Βαθµοί πραγµατικότητας στον Πλάτωνα, σελ. 104. 15 όσων ανθρώπων ή αντικειµένων περνούν από µπροστά της, αν βρισκόταν στο ίδιο ύψος µε τους δεσµώτες, τους ανθρώπους µε τα αντικείµενα και τον τοίχο προβολής και οι άνθρωποι που κινούνται στο δρόµο βρίσκονταν στο µέσο ακριβώς της απόστασης ανάµεσα στον τοίχο και τη φωτιά. Όµως, η φωτιά βρίσκεται αρκετά µακριά από τους δεσµώτες και αρκετά πιο ψηλά από αυτούς και εποµένως τα είδωλα των ανθρώπων και των αντικειµένων θα είναι λοξά και µικρότερα σε διαστάσεις από αυτά. Ένας επιπλέον παράγοντας διαστρέβλωσης είναι το γεγονός ότι ο τοίχος προβολής των σκιών δεν είναι επίπεδος, κάτι που σηµαίνει ότι οι σκιές σε άλλα σηµεία θα πλαταίνουν και σε άλλα θα στενεύουν τις επιφάνειές τους. Τελικά, τι είδους πραγµατικότητα συλλαµβάνουν οι δεσµώτες µέσα απ’ όλα αυτά τα φίλτρα διαστρέβλωσης που µεσολαβούν ως την προβολή της στον απέναντί τους τοίχο; Βλέπουν λοξές σκιές µισών ανθρώπων και οµοιωµάτων ανθρώπων και ζώων σε διαστάσεις διαφορετικές από τις πραγµατικές και ακούνε φωνές χωρίς να µπορούν να προσδιορίσουν την προέλευσή τους. Οι σκιές αυτές µάλιστα αναµειγνύονται και µε τις δικές τους σκιές που αναγκαστικά προβάλλονται στον απέναντι τοίχο µε αποτέλεσµα να είναι πολύ συγκεχυµένη ακόµη και η εικόνα του ίδιου του εαυτού τους. Η ύπαρξη του διπλανού τους προσδιορίζεται από την σκιώδη παρουσία του, αφού δε µπορούν να στρέψουν το κεφάλι και να τον αντικρίσουν άµεσα. Επιπλέον, οι φωνές των ανθρώπων που κινούνται στο δρόµο θα αποδίδονταν πιθανότατα στα αντικείµενα που µεταφέρουν, εφόσον οι σκιές αυτών φαίνονται εξ ολοκλήρου και όχι των ανθρώπων, κάτι που θα ενίσχυε µάλιστα η περίπτωση να δηµιουργείται αντήχηση, αν υπήρχε η κατάλληλη απόσταση, και να δηµιουργούταν η ψευδαίσθηση ότι οι φωνές προέρχονται άµεσα από τις σκιές (Τί δ'εἰ καί ἠχώ τό δεσµωτήριον ἐκ τοῦ καταντικρύ ἔχοι). Εποµένως, η αλήθεια που συλλαµβάνεται από τους δεσµώτες αντιστοιχεί µε τις σκιές των τεχνητών κατασκευασµάτων (Παντάπασι δή, ἦν δ'ἐγώ, οἱ τοιούτοι οὐκ ἄν ἄλλο τι νοµίζοιεν τό ἀληθές ἤ τάς τῶν σκευαστῶν σκιάς). Στην περίπτωση µάλιστα που οι δεσµώτες θα είχαν τη δυνατότητα επικοινωνίας µεταξύ τους, θα χρησιµοποιούσαν ειδική ονοµασία για κάθε αντικείµενο, το νοηµατικό περιεχόµενο της οποίας θα προσδιοριζόταν από τα χαρακτηριστικά των προβαλλοµένων σκιών και από τις φωνές που θα νόµιζαν ότι προέρχονται απ’ αυτές (Εἰ οὖν διαλέγεσθαι οἷοί τ'εἶεν πρός ἀλλήλους , οὐ ταῦτα ἡγῇ ἄν τά ὄντα νοµίζειν ἅπερ ὁρῷεν). Η τόσο έντονη διαστρεβλωµένη αλήθεια που παρουσιάζει ο Πλάτωνας ότι αντιλαµβάνονται οι δεσµώτες ως απώτερο στόχο δεν έχει παρά να τονίσει τη σαφή διάκριση ανάµεσα στο φαινοµενικό του αισθητού κόσµου και στην πραγµατικότητα που κρύβεται πίσω από αυτήν και την 16 οποία µόνον ο νους µπορεί να συλλάβει. Η ταύτιση της γνωστικής κατάστασης των δεσµωτών µε τους ανθρώπους του αισθητού κόσµου, που στηρίζουν στα εµπειρικά δεδοµένα την εικόνα της πραγµατικότητας που συλλαµβάνουν, δεν έχει άλλο σκοπό από το να καταδείξει όχι µόνο την ανεπάρκεια των αισθήσεων ως ασφαλούς πηγής γνώσης, αλλά πολλές φορές και την πλαστή εικόνα που µας δηµιουργούν µε τόση αισθητηριακή πληρότητα, ώστε να είναι ιδιαίτερα δύσκολο να απαλλα- γούµε απ’ αυτές και παραµερίζοντάς τες να οδηγηθούµε στην καθαρή αλήθεια. Το σώµα εγκλωβίζει την ψυχή, ρυπαίνει την καθαρότητά της και την αποπροσανατολίζει από τη θέαση της ουσίας των πραγµάτων23. Η εικονική πραγµατικότητα εγγράφει στο ασυνείδητο ψευδεπίγραφες εντυ- πώσεις, χωρίς να επιτρέπει στη σκέψη να τις επεξεργαστεί και να εµβα- θύνει στο πραγµατικό τους περιεχόµενο. Έτσι συντελείται η κυριαρχία της εικόνας έναντι του λόγου και η σκέψη ατονεί και αποκοιµιέται. Ο Πλάτωνας επιθυµεί αυτή η καταλυτική επίδραση των αισθήσεων να περιοριστεί και να αντιστραφεί η εξουσιαστική σχέση των αισθήσεων πάνω στο νου. Ο νους πρέπει να αφυπνιστεί και ανεπηρέαστος να µας οδηγήσει στο φως της αλήθειας. Ο Πλάτωνας θίγει έµµεσα και το ζήτηµα της ονοµατολογίας και της σχέσης των λέξεων που χρησιµοποιούµε µε την πραγµατική υπόσταση των αντικειµένων, στα οποία αυτές αποδίδονται. Στη σχέση αυτή υπάρχει πολλές φορές διάσταση ανάµεσα στην υφιστάµενη και την αποδιδόµενη πραγµατικότητα που οφείλεται στην ελλειπτική παροχή πληροφοριακού υλικού στον εµπειρικό κόσµο. Οι δεσµώτες δίνουν µια συγκεκριµένη ονοµασία στη σκιά που βλέπουν και προσδιορίζουν το νοηµατικό της περιεχόµενο από τα ορατά τους χαρακτηριστικά. Για παράδειγµα, δίνεται η ονοµασία του αλόγου στη σκιά ενός αλόγου, το οποίο είναι µαύρου χρώµατος, άρα άχρωµο, έχει σχήµα που ποικίλει ανάλογα µε τον τρόπο που το κρατά εκείνος που ανεβαίνει το δρόµο και η κίνηση του δεν προέρχεται από τις δρασκελιές των ποδιών του αλλά είναι µονοκόµµατη. Εποµένως, το νοηµατικό περιεχόµενο της λέξης «άλογο» που συλλαµβάνουν οι δεσµώτες απέχει πολύ από το πραγµατικό. 23. «Λογίζεται (ἡ ψυχή) δέ γέ που τότε κάλλιστα, ὅταν αὐτήν τούτων µηδέν παραλυπῇ, µήτε ἀκοή µήτε ὄψις µήτε ἀλγηδών µήτε τις ἡδονή, ἀλλ' ὅτι µάλιστα αὐτή καθ' αὑτήν γίγνηται ἐῶσα χαίρειν τό σῶµα, καί καθ' ὅσον δύναται µή κοινωνοῦσα αὐτῷ µηδ' ἁπτοµένη ὀρέγηται τοῦ ὄντος» Φαίδων 65c. 17 απελευθέρωση , άνοδος της ανηφορικής οδού και έξοδος στο φως 515c4 – 516e2 Σκόπει δή, ἦν δ'ἐγώ, αὐτῶν λύσιν τε καί ἴασιν τῶν τε δεσµῶν καί τῆς ἀφροσύνης, οἵα τις ἄν εἴη, εἰ φύσει τοιάδε συµβαίνοι αὐτοῖς· ὁπότε τις λυθείη καί ἀναγκάζοιτο ἐξαίφνης ἀνίστασθαί τε καί περιάγειν τόν αὐχένα καί βαδίζειν καί πρός τό φῶς ἀναβλέπειν, πάντα δέ ταῦτα ποιῶν ἀλγοῖ τε καί διά τάς µαρµαρυγάς ἀδυνατοῖ καθορᾶν ἐκεῖνα ὧν τότε τάς σκιάς ἑώρα, τί ἄν οἴει αὐτόν εἰπεῖν, εἴ τις αὐτῷ λέγοι ὅτι τότε µέν ἑώρα φλυαρίας, νῦν δέ µᾶλλόν τι ἐγγυτέρῳ τοῦ ὄντος καί πρός µᾶλλον ὄντα τετραµµένος ὀρθότερον βλέποι, καί δή καί ἕκαστον τῶν παριόντων δεικνύς αὐτῷ ἀναγκάζοι ἐρωτῶν ἀποκρίνεσθαι ὅτι ἔστιν · οὐκ οἴει αὐτόν ἀπορεῖν τε ἄν καί ἡγεῖσθαι τά τότε ὁρώµενα ἀληθέστερα ἤ τά νῦν δεικνύµενα. Πολύ γ', ἔφη. Ούκοῦν κἄν εἰ πρός αὐτό τό φῶς ἀναγκάζοι αὐτόν βλέπειν, ἀλγεῖν τε ἄν τά ὄµµατα καί φεύγειν ἀποστρεφόµενον πρός ἐκεῖνα ἅ δύναται καθορᾶν, καί νοµίζειν ταῦτα τῷ ὄντι σαφέστερα τῶν δεικνυµένων; Οὕτως, ἔφη. Εἰ δέ, ἦν δ'ἐγώ, ἐντεῦθεν ἕλκοι τις βίᾳ διά τραχείας τῆς ἀναβάσεως καί ἀνάντους, καί µή ἀνείη πρίν ἐξελκύσειεν εἰς τό τοῦ ἡλίου φῶς, ἆρα οὐχί ὀδυνᾶσθαί τε ἄν καί ἀγανακτεῖν ἑλκόµενον, καί ἐπειδή πρός τό φῶς ἔλθοι, φωτός αὐγῆς ἄν ἔχοντα τά ὄµµατα µεστά ὁρᾶν οὐδ'ἄν ἕν δύνασθαι τῶν νῦν λεγοµένων ἀληθῶν; Οὐ γάρ ἄν, ἔφη, ἐξαίφνης γε. Συνηθείας δή οἶµαι δέοιτ'ἄν, εἰ µέλλοι τά ἄνω ὄψεσθαι. καί πρῶτον µέν τάς σκιάς ἄν ῥᾷστα καθορῷ, καί µετά τοῦτο ἐν τοῖς ὕδασι τά τε τῶν ἄνθρώπων καί τά τῶν ἄλλων εἴδωλα, ὕστερον δέ αὐτά· ἐκ δέ τούτων τά ἐν τῷ οὐρανῷ καί αὐτόν τόν οὐρανόν νύκτωρ ἄν ῥᾷον θεάσαιτο, προσβλέπων τό τῶν ἄστρων τε καί σελήνης φῶς, ἤ µεθ' ἡµέραν τόν ἥλιόν τε καί τό τοῦ ἡλίου. Πῶς δ'οὔ; Τελευταῖον δή οἶµαι τόν ἥλιον, οὐκ ἐν ὕδασιν οὐδ'ἐν ἀλλοτρίᾳ ἕδρᾳ φαντάσµατα αὐτοῦ, ἀλλ'αὐτόν καθ'αὑτόν ἐν τῇ αὑτοῦ χώρᾳ δύναιτ'ἄν κατιδεῖν καί θεάσασθαι οἷός ἐστιν. Ἀναγκαῖον, ἔφη. Καί µετά ταῦτ'ἄν ἤδη συλλογίζοιτο περί αὐτοῦ ὅτι οὗτος ὁ τάς τε ὥρας παρέχων καί ἐνιαυτούς καί πάντα ἐπιτροπεύων τά ἐν τῷ ὁρωµένῳ τόπῳ, καί εκείνων ὧν σφεῖς ἑώρων τρόπον τινά πάντων αἴτιος. ∆ῆλον, ἔφη, ὅτι ἐπί ταῦτα ἄν µετ'ἐκεῖνα ἔλθοι. 18 Τί οὖν; ἀναµιµνησκόµενον αὐτόν τῆς πρώτης οἰκήσεως καί τῆς ἐκεῖ σοφίας καί τῶν τότε συνδεσµωτῶν οὐκ ἄν οἴει αὑτόν µέν εὐδαιµονίζειν τῆς µεταβολῆς, τούς δέ ἐλεεῖν; Καί µάλα. Τιµαί δέ καί ἔπαινοι εἴ τινες αὐτοῖς ἦσαν τότε παρ'ἀλλήλων καί γέρα τῷ ὀξύτατα καθορῶντι τά παριόντα, καί µνηµονεύοντι µάλιστα ὅσα τε πρότερα αὐτῶν καί ὕστερα εἰώθει καί ἅµα πορεύεσθαι, καί ἐκ τούτων δή δυνατώτατα ἀποµαντευοµένῳ τό µέλλον ἥξειν, δοκεῖς ἄν αὐτόν τιµωµένους τε καί ἐνδυναστεύοντας, ἤ τό τοῦ Ὁµήρου ἄν πεπονθέναι καί σφόδρα βουλεύεσθαι "ἐπάρουρον ἐόντα θητευέµεν ἄλλῳ ἀνδρί παρ'ἀκλήρῳ" καί ὁτιοῦν ἄν πεπονθέναι µᾶλλον ἤ κεῖνα τε δοξάζειν καί ἐκείνως ζῆν. Οὕτως, ἔφη, ἔγωγε οἶµαι, πᾶν µᾶλλον πεπονθέναι ἄν δέξασθαι ἤ ζῆν ἐκείνως. Ο Πλάτωνας, αφού ολοκλήρωσε την περιγραφή της κατάστασης των δεσµωτών, περνά στην επόµενη φάση της εικόνας και στην περιγραφή της γνωστικής κατάστασης εκείνου που θα καταφέρει να λυθεί και στη συνέχεια να ανέβει τον ανηφορικό δρόµο και να οδηγηθεί στον επίγειο κόσµο, όπου κυριαρχεί το φως του ήλιου. Η εικόνα αυτή εποµένως δεν είναι στατική, όπως οι αντίστοιχες του Ήλιου και της Γραµµής, αλλά αποτελείται από µια ιστορία µε έντονη φαντασιακή δράση. Η πορεία ανάβασης προς τον επίγειο κόσµο θυµίζει το ταξίδι του Παρµενίδη από τον κόσµο των βροτών, του σκότους και της άγνοιας στον θεϊκό κόσµο του φωτός και της απόλυτης αλήθειας24. Επίσης, η πορεία, η γεµάτη δυσκολίες και εµπόδια που θέτει η σαγηνευτική επίδραση των αισθήσεων, στον ανηφορικό δρόµο προς τον τελικό προορισµό της κυριαρχίας του νου φέρνει στο µυαλό το περιπετειώδες ταξίδι του Οδυσσέα προς την Ιθάκη. Όταν κάποιος δεσµώτης καταφέρει να λυθεί από τα δεσµά του (αὐτῶν λύσιν τε καί ἴασιν τῶν τε δεσµῶν καί τῆς ἀφροσύνης), θα έχει πλέον τη δυνατότητα να σηκωθεί όρθιος , να βαδίσει και να στρέψει το κεφάλι και τα µάτια του προς τη φωτιά και τα αντικείµενα των οποίων προηγουµένως έβλεπε τη σκιά τους. Ο άνθρωπος αυτός θα βρεθεί τότε «µᾶλλόν τι ἐγγυτέρῳ τοῦ ὄντος» και «πρός µᾶλλον ὄντα τετραµµένος», εφόσον θα έχει µπροστά του τα οµοιώµατα των πραγµατικών αντικειµένων και όχι τις σκιώδεις απεικονίσεις τους. Οι εκφράσεις που χρησιµοποιεί ο Πλάτωνας είναι χαρακτηριστικές για το βαθµό πραγµατι- 24. Β 1, 28-29 «χρεώ δέ σε πάντα πυθέσθαι ἠµέν Ἀληθείης εὐκυκλέος ἀτρεµές ἦτορ» VS (Die Fragmente der Vorsokratiker, von Hermann Diels und Walther Kranz, Zurich, Weidmann, Hildesheim, 1922, Erster Band). 19 κότητας που έχουν αυτά τα αντικείµενα του αισθητού κόσµου. Βρίσκονται, κατά την άποψή του, «ἐγγυτέρῳ τοῦ ὄντος» και είναι «µᾶλλον ὄντα»· βρίσκονται δηλαδή σε µια ενδιάµεση βαθµίδα πραγµατικότητας, δείχνοντας από τη µια πλευρά την πιο πραγµατική υπόσταση που έχουν έναντι των αντανακλάσεών τους και από την άλλη την ενδεέστερη κατάστασή τους έναντι των πραγµατικών. Πράγµατι, το ειδώλιο του πραγµατικού αντικειµένου είναι ανώτερο από τη σκιά του από την άποψη ότι είναι περισσότερο σαφές25. Πρόκειται για ένα τρισδιάστατο αντικείµενο, η εξοικείωση µε το οποίο θα αποκαλύψει εντυπωσιακές πληροφορίες γι’ αυτό στον απελευθερωµένο δεσµώτη. Θα είναι σε θέση τώρα να προσδιορίσει µε µεγαλύτερη σαφήνεια τι είναι αυτό το αντικείµενο. Από την άλλη πλευρά το ειδώλιο είναι λιγότερο πραγµατικό από το ίδιο το αντικείµενο, που συµβολίζει στην εικόνα την Ιδέα, το ον καθαυτό. Είναι λιγότερο πραγµατικό, γιατί παρουσιάζεται σε πολλαπλές εκφάνσεις , χαρακτηρίζεται από µεταβλητότητα και τελικά δηµιουργεί συγκεχυµένη εντύπωση για το τι είναι πραγµατικά26. Η αντίδραση όµως του απελευθερωµένου δεσµώτη και η εντύπωση που θα του δηµιουργούταν στη θέα των «µᾶλλον ὄντων» δεν θα ήταν αντίστοιχη µε την περισσότερο πραγµατική ύπαρξη των αντικειµένων αυτών, αλλά θα θεωρούσε, αν κάποιος τον ρωτούσε, ότι αυτά που έβλεπε πριν ήταν «αληθινότερα» από τα αντικείµενα που βλέπει τώρα (νοµίζειν ταῦτα τῷ ὄντι σαφέστερα τῶν δεικνυµένων). Η αιτία αυτής της παρανόησης θα οφειλόταν στο γεγονός ότι τα µάτια του, συνηθισµένα και εξοικειωµένα µε τις σκιές και ένα πιο σκοτεινό οπτικό πεδίο, θα 25. Οι συνώνυµες λέξεις «ἀληθέστερα» και «σαφέστερα» που χρησιµοποιεί ο Πλάτωνας για τα «µᾶλλον ὄντα» «αποτελούν δύο εκφράσεις µεταφερµένες από τη φρασεολογία τη σχετική µε τη διαχωριστική Γραµµή < µεταξύ ορατών και νοητών >: όσο «αληθινότερα» είναι τα αντικείµενα, τόσο σαφέστερα τα αντιλαµβάνεται κανείς», Gregory Vlastos, Πλατωνικές µελέτες, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 1994, Μετάφραση: Ιορδάνης Αρζόγλου – τίτλος πρωτοτύπου: Platonic stydies, Princeton University Press, 1973, σελ. 105 – Πολιτεία 511 e 2-4 «ὥσπερ ἐφ’ οἷς ἐστιν ἀληθείας µετέχειν, οὕτω ταῦτα σαφηνείας ἡγησάµενος µετέχειν». 26. «Υπάρχει αντίθεση µεταξύ του Είδους, δηλαδή του F, και των επιµέρους εκφάνσεών του, οι οποίες, εν συγκρίσει µε αυτό, θεωρούνται λιγότερο «καθαρές» F, γιατί δεν είναι αποκλειστικά και µόνο F, αλλά είναι F και µη F: την F φύση τους τη νοθεύουν γνωρίσµατα αντίθετα, µε αποτέλεσµα οι επιµέρους εκφάνσεις να µην µας παρέχουν παρά µια συγκεχυµένη και αβέβαιη ιδέα του τι είναι αυτό στο οποίο συνίσταται το να είναι κάτι F, ιδέα που υπόκειται σε συνεχείς διακυµάνσεις, καθώς συναντάµε εκφάνσεις του F που, από µια ή περισσότερες απόψεις, αποδεικνύονται διαφορετικές από εκείνες στις οποίες βασίσαµε την πρώτη µας αντίληψη για το F». Gregory Vlastos, Πλατωνικές µελέτες, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 1994, Μετάφραση: Ιορδάνης Αρζόγλου – τίτλος πρωτοτύπου: Platonic stydies, Princeton University Press, 1973, Βαθµοί πραγµατικότητας στον Πλάτωνα, σελ. 106-107. 20 ενοχλούνταν από το περισσότερο φως της φωτιάς και αρχικά τουλάχιστον θα είχε µια θολή αίσθηση αυτών των αντικειµένων (ἀλγοῖ τε καί διά τάς µαρµαρυγάς ἀδυνατοῖ καθορᾶν ἐκεῖνα). Θα προτιµούσε µάλιστα να επιστρέψει στην ασφάλεια της προηγούµενης κατάστασης, εκεί όπου θα διέκρινε τα πάντα µε καθαρότητα και χωρίς ενόχληση (ἀποστρεφόµενον πρός ἐκεῖνα ἅ δύναται καθορᾶν). Ο Πλάτωνας µε ιδιαίτερα πετυχηµένο τρόπο πλήττει σ’ αυτό το σηµείο την αξιοπιστία των αισθήσεων ως γνωστικής πηγής και µε σαφήνεια υπογραµµίζει ότι δεν πρέπει και δεν είναι δυνατό να στηριζόµαστε αποκλειστικά και µόνο στις αισθήσεις για να προσδιορίσουµε την γνωστική αξία των πραγµάτων. Ό,τι η όρασή µας είναι συνηθισµένη να βλέπει καθαρότερα, αυτό θεωρούµε ότι είναι και το πλέον πραγµατικό, χωρίς όµως αυτό να ισχύει και από την άποψη της πραγµατικότητας του αντικειµένου που βλέπουµε. Η αίσθηση, που δηµιουργείται από την εικόνα που εκπέµπει ένα αντικείµενο, απέχει από την πραγµατική του υπόσταση, είτε γιατί µας παρέχει παραπλανητικές πληροφορίες είτε γιατί η κατάσταση των οφθαλµών µας δεν είναι η κατάλληλη ώστε να προσλάβουν µε ευκρί- νεια τις οπτικές αντανακλάσεις του αντικειµένου. Οι αισθήσεις έχουν οριακές δυνατότητες, τις οποίες υπερβαίνει η αλήθεια των πραγµάτων. Ο συµβολισµός αυτός, πέρα από το γνωσιολογικό επίπεδο, επεκτείνεται και σε παιδαγωγικό επίπεδο. Επιδιώκει να καταδείξει τις δυσκολίες που θα συναντήσει η παιδαγωγική διαδικασία στην προσπάθειά της να ανασκευάσει παλαιότερες εδραιωµένες αντιλήψεις και να ξεπεράσει τη σαγηνευτική επίδραση των φαινοµένων. Ο απελευθερωµένος δεσµώτης, όντας ενοχληµένος από το τεχνητό φως της φωτιάς, δεν θα διανοούταν καν να προσεγγίσει, ανεβαίνοντας τον ανηφορικό δρόµο, την είσοδο της σπηλιάς, εκεί όπου θα ήταν αναγκασµένος να υποµείνει ένα δυνατότερο και εκτυφλωτικό φως. Αν λοιπόν κάποιος τον ανάγκαζε τραβώντας τον να ανέβει τον ανηφορικό δρόµο και να εξέλθει από τη σπηλιά στον επίγειο κόσµο (Εἰ δέ, ἦν δ'ἐγώ, ἐντεῦθεν ἕλκοι τις βίᾳ διά τραχείας τῆς ἀναβάσεως καί ἀνάντους, καί µή ἀνείη πρίν ἐξελκύσειεν εἰς τό τοῦ ἡλίου φῶς), µια έκρηξη φωτός θα πληµµύριζε τα µάτια του και θα ήταν αδύνατο γι’ αυτόν να διακρίνει οτιδήποτε. Ο άνθρωπος αυτός µετά το πρώτο σοκ κι αν δεν επέστρεφε άµεσα στη σπηλιά, αγωνιώντας να ξεπεράσει την τυφλότητα που του είχε προκαλέσει το φως του ήλιου, αλλά υποχρεωνόταν να παραµείνει, θα έπρεπε σταδιακά να εθίσει την όρασή του ώστε να µπορέσει να διακρίνει τα πράγµατα αυτού του νέου κόσµου. Αρχικά, θα έστρεφε το βλέµµα του στις γνώριµες γι’ αυτόν σκιές, αυτές που θα έβλεπε έχοντας γυρισµένη την πλάτη του στον ήλιο (καί πρῶτον µέν τάς σκιάς ἄν ῥᾷστα καθορῷ). Στη συνέχεια, θα έβλεπε το καθρέφτισµα των πραγµατικών αντικειµένων 21 στο νερό (καί µετά τοῦτο ἐν τοῖς ὕδασι τά τε τῶν ἄνθρώπων καί τά τῶν ἄλλων εἴδωλα) κι έπειτα τα ίδια τα αντικείµενα (ὕστερον δέ αὐτά). Αργότερα, θα του ήταν πιο εύκολο να στρέψει το βλέµµα του στο νυχτερινό φως των άστρων και του φεγγαριού (ἐκ δέ τούτων τά ἐν τῷ οὐρανῷ καί αὐτόν τόν οὐρανόν νύκτωρ ἄν ῥᾷον θεάσαιτο, προσβλέπων τό τῶν ἄστρων τε καί σελήνης φῶς) και τέλος θα µπορούσε πλέον να αντικρίσει άµεσα τον ίδιο τον ήλιο (Τελευταῖον δή οἶµαι τόν ἥλιον, οὐκ ἐν ὕδασιν οὐδ'ἐν ἀλλοτρίᾳ ἕδρᾳ φαντάσµατα αὐτοῦ, ἀλλ'αὐτόν καθ'αὑτόν ἐν τῇ αὑτοῦ χώρᾳ δύναιτ'ἄν κατιδεῖν καί θεάσασθαι οἷός ἐστιν). Η θέαση του ήλιου θα αποτελέσει γι’ αυτόν αποκάλυψη, που θα τον κάνει να άρει όλους τους προβληµατισµούς και την ανησυχία του και θα ενεργοποιήσει την καταλυτική δύναµη του νου του. Θα κατανοήσει ότι ο ήλιος είναι το ανώτερο όλων των όντων· είναι αυτό που δίνει ζωή στα πάντα· αποτελεί την αιτία της ουσίας και της ύπαρξής τους (Καί µετά ταῦτ'ἄν ἤδη συλλογίζοιτο περί αὐτοῦ ὅτι οὗτος ὁ τάς τε ὥρας παρέχων καί ἐνιαυτούς καί πάντα ἐπιτροπεύων τά ἐν τῷ ὁρωµένῳ τόπῳ, καί εκείνων ὧν σφεῖς ἑώρων τρόπον τινά πάντων αἴτιος). Θα δει τότε ολόγυµνη την αλήθεια να του αποκαλύπτεται και το νου του ικανό να συλλάβει και να ερµηνεύσει τη συµπαντική πραγµατικότητα. Τότε θα καταλάβει πόσο ρηχή ήταν η εντύπωση που είχε για την πραγµατικότητα, όταν βρισκόταν δεµένος στη σπηλιά και θεωρούσε τις σκιές πραγµατικές υπάρξεις. Αυτή η διαπίστωση θα τον γεµίσει µε χαρά και ευτυχία και θα τον κάνει να καλοτυχίζει τον εαυτό του για το νόηµα που δίνει πλέον στη ζωή του, ενώ τους συνδεσµώτες του θα τους λυπάται για το µέγεθος της άγνοιας και του σκοταδιού, µέσα στα οποία είναι βυθισµένοι (ἀναµιµνησκόµενον αὐτόν τῆς πρώτης οἰκήσεως καί τῆς ἐκεῖ σοφίας καί τῶν τότε συνδεσµωτῶν οὐκ ἄν οἴει αὑτόν µέν εὐδαιµονίζειν τῆς µεταβολῆς, τούς δέ ἐλεεῖν). Αυτός κατέκτησε την πλήρη αλήθεια, ενώ εκείνοι, οι δυστυ- χισµένοι, τη µόνη χαρά που µπορούν να πάρουν είναι ο έπαινος και οι τιµές για την ορθή πρόβλεψη της επόµενης σκιάς που θα περάσει από µπροστά τους. Και τότε θα αποφάσιζε ότι τίποτε δε θα τον έκανε να επιστρέψει στην προηγούµενη κατάσταση και να συνεχίσει την προηγούµενη µίζερη ζωή του. Οποιοδήποτε κόστος θα ήταν ικανός τώρα πια να πληρώσει για να µην επιστρέψει σ’ αυτό που του φάνταζε πλέον αδιανόητο (καί ὁτιοῦν ἄν πεπονθέναι µᾶλλον ἤ κεῖνα τε δοξάζειν καί ἐκείνως ζῆν). Η άνοδος από το εσωτερικό της σπηλιάς στον εξωτερικό κόσµο συµβολίζει την άνοδο της ψυχής προς το νοητό κόσµο, απελευθερωµένη όσο είναι δυνατό περισσότερο από τις σωµατικές δεσµεύσεις (τήν δέ ἄνω ἀνάβασιν καί θέαν τῶν ἄνω τήν εἰς τόν νοητόν τόπον τῆς ψυχῆς ἄνοδον τιθείς). Η άνοδος αυτή συντελείται µέσω της επίδρασης της παιδείας 22 στην ψυχή, που θα την κάνει να ενεργοποιήσει όλα τα γνωστικά αποθέµατα της που µένουν αναξιοποίητα, αναδύοντάς τα στην επιφάνεια της συνείδησης µε την ανάµνηση. Η ψυχή θα ενθυµηθεί όσα γνώρισε στις περιπλανήσεις της στο νοητό κόσµο, όντας καθαρή και απαλλαγµένη από το σώµα, µε το οποίο η σύνδεση την οδήγησε στη λήθη. Ο επίγειος κόσµος, εποµένως, είναι ο νοητός κόσµος, ο κόσµος των Ιδεών, των αιωνίων, αµεταβλήτων µεταφυσικών όντων, των προτύπων των αντιστοί- χων αισθητών όντων, που συνεχώς µεταβάλλονται και χαρακτηρίζονται από «τό εἶναι καί τό µή εἶναι». Τα φυσικά αντικείµενα του αισθητού κόσµου της εικόνας συµβολίζουν τις Ιδέες του Πλάτωνα, τις οποίες µόνο µε το νου µπορούµε να τις συλλάβουµε εν αντιθέσει µε τα αισθητά όντα που συλλαµβάνονται µέσω των αισθήσεων. Κι ενώ στον «Φαίδωνα», όπου διατύπωσε για πρώτη φορά ολοκληρωµένα τη θεωρία των Ιδεών, υπάρχουν µόνο οι Ιδέες, ως µοναδικά πρότυπα των αντιστοίχων κατηγοριών των επιµέρους αισθητών όντων, στην «Πολιτεία» ο Πλάτωνας διευρύνει τη θεωρία του από οντολογική και γνωσιολογική άποψη µε την προσθήκη της Ιδέας του Αγαθού, που αποτελεί την ανώτερη όλων των Ιδεών. Είναι «ἐν τῷ γνωστῷ τελευταία ἡ τοῦ ἀγαθοῦ ἰδέα», η οποία µε µεγάλη δυσκολία είναι ορατή (µόγις ὁρᾶσθαι) λόγω του εκτυφλωτικού φωτός της, που δίνει σε όλα τα όντα το ίδιο τους το «εἶναι» και τη δυνατότητα να γίνουν κατανοητά. Αποκαλύπτει την αλήθεια τους λούζοντάς τα στο φως και δίνοντας στο νου την ικανότητα να τα συλλάβει. Η Ιδέα του Αγαθού αποτελεί το «µέγιστον µάθηµα», το αποκορύφωµα της παιδευτικής διαδι- κασίας που πρέπει να ακολουθήσει κάποιος για να αποκτήσει τα γνω- στικά εφόδια, ώστε επαρκώς να αντιµετωπίσει µε σωφροσύνη οποια- δήποτε κατάσταση της δηµόσιας ή της ιδιωτικής του ζωής (δεῖ ταύτην ἰδεῖν τόν µέλλοντα ἐµφρόνως πράξειν ἤ ἰδίᾳ ἤ δηµασίᾳ). Ο Πλάτωνας οµαλά περνά έτσι από τη µεταφυσική στη γνωσιολογία και από εκεί στην πολιτική, που αποτελεί και τον απώτερο στόχο του. Απαντά άµεσα και κατηγορηµατικά στο ερώτηµα «ποιος θεωρείται κατάλληλος να κυβερνήσει;» ότι καταλληλότερος κυβερνήτης είναι αυτός που έχει ανέβει ολόκληρη την κλίµακα της διαβαθµισµένης πραγµατικότητας κι έχει φτάσει σταδιακά στην ανώτερη δυνατή γνωστική κατάσταση, που είναι η γνώση των Ιδεών και της Ιδέας του Αγαθού. Κι επειδή σ’ αυτή τη µορφή γνώσης µπορεί να φτάσει κάποιος µέσω της φιλοσοφίας, ο πλέον κατάλληλος να ασκήσει την εξουσία είναι ο φιλόσοφος. Εφοδιασµένος µ’ αυτά τα γνωστικά όπλα θα κατορθώσει να εµβαθύνει στις καταστάσεις που πρέπει να αντιµετωπίσει, να αποκαλύψει τις πραγµατικές, αν και συνήθως κρυµµένες, αιτίες τους, να προτείνει τις κατάλληλες λύσεις και να συναρτά τις επιλογές του µε την 23 ηθική του υπόσταση, που θεµελιώνεται στην αγαθότητά του. η εκ νέου κάθοδος στην σπηλιά 516e3 – 517a7 Καί τόδε δή ἐννόησον, ἦν δ'ἐγώ. εἰ πάλιν ὁ τοιοῦτος καταβάς εἰς τόν αὐτόν θᾶκον καθίζοιτο, ἆρ'οὐ σκότους ἀνάπλεως σχοίη τούς ὀφθαλµούς, ἐξαίφνης ἥκων ἐκ τοῦ ἡλίου; Καί µάλα γ', ἔφη. Τάς δέ δή σκιάς ἐκείνας πάλιν εἰ δέοι αὐτόν γνωµατεύοντα διαµιλλᾶσθαι τοῖς ἀεί δεσµώταις ἐκείνοις, ἐν ᾧ ἀµβλυώττει, πρίν καταστῆναι τά ὄµµατα, οὗτος δ' ὁ χρόνος µή πάνυ ὀλίγος εἴη τῆς συνηθείας, ἆρ'οὐ γέλωτ'ἄν παράσχοι, καί λέγοιτο ἄν περί αὐτοῦ ὡς ἀναβάς ἄνω διεφθαρµένος ἥκει τά ὄµµατα, καί ὅτι οὐκ ἄξιον οὐδέ πειρᾶσθαι ἄνω ἰέναι· καί τόν ἐπιχειροῦντα λύειν τε καί ἀνάγειν, εἴ πως ἐν ταῖς χερσί δύναιντο λαβεῖν καί ἀποκτείνειν, ἀποκτυνύναι ἄν; Σφόδρα γ', ἔφη. Ο Πλάτωνας, συνεχίζοντας την εικόνα του Σπηλαίου, ολοκληρώνει τη ιστορία επιστρέφοντας από εκεί που ξεκίνησε, διαγράφοντας έναν πλήρη κύκλο, χωρίς όµως το τέλος του να ταυτίζεται πλέον µε την αρχή. ∆ε