ΕΝΟΤΗΤΑ 1..pdf
Document Details
Uploaded by AdjustableRoentgenium448
Γεώργιος Αραμπατζής
Tags
Summary
This document is a lesson about philosophy and theatre. It contains notes about Aristotle and the theatrical concepts of his time. It includes discussion about what theatre is and analyses of selected works.
Full Transcript
Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών: Φιλοσοφία και Τέχνες Θεματική Ενότητα: Φιλοσοφία και Θέατρο (ΦΙΤ51) Εβδομάδα Μελέτης 1 Διδακτικό Υλικό. Συγγραφή: Γεώργιος Αραμπατζής Κριτική ανάγνωση: Γιώργος Ν. Βλαχάκης, Στασινός Σταυριανέ...
Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών: Φιλοσοφία και Τέχνες Θεματική Ενότητα: Φιλοσοφία και Θέατρο (ΦΙΤ51) Εβδομάδα Μελέτης 1 Διδακτικό Υλικό. Συγγραφή: Γεώργιος Αραμπατζής Κριτική ανάγνωση: Γιώργος Ν. Βλαχάκης, Στασινός Σταυριανέας Ενότητα 1. Αριστοτέλης και Θεατρική Ποιητική 1 Στόχος Στην παρούσα ενότητα παρουσιάζονται οι απαρχές της επιστήμης της θεατρικής δημιουργίας όπως αυτή αναδύεται στο κορυφαίο για την αντίληψη του θεατρικού λόγου έργο του Αριστοτέλη Ποιητική. Το θέατρο για τον Αριστοτέλη διαχωρίζεται από την τελετουργική θεατρικότητα μυστηρίων και θρησκευτικών τελετών και αντιμετωπίζεται ως αυτόνομη θεατρική δημιουργία. Εδώ, προχωρούμε σε μια κριτική προσέγγιση της ερμηνευτικής και αναλυτικής προσπάθειας του Αριστοτέλη με σκοπό να διευκολύνουμε την αντίληψη, αργότερα, του νεωτερικού πνεύματος σε σχέση με το θέατρο. Ο Σταγιρίτης φιλόσοφος εντάσσει, εν πολλοίς, την ποιητική του θεάτρου στη φιλοσοφική κοσμοθεωρία του, εντοπίζοντας τις κύριες κατηγορίες που το διέπουν και το καθιστούν τη μεγαλειώδη αναπαράσταση μιας καίριας αφήγησης. Οι δημιουργοί και στοχαστές του θεατρικού λόγου, κατά τους αιώνες που θα ακολουθήσουν, θα στραφούν στον λόγο του Αριστοτέλη και θα εμπνευστούν από αυτόν. Ωστόσο, η αριστοτελική μεταφυσική του θεάτρου θα τύχει αμφισβήτησης, σε σημεία που δείχνουμε εδώ, παραδειγματικά, με αποσπάσματα από την τραγωδία του Ευριπίδη Βάκχες. Μαθησιακά Αποτελέσματα Μετά την ολοκλήρωση αυτής της ενότητας ο/η φοιτητής/τρια θα είναι σε θέση: - Να κατανοεί το ύφος και το περιεχόμενο της αριστοτελικής προσέγγισης στον θεατρικό λόγο. - Να αναγνωρίζει τα διανοητικά μέσα που έχουν να κάνουν με την καίρια περιγραφή του θεατρικού είδους της τραγωδίας από τον Αριστοτέλη. - Να κατανοεί τις βασικές κατευθύνσεις της αριστοτελικής ερμηνευτικής του θεατρικού λόγου. - Να αναγνωρίζει τις κύριες διαστάσεις του θεατρικού λόγου ώστε να ολοκληρώνεται η θεατρική δημιουργία, ιδίως δε την έννοια της "αναπαράστασης μιας ιστορίας ή αφήγησης". - Να εντοπίζει τα σημεία στα οποία θα μπορούσε να αναδειχθεί μια κριτική προσέγγιση των θέσεων του Αριστοτέλη. - Να κατανοεί με ποιο τρόπο, μαζί με την υπόθεση ενός έργου, αναπτύσσεται μια αντίληψη για τη διαδικασία της θεατρικής αναπαράστασης και πως αυτή διακρίνεται στο θεωρητικό επίπεδο. 2 Έννοιες Κλειδιά Οντολογία, Μεταφυσική, Ποιητική, θεωρησιακή (speculative) φιλοσοφία, ουσιοκρατία, νοησιαρχία, αναπαράσταση της αφήγησης, μύθος, πράξη, ποίηση, Πλατωνική διαλεκτική, εξορία των ποιητών, Σοφιστική, Πλατωνικός Ρεαλισμός, Ιδέες, κατηγορίες ανάλυσης. Σχέδιο Μελέτης - Μελετήστε το κείμενο που ακολουθεί, δίνοντας έμφαση στα βασικά χαρακτηριστικά του θεάτρου και στην ανάδειξη μιας αυτόνομης θεατρικής ποιητικής. - Μελετήστε, ανάλογα με την εμβάθυνση που επιθυμείτε να επιτύχετε, τη βιβλιογραφία που βρίσκεται στο τέλος της Ενότητας. - Απαντήστε στις ερωτήσεις της Αυτοαξιολόγησης που προτείνονται, ελέγξτε την ορθότητα/καταλληλότητα των απαντήσεών σας και ολοκληρώστε τις προτεινόμενες δραστηριότητες. Θέση της Ποιητικής Ο Αριστοτέλης με την Ποιητική του καθόρισε την πρόσληψη και την εξέλιξη του θεατρικού γεγονότος για τις χιλιετίες που ακολούθησαν. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι το θέατρο και, γενικά, οι αναπαραστάσεις αφηγήσεων αποτέλεσαν προϊόν του τρόπου με τον οποίο η αριστοτελική ανάλυση δόμησε τη σύλληψη και ανάπτυξη αυτού του είδους θεάματος. Ωστόσο, εδώ, θα προχωρήσουμε σε μια εν μέρει κριτική του αριστοτελικού περί θεάτρου λόγου, όχι για να αμφισβητήσουμε την κεντρικότητα της θέσης που κατέχει ο Σταγιρίτης στοχαστής στην ιστορία του θεάτρου αλλά για να δούμε με πιο ευκρινή τρόπο τις βασικές συνισταμένες της σκέψης του. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι ο θεατρικός νεωτερισμός έθεσε σε διερώτηση αυτό που ο ίδιος αντιλήφθηκε ως κέντρο της αριστοτελικής ερμηνείας, την ιδέα δηλαδή ότι ένα θεατρικό έργο είναι η αναπαράσταση μιας ιστορίας. Οι κριτικοί περί των αριστοτελικών θέσεων επισημαίνουν ότι η προσέγγιση του Σταγιρίτη στοχαστή προσδιορίζει το θεατρικό έργο ως αφήγηση (μύθος), κείμενο προς ερμηνεία, σκηνο- θεσία, δηλαδή "ανέβασμα" της ιστορίας και της ερμηνείας μας του κειμένου με ηθοποιούς και σκηνικά. Έτσι, τα κύρια χαρακτηριστικά ενός θεατρικού έργου αναδεικνύονται ως η πρωτοτυπία της ιστορίας (του μύθου), η δραματικότητα των καταστάσεων που αναπαριστώνται και το ψυχολογικό βάθος. Η προσέγγιση αυτή, υποστηρίζει η κριτική, στερεί από τον δημιουργό και τον θεατή την κατανόηση της οντολογίας του θεάτρου, δηλαδή την αναζήτηση απαντήσεων στο πρωταρχικό 3 ερώτημα: τι είναι το θέατρο; Με όρους φιλοσοφικής, οντολογικής ριζοσπαστικότητας, το ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι: γιατί υπάρχει το θέατρο και όχι τίποτε στη θέση του; Γιατί το ανθρώπινο είδος χρειάσθηκε να δημιουργήσει το θέατρο και γιατί το χρειάζεται διαρκώς στην καθημερινή ζωή του; Οι κριτικοί της αριστοτελικής θεώρησης επιθυμούν να διαχωρίσουν τη θεατρική πράξη από τις λογικές κατηγορήσεις του θεατρικού είδους και να την επαναφέρουν στις πηγές της ζωής από τις οποίες αυτή προέβαλε για πρώτη φορά. Στη συνέχεια των μαθημάτων μας θα δούμε με μεγαλύτερη ακρίβεια το περιεχόμενο αυτής της διάστασης στον τρόπο κατανόησης του θεατρικώς ποιείν και πράττειν. Η διαφορά ανάμεσα στα δυο τελευταία πεδία της πρακτικής θεώρησης είναι ότι ο Αριστοτέλης πίστευε πως ορισμένες δραστηριότητες ήταν καλές αυτές καθαυτές και είναι εκείνες που ανήκουν στο πεδίο της "πράξης". Από την άλλη, δραστηριότητες που αποτελούν μέσο για έναν σκοπό ή στόχο εντάσσονται στο πεδίο της "ποιήσεως". Η νεωτερική θεώρηση του θεάτρου θα αμφισβητήσει την εν λόγω διάκριση, αναδεικνύοντας τον χαρακτήρα της θεατρικής πρακτικής ως πράξη. Πλάτων και ιστορική καινοτομία της αριστοτελικής προσέγγισης Ο Αριστοτέλης στρέφεται στην επιστημονική μελέτη του θεάτρου. Με αυτή την παρατήρηση εννοούμε ότι ο Σταγιρίτης ενέταξε τη μελέτη του θεατρικού γεγονότος σε αυτό που θα ονομάζαμε ανθρωπιστικές επιστήμες, πνευματικές επιστήμες ή επιστήμες του ανθρώπου (χωρίς να παραβλέπουμε τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των τριών αυτών επιστημονικών πεδίων). Ο Αριστοτέλης υπήρξε ο πατέρας των αυτόνομων επιστημών, όπως δείχνει το ενδιαφέρον του και οι προσπάθειές του να καθιερώσει ειδικές επιστήμες όπως η ζωολογία, η βιολογία, η πολιτική επιστήμη, κ.ά. Σε αυτό διαφέρει από τον Πλάτωνα που πρότασσε μια υπέρ-επιστήμη, τη διαλεκτική, η οποία ρύθμιζε όλο τον χώρο του επιστητού. Με την Ποιητική του, ο Αριστοτέλης εντάσσει το θέατρο στην προσπάθεια ανάπτυξης διαφορετικών, αυτόνομων επιστημών ανά διακριτό κάθε φορά επιστημονικό αντικείμενο. Ως προς αυτό, ο Αριστοτέλης διαχωρίζεται, όπως είπαμε, από τον Πλάτωνα. Όχι όμως μόνο ως προς την επιστημονική αυτονομία αλλά και ως προς την εκτίμηση και αξιολόγηση της θεατρικής ποίησης. Όπως γνωρίζουμε ο Πλάτων είχε καταφερθεί ενάντια στην ποίηση στο έργο του Πολιτεία. Οι λόγοι της κριτικής του των μιμητικών, αναπαραστατικών τεχνών που κατονόμαζε με τον όρο "ποίηση" (ανάμεσά τους και το θέατρο) δεν είχαν να κάνουν με την αξιολόγηση του περιεχομένου των έργων της εποχής τους. Οι αντιρρήσεις του ήταν καθεαυτό μεταφυσικές. Για τον Πλάτωνα, οι μόνες πραγματικές οντότητες ήταν οι Ιδέες που ενυπήρχαν σε έναν ξεχωριστό κόσμο, τον κόσμο των Ιδεών. Οι Ιδέες δεν ήταν απλώς νοητικές κατασκευές αλλά απολύτως πραγματικές οντότητες (εξ ου και ο Πλάτων είναι ρεαλιστής - αφού θέτει ως αδιαμφισβήτητη την πραγματικότητα συγκεκριμένων οντοτήτων και, άρα, όχι 4 ιδεαλιστής - ένας ιδεαλιστής θα έθετε τις ιδέες μόνον εντός του νου). Αν οι ιδέες είναι οι μόνες πραγματικές οντότητες, τότε όλα τα πράγματα και όντα του αισθητού κόσμου γίνονται κατ' αντιγραφή των πρότυπων ιδεών τους και συνιστούν μεθεκτές πραγματικότητες - έχουν την πραγματικότητα ενός όντος αλλά μόνο με σχετικό τρόπο. Ένα τραπέζι, για παράδειγμα, είναι, χονδρικά, τέτοιο αντιγράφοντας την πραγματικότητα της Ιδέας του τραπεζιού. Είναι, ωστόσο, ένα τέτοιο τραπέζι μόνο για ένα δεδομένο χρόνο. Εύκολα καταστρέφεται και γίνεται άμορφη ύλη (ξύλο, για παράδειγμα, αν είναι ξύλινο τραπέζι). Είναι προφανές ότι ο αισθητός κόσμος είναι ένας δευτερογενής κόσμος ως προς την πρωταρχική πραγματικότητα του κόσμου των Ιδεών. Κατά συνεπαγωγή, ο κόσμος της μιμητικής αναπαράστασης, ο κόσμος της ποίησης, που αντιγράφει τον αισθητό κόσμο δια της περιγραφής των πραγμάτων και των όντων, βρίσκεται όσο πιο μακριά γίνεται από τον κόσμο των ιδεών και την αλήθεια. Γι' αυτό ο κόσμος της ποίησης οφείλει να εξορισθεί από μια ιδανικά λειτουργική πολιτεία, όχι επειδή τα ποιητικά έργα μπορούν κατά περίσταση να έχουν κακό ηθικό αντίκτυπο στους πολίτες, αλλά επειδή ο κόσμος της ποίησης, ως αντίγραφο του αντιγράφου, στέκεται όσο πιο μακριά από τον κόσμο της αλήθειας μπορεί να τοποθετηθεί κάποιο ον. Αυτή η μεταφυσική ανεπάρκεια της ποίησης καταδικάζει τους ποιητές στην ποινή της εξορίας (επειδή κατασκευάζουν αντίγραφα της πραγματικότητας απόμακρα προς την αλήθεια των Ιδεών) όχι λόγω κάποιας αόριστης ηθικολογίας που στρέφεται ενάντια στο ήθος των καλλιτεχνών. Ωστόσο, αργότερα, ο Πλάτων θα απομακρυνθεί από την αυστηρότητα της θέσης περί ποίησης που αναπτύσσει στην Πολιτεία. Έτσι, στο έργο του Φαίδρος αναγνωρίζει ένα μεγαλείο της ποίησης. Είναι το μεγαλείο που έχει να κάνει με τον ενθουσιασμό ο οποίος συνιστά την κινητήρια δύναμη πίσω από την κάθε μεγάλη πράξη. Η ποίηση, λοιπόν, συνδέεται με μια ειδική μανία που ο Πλάτων δεν διστάζει να αποκαλέσει θεία μανία. Χωρίς αυτήν τίποτε το μεγάλο δεν συντελείται. Η πλατωνική αντίληψη για τον λόγο αντιπαρατίθεται με μένος στη σχετική αντίληψη των σοφιστών. Εκεί που ο Πλάτων αναζητεί τις σταθερές πραγματικότητες πίσω από τον φαινομενικό κόσμο της αισθητής πραγματικότητας, οι Σοφιστές, συνήθως ξένοι φιλόσοφοι που δραστηριοποιούνταν στην Αθήνα (ανάμεσά τους, οι Σοφιστές Πρωταγόρας και Γοργίας κατέχουν ξεχωριστή θέση), στηρίζονταν στην ίδια αυτή φαινομενικότητα για να καταδείξουν ότι ο λόγος (όρος που στην Αρχαία Ελλάδα σήμαινε τη γλώσσα, την έκφραση, τη λογική, τον ορθό λόγο, τον εκφωνημένο λόγο κ.ά.) χαρακτηριζόταν από μια αδιαμφισβήτητη σχετικότητα. Οι Σοφιστές καταγίνονται να δείξουν με ποιο τρόπο λειτουργεί ο λόγος σε μια δημοκρατία σαν την Αθηναϊκή. Σκοπός του λόγου είναι να πείθει, να γίνεται ισχυρός, σε αντίθεση προς ένα λόγο που χάνει την υπόληψή του και καθίσταται ανίσχυρος. Αντί για μια επιστήμη του αληθούς που αποκαλύπτεται μέσω του λόγου, την οποία επιδιώκει ο 5 Πλάτων, οι Σοφιστές επιμένουν στο λόγο ως διακύβευμα μιας σύγκρουσης κατά την οποία η αλήθεια δεν μπορεί να ενέχει κανένα εγγυημένο ή εγγυητικό λόγο. Η σχετικότητα της αλήθειας κάνει ώστε ο λόγος να τίθεται κάθε στιγμή ως επίδικο αντιπαραθέσεων που έχουν κάθε φορά νικητή και ηττημένο. Ο λόγος στους Σοφιστές αποδεικνύεται εργαλειακός και η εργαλειακότητά του βασίζεται στη μεταφυσική πεποίθησή τους ότι η αλήθεια είναι απροσπέλαστη και ότι ο λόγος είναι όργανο επίτευξης συγκεκριμένων κάθε φορά επιδιώξεων. Η σοφιστική θέση είναι απολύτως απορριπτέα για τον Πλάτωνα που επιζητεί, όπως είπαμε, τις σταθερές πραγματικότητες που μπορούν να λειτουργήσουν ως εχέγγυα της αναζήτησης της αλήθειας με εγγυημένο και εγγυητικό τρόπο. Αυτές οι πραγματικότητες είναι οι Ιδέες. Ο Αριστοτέλης θα αμφισβητήσει ριζικά την πραγματικότητα των Ιδεών δείχνοντας ότι οι σχέσεις των Ιδεών με τα αισθητά επισύρει την ύπαρξη άπειρων ενδιάμεσων διαμεσολαβήσεων έτσι ώστε να χάνεται η ενότητα του κόσμου η οποία, όμως, είναι αυτή που επιδιώκεται μέσα από το εν λόγω ερμηνευτικό σχήμα. Στην ξεχωριστή, υπέρτατη Ιδέα, ο Αριστοτέλης θα αντιπαραθέσει την ουσία, που είναι εσωτερική στα πράγματα και τα όντα και που παραδειγματίζεται σε αυτά όταν βρίσκονται στην πιο ώριμη και πλήρη περίοδο της ύπαρξής τους. Ο Αριστοτέλης επιδίδεται σε μια γενική οντολογία που επιχειρεί την περιγραφή των όντων καθεαυτών ή κάποιων παραδειγματικών όντων που θα χρησιμεύουν ως πρότυπα μιας συνολικής ερμηνείας του κόσμου (η δεύτερη, αυτή έρευνα είναι γνωστή ως πρώτη φιλοσοφία ή θεολογία). Τοποθετείται, άραγε, ο Αριστοτέλης, λόγω της διένεξής του με τον Πλάτωνα, ως προς το ζήτημα των Ιδεών, πιο κοντά στους Σοφιστές; Από μια άποψη, ναι. Ο Αριστοτέλης δεν αρνείται την διακριτή εργαλειακότητα του λόγου στη ρητορική. Η διαλεκτική στον Σταγιρίτη ταυτίζεται με τη γενική παιδεία και έτσι συναντά τη σοφιστική κριτική της διαλεκτικής ως υπέρ-επιστήμης. Οι αυτόνομες επιστήμες είναι πάντοτε εξειδικευτικές, και ως προς αυτό πλέον εργαλειακές. Ο άνθρωπος, και ως επιστήμονας, εξακολουθεί να είναι άνθρωπος μεταξύ ανθρώπων και επιζητεί τη συγκατάθεση των άλλων (επιχειρεί δηλαδή να τους πείσει). Εξ άλλου, η ανθρωπινότητα του επιστήμονα καταδεικνύει ότι τα ύστατα ερωτήματα μιας επιστήμης εμπίπτουν σε μια γενική παιδεία όπως αυτή που υποστήριζαν οι Σοφιστές (ο άνθρωπος είναι μέτρο όλων των πραγμάτων, έλεγε ο Πρωταγόρας) και την οποία αντιστρατευόταν ο Πλάτων. Η αυτονομία των επιστημών στον Αριστοτέλη δείχνει ότι αυτός δεν τις θεωρούσε ως απόλυτες αξίες, όπως ο Πλάτων τη διαλεκτική, αλλά ως αντικείμενα μιας πραγμάτευσης που πρέπει να αποδεικνύει κάθε φορά την εγκυρότητά της. Μέσα από αυτή την προοπτική, ο Αριστοτέλης στράφηκε στην επιστημονική έρευνα της τραγωδίας και στη διαμόρφωση του επιστημονικού πεδίου της Ποιητικής. 6 Τελετουργική θεατρικότητα και τραγικό θέατρο Οφείλουμε να κάνουμε την αρκτική διάκριση μεταξύ της θεατρικότητας που χαρακτηρίζει σε ένα βαθμό όλες τις οργανωμένες κουλτούρες και του θεάτρου που έχει διαχωριστεί από την τελετουργική δραματικότητα. Τον διαχωρισμό αυτό τον πέτυχε το αρχαίο ελληνικό θέατρο και ο Αριστοτέλης έθεσε στον εαυτό του τον στόχο να αναλύσει με ακρίβεια και ευκρίνεια το περιεχόμενο της εν λόγω διάκρισης. Η τέχνη των αρχαίων ραψωδών προανάγγειλε ήδη την ιδέα της αναπαράστασης των έργων και των περιπετειών σπουδαίων ανδρών (των ηρώων). Ωστόσο, πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου ότι από την απαγγελία επικών έργων έως τη σκηνική αναπαράσταση μεσολαβεί ένα τεράστιο, σημαντικό, ποιοτικό άλμα. Τη μετάβαση αυτή εννόησε πλήρως ο Αριστοτέλης ο οποίος με συνέπεια εστίασε στη θεατρική δραματικότητα ως μια αυτόνομη αισθητική παραγωγή. Ακολουθώντας την ανάλυσή του δεν θα ασχοληθούμε με τη διονυσιακή λεγόμενη περίοδο της θεατρικότητας. Είναι ο Νίτσε που, εκπροσωπώντας τις νεωτερικές αντιλήψεις, εστίασε στη διάκριση διονυσιακού και απολλώνιου πνεύματος και, κατά συνέπεια, στη διάκριση αρχαϊκού και κλασικού ύφους, επιχειρώντας την κριτική της αριστοτελικής νοησιαρχίας (intellectualismus), και τη διάκριση θεατρικώς αυθεντικού και αναυθεντικού, που στη νιτσεϊκή γλώσσα μεταφράζεται ως αντίθεση μεταξύ θεατρικής σκληρότητας και θεατρικής καλολογίας. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η εμφάνιση της θεατρικής τέχνης του Θέσπιδος ενόχλησε τον Αθηναίο Σόλωνα. Στο πρόσωπο του Θέσπιδος βλέπουμε το πέρασμα για το οποίο μιλήσαμε, από την απαγγελία στον σκηνικό ρόλο. Στη συνέχεια και από τον Αισχύλο στον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, βλέπουμε την πρόοδο μιας θεατρικής οπτικής που πηγαίνει από την αναπαράσταση των ιστορικών περιπετειών στην επερώτηση για την ίδια την αναπαράσταση, ενώ το θέατρο καθεαυτό αποβαίνει ένας μηχανισμός που σχολιάζει τα τρομερά πεπρωμένα των θνητών. Η κωμωδία που αναπτύσσεται, παράλληλα, θεσμοποιείται με τους διαγωνισμούς κωμικών παραστάσεων, ταυτόχρονα με εκείνους των δραματικών παραστάσεων. Ο Αριστοτέλης είχε συγγράψει ένα τμήμα της Ποιητικής του που εστίαζε ακριβώς στην κωμωδία αλλά αυτό το μέρος της συγγραφικής παραγωγής του και της φιλοσοφίας του είναι χαμένο. Η τραγωδία Το απόγειο του αθηναϊκού θεάτρου και μια ιστορικά ανυπέρβλητη στιγμή της θεατρικής πράξης είναι, οπωσδήποτε, η αρχαία τραγωδία και οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές που την αντιπροσωπεύουν, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. Η τέχνη, εξ άλλου, μοιάζει να ανατρέπει το γραμμικό μοντέλο του χρόνου της 7 προόδου: στην τέχνη, οι αρχικές στιγμές είναι συχνά οι πιο μεγαλειώδεις και ιστορικά σημαντικές και αυτό συμβαίνει, και εδώ, στην περίπτωση της αθηναϊκής τραγωδίας. Οπωσδήποτε, δεν μπορούμε να αρνηθούμε, στο σημείο αυτό, έναν περίεργο συμβολισμό που εκπροσωπεί μια αρχετυπική κατάσταση του πνεύματος. Έτσι, ο αριθμός τρία δεν είναι ένας τυχαίος αριθμός αλλά συμβολίζει την επιτυχή ολοκλήρωση ενός κύκλου δημιουργίας που κλείνει με τον πλέον υψηλό τόνο. Με τον Αισχύλο, ο ηρωικός λόγος εισέρχεται στο θέατρο και συναντά τους μεγάλους κοσμογονικούς μύθους που απολήγουν στη δημιουργία του μορφώματος της πόλης των Αθηνών και του Νόμου που τη διέπει και διασφαλίζει το μεγαλείο της. Η αναπαράσταση εδώ είναι μεγαλειώδης, εμπνέεται από τα πιο υψηλά παραδείγματα και τις σκοτεινές δυνάμεις που μεριμνούν για την τάξη του κόσμου (ο ίδιος ο όρος "κόσμος" υπονοεί την έννοια της τάξης). Τα διδάγματα της αισχύλειας τέχνης είναι λακωνικά αλλά αξεπέραστα. Ο Σοφοκλής κινείται στον κύκλο των φίλων του Περικλή. Χάρη στον συγγραφέα αυτόν, η αθηναϊκή τραγωδία επιτυγχάνει την παγίωση μιας κλασικής μορφής τέχνης. Ο τραγικός μύθος αναπτύσσεται πέρα από τον παραδειγματικό τόνο του Αισχύλου προς την κατασκευή μιας τέλειας θεατρικής αφήγησης. Το έργο του είναι το υλικό εκείνο στο οποίο προσιδιάζει η αριστοτελική ανάλυση της τραγωδίας. Η ελευθερία, εδώ, αντιμάχεται την μοίρα και οι επιλογές των προσώπων καταλήγουν να υποτάσσονται στην τελευταία. Η ανάπτυξη των χαρακτήρων σημαίνει τη διαμόρφωση μιας πλέον ολοκληρωμένης θεατρικής δημιουργίας. Το χτύπημα της μοίρας οδηγεί στην αυστηρότητα και την επίτευξη μιας γαλήνιας στοχαστικότητας γύρω από τα ανθρώπινα. Η σύγκρουση που περιγράφεται, ωστόσο, δεν είναι μια απολογία της μοιρολατρίας αλλά μια ύψιστη, κλασική διαλεκτική για την τραγικότητα των ανθρώπινων υποθέσεων. Το έργο του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος υπήρξε θεμέλιος λίθος της επιστήμης της ψυχανάλυσης, καταδεικνύοντας την ιστορική σημασία της σοφόκλειας οπτικής. Ο Ευριπίδης είναι πιο κοντινός στους Σοφιστές προς τους οποίους είχε αντιταχθεί ο Πλάτων με σφοδρότητα. Η ευριπίδεια κριτική οξύτητα επανεξετάζει τους αισχύλειους μύθους της θεμελίωσης της πόλης των Αθηνών. Τα παλαιά ιδανικά δεν επαρκούν για το αναλυτικό και ανικανοποίητο πνεύμα του Ευριπίδη. Ο σοφόκλειος κλασικισμός του τραγικού λόγου υποχωρεί στα έργα του. Η περιέργεια και ο σκεπτικισμός ως προς την αλήθεια των όσων λέγονται υπερισχύουν. Ο τρίτος και τελευταίος αυτός μεγάλος του αθηναϊκού τραγικού ποιητικού λόγου δεν διστάζει να στρέψει το ενδιαφέρον του στις γυναικείες μορφές οι οποίες αντιπροσωπεύουν καλύτερα, ενσαρκώνουν θα έλεγε κανείς, τις αντινομίες των επίσημων λόγων που θεμελιώνουν τον πολιτικό οργανισμό της ελληνικής πόλης-κράτους. Το θέατρο του Ευριπίδη, με αυτό τον τρόπο, παρουσιάζεται εγγύτερο προς την νεωτερική ευαισθησία και την αστική, μοντέρνα περίοδο του θεάτρου. 8 Βασικές συνισταμένες της θεατρικής ποιητικής του Αριστοτέλη Ο Αριστοτέλης είναι ο βασικός εισηγητής μιας κατεύθυνσης θεωρησιακής φιλοσοφίας (speculative philosophy) που ονομάζεται "ουσιοκρατία" (essentialismus). Ως τέτοια, η κατεύθυνση αυτή αναγνωρίζει τα διάφορα όντα ως παραδειγματισμούς της "ουσίας" τους, όρο και έννοια που επίσης εισήγαγε κεντρικά ο Αριστοτέλης. Έτσι και η τραγωδία, κάθε ιδιαίτερο έργο ξεχωριστά, σε λιγότερο ή περισσότερο πετυχημένο βαθμό, αποτελεί ένα παραδειγματισμό της τραγικής ουσίας. Ένα έργο είναι περισσότερο επιτυχημένο στο βαθμό που αντιπροσωπεύει με μεγαλύτερη πληρότητα την τραγική ουσία, αυτός είναι ο πυρήνας της αριστοτελικής αναλυτικής προοπτικής. Η σύνδεση αυτή μεταξύ του κάθε εξατομικευμένου έργου και μιας τραγικής ουσίας που περιγράφεται στην Ποιητική είναι, από κάποιες απόψεις, προβληματική. Οι κατηγορίες ανάλυσης της τραγωδίας που παραδίδονται από τον Αριστοτέλη θεωρούνται καθολικές. Ένα δεύτερο ερώτημα, λοιπόν, θα αφορά στο κατά πόσο ένα καλλιτεχνικό έργο ή μια αισθητική παραγωγή μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο κάποιων θεωρησιακών κατηγοριών καθολικής ισχύος. Οι κατηγορίες αυτές θα λέγαμε ότι απέχουν από το να συμβάλλουν στην πλήρη κατανόηση της τραγικής ποιητικής τέχνης αλλά, αντίθετα, δημιουργούν νέες απορίες. Ο ίδιος ο ορισμός της τραγωδίας από τον Σταγιρίτη φιλόσοφο είναι εν πολλοίς απόκρυφος: «ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι᾽ ἀπαγγελίας, δι᾽ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν.» (1449b-1450b) Κάθε όρος στον ανωτέρω ορισμό δημιουργεί προβλήματα κατανόησης, εκκινώντας από την "μίμηση" και καταλήγοντας στην περίφημη "κάθαρση" για την οποία έχουν χυθεί μεγάλες ποσότητες μελάνης προκειμένου να δοθούν διαφορετικές ερμηνείες, από διάφορους ειδικούς και μέσα από πολλαπλές ερμηνευτικές οπτικές. Για παράδειγμα, η κάθαρση είναι ένα ψυχολογικό γεγονός του θεατή ή ένα τμήμα μόνο της δραματικής τεχνικής; Αφορά στο άτομο που παρακολουθεί το έργο ή είναι ένας τρόπος συλλογικής επικοινωνίας με το δραματικό γεγονός; Είναι εξαιρετικά δύσκολο να δοθούν μονοσήμαντες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, και σε μεγάλο βαθμό, αυτά φαίνεται να παραπέμπουν στην ίδια τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη και το περιεχόμενο της μάλλον παρά στο καθεαυτό τραγικό θεατρικό γεγονός. Ακόμη και αν κατορθώναμε να αποφύγουμε τα αμφιλεγόμενα σημεία των κατηγοριών ανάλυσης του Αριστοτέλη, η Ποιητική ως αντίληψη της θεατρικής πρακτικής υποδεικνύει παραδειγματικά μια πολύ συγκεκριμένη πρακτική ως προς 9 την κατασκευή και πρόσληψη των θεατρικών έργων. Η οπτική γωνία του Αριστοτέλη υπήρξε αποφασιστική για τα ανωτέρω, στη διάρκεια όλων των αιώνων που ακολούθησαν. Όπως είπαμε, η αριστοτελική αντίληψη που διατηρήθηκε ιστορικά είναι αυτή περί ενός θεάτρου ως θεατρική "αναπαράσταση μιας ιστορίας". Η αφήγηση, εδώ, κατέχει την κεντρική και καίρια θέση που καταλαμβάνει η ουσία στην αριστοτελική μεταφυσική. Ο περίφημος αριστοτελικός νόμος των τριών ενοτήτων (ενότητα της δράσης, του χρόνου και του χώρου) συμβάλλει στην εν λόγω κεντρικότητα της αφήγησης στο εσωτερικό του θεατρικού λόγου. Ένα παράδειγμα: οι Βάκχες του Ευριπίδη Το περίφημο έργο του Ευριπίδη Βάκχες αναδεικνύει μια σύγκρουση που δεν λύνεται διαλεκτικά αλλά καταδεικνύει την πρωταρχή και κυριαρχία της γνώμης, τον σχετικισμό της ηθικής, την εργαλειακότητα του λόγου. Ο Διόνυσος εμφανίζεται στην αρχή του έργου εκφράζοντας ξεκάθαρα μια διάθεση κατάληψης της πόλης. ΔΙΟΝΥΣΟΣ Έφθασα εδώ στη γη των Θηβαίων. Είμαι ο Διόνυσος, ο γιός του Δία. Με γέννησε η κόρη του Κάδμου η Σεμέλη, σαν την ξεγέννησε η λάμψη της αστραπής. μορφή θνητού πήρα και άλλαξα τη θεϊκή μορφή μου πλησιάζω στα νάματα της Δίρκης και τα νερά του Ισμηνού. Στα ανάκτορα, το μνήμα της μητέρας μου, της αστραποχτυπημένης, βλέπω δίπλα μου Τα ερείπια του οίκου της καπνίζουν ακόμη Από τις ζωντανές φλόγες του Δία αθάνατη ύβρις της Ήρας στη μητέρα μου. ………………………………………. 10 Η πόλη αυτή πρέπει να μάθει, κάποτε, και αν δεν θέλει, Τι σημαίνει αμύητη στις τελετές μου να είναι · και πρέπει τη μητέρα μου Σεμέλη να υπερασπιστώ, να δείξω στους θνητούς ότι θεός είμαι που αυτή με γέννησε με τον Δία. ……………………………………………………………… Σε αυτόν και σε όλους τους Θηβαίους θα δείξω ότι είμαι θεός. Και όταν τακτοποιήσω εδώ τα πράγματα, Σε άλλη γη θα με οδηγήσουν τα βήματά μου, Αναδεικνύοντάς με αυτόν που είμαι. Αν η πόλη των Θηβαίων θελήσει με οργή να διώξει με τα όπλα τις βάκχες από το βουνό, θα ηγηθώ του στρατού των μαινάδων σε σύγκρουση. Γι᾽ αυτό την όψη θνητού έλαβα και σε άνδρα μεταμορφώθηκα. Ο Τειρεσίας, με τη σειρά του, εκφράζει την παραδοσιακή αντίληψη περί της πρωτοκαθεδρίας της θεο-λογίας ως προς την ανθρώπινη νόηση και την (πολιτική) αντίσταση του βασιλιά Πενθέα. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Στους θεούς δεν περνάνε εξυπνάδες. Αυτά που μας δίδαξαν οι πατέρες μας και τα ακολουθούμε, Είναι τόσο παλαιά όσο ο χρόνος, και καμιά ρητορική δεν θα τα ακυρώσει, ακόμη και αν στη σοφία της πηγάζει από περίτρανη ευφυΐα. 11 ΠΕΝΘΕΑΣ Συνέβη να απουσιάζω από τη χώρα, Αλλά για τα νέα δεινά στην πόλη έμαθα. Οι γυναίκες μας αφήσαν, λένε, τα σπίτια για χάρη υποτιθέμενων βακχειών και πήραν τα βουνά με τις παχιές σκιές, τιμώντας με χορούς τον καινοφανή θεό Διόνυσο όποιος και αν είναι τούτος. …………………………………… Ακόμη λένε ότι ήρθε ένας κάποιος ξένος, ένας εξορκιστής από τη Λυδία, ένας περιπλανώμενος· τα ξανθά μαλλιά του απλώνονται σε μυρωμένους βοστρύχους, η ματιά του καίει από αφροδίσιο πόθο· μέρα-νύχτα μαζί με νέες γυναίκες, τους υπόσχεται βακχικές εκστάσεις. ………………………………… Λέει πως ο Διόνυσος είναι θεός. Ακολουθεί η φυσική αντιπαράθεση του Τειρεσία με τον Πενθέα, καθ' όσον οι δύο τους υιοθετούν εντελώς διαφορετικές οπτικές σχετικά με τον ερχομό του Διόνυσου στην πόλη και την επιρροή που αυτός ασκεί επάνω στις γυναίκες. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Αν από ένα γνωστικό άνδρα ζητήσουν να μιλήσει για εύλογο ζήτημα, δεν είναι δα και κατόρθωμα ωραία να εκφραστεί. 12 Εσύ έχεις καλή έκφραση και λογική θωριά, αλλά τα λόγια σου λογικά δεν είναι. Ο άνδρας που βρίσκει δύναμη στο θράσος και ξέρει να εκφράζεται, γίνεται κακός πολίτης, γιατί δεν έχει λογικό. Ο νέος θεός, που εσύ τον κατηγορείς, να σου εξηγήσω δεν μπορώ πόσο μεγάλος θα γίνει στην Ελλάδα. …………………………….. Είναι θεός, είναι και μάντης. Τα σχετικά με βακχεία και μανία είναι πρώτα-πρώτα μαντικές ενδείξεις. …………………………. Πενθέα, άκουσέ με, μη γίνεσαι αλαζόνας και πιστέψεις πως η ισχύς είναι αυτή που τους ανθρώπους εξουσιάζει. Αν κάποια γνώμη σχηματίσεις και αυτή είναι λανθαμσένη μη νομίσεις πως η γνώμη είναι γνώση. Στη χώρα κάνε αποδεκτό τον θεό, πρόσφερέ του σπονδές, βάκχευε και στεφάνωσε την κεφαλή σου. Τη ερωτική φρόνηση δεν θα την επιβάλει στις γυναίκες ο Διόνυσος. Αυτή έχει να κάνει με τη φύση τους. Αναλογίσου! Η φρόνιμη γυναίκα και όταν βακχεύει δεν εκπέπτει. ……………………………… Εγώ αποκρούω τη λογική σου και θεομάχος δεν γίνομαι. 13 Ο Πενθέας εμμένοντας στις απόψεις και στην στρατηγική του, ξεγελιέται στο επίπεδο της τακτικής από τον πολυμήχανο Διόνυσο. ΠΕΝΘΕΑΣ Εσείς ψάξτε προσεκτικά την πόλη. Βρείτε τον θηλυπρεπή ξένο, που στις γυναίκες μας φέρνει άγνωστη ασθένεια και τα κρεβάτια μας μαγαρίζει. Αν τον συλλάβετε, φέρτε τον δεμένο εδώ μπροστά, να λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου. Πικρή θα είναι βακχεία που θα δοκιμάσει στη Θήβα. ΔΙΟΝΥΣΟΣ Ντύσε τότε γύρω-γύρω το σώμα σου με πέπλα από λινάρι. ΠΕΝΘΕΑΣ Τι είναι πάλι αυτό; Δεν είμαι πια άνδρας και εντάσσομαι στις γυναίκες; ΔΙΟΝΥΣΟΣ Αλλιώτικα, αν παρουσιασθείς σας άνδρας, θα σε σκοτώσουν,. ΠΕΝΘΕΑΣ Δίκιο έχεις. Σοφός είσαι πάντα. ΔΙΟΝΥΣΟΣ Τη σοφία μου, μου την έμαθε ο Διόνυσος. Ο Διόνυσος μοιάζει να εκμεταλλεύεται προς όφελός του την τάση της εξουσίας να μεταμορφώνεται και να καταλαμβάνει κάθε γωνιά της καθημερινής ζωής. ΔΙΟΝΥΣΟΣ Γυναίκες, αυτός πιάνεται στα δίχτυα. 14 Πάει στις βάκχες και θα πληρώσει με θάνατο. δικό σου έργο τώρα, Διόνυσε. Αφού δεν είσαι και μακριά. Να τον τιμωρήσουμε. Πρώτα σάλεψε τα λογικά του· δώσε του ελαφριά μανία που σε βγάζει από τον ορθό νου. Γιατί αν στέκει στα λογικά του, δεν θα δεχτεί ποτέ να φορέσει τα ενδύματα γυναίκας. Αν όμως εγκαταλείψει το λογικό, θα το κάνει. Θέλω να τον κάνω περίγελω στους Θηβαίους, Όταν τον δουν να περνά γυναικωτός μέσα στην πόλη μετά από τις απειλές και τις φοβέρες του. Η παράθεση των ανωτέρω αποσπασμάτων οδηγεί σε μια ανασκευή της οντολογικής προτεραιότητας. Κατά τον Αριστοτέλη, τα θεατρικά έργα, καθένα ξεχωριστά, εμπίπτουν στις θεμελιώδεις περιγραφές και αναλύσεις του της τραγικής ουσίας στην Ποιητική. Έτσι, οι νόμοι της κατασκευής των έργων είναι ουσιοκρατικά δοσμένοι και ερμηνευμένοι με τον ίδιο τρόπο. Η απλή παράθεση των αποσπασμάτων από τις Βάκχες δείχνει μια αυτόνομη προσπάθεια αντίληψης και ανάλυσης της πραγματικότητας στο επίπεδο της πολιτικής, της θεολογίας, των ατομικών επιδιώξεων, ακόμη και των έμφυλων ταυτοποιήσεων. Χωρίς αυτό να αναιρεί σε τίποτε τη σπουδαιότητα της προσπάθειας του Σταγιρίτη και της ιστορικής αρκτικότητάς της, η σχέση που αυτός εγκαθιδρύει μεταξύ θεατρικής δημιουργίας και φιλοσοφικού λόγου μας οδηγεί σε άλλες πιθανές ιεραρχήσεις. Αυτό, ακριβώς, θα συμβεί τους αιώνες που θα ακολουθήσουν, υποδεικνύοντας την πρωταρχή του αριστοτελικού λόγου αλλά, συνάμα, και τον ορίζοντα της ανάδυσης του θεατρικού νεωτερισμού, διακριτά από την παγίωση της αριστοτελικής προσέγγισης. Η αμφισημία της νεωτερικότητας Είδαμε ότι η νεωτερικότητα αμφισβήτησε σε ορισμένα σημεία την αριστοτελική προσέγγιση της τραγωδίας. Ωστόσο, η εν λόγω αμφισβήτηση δεν στερείται κάποιας βαθιά ριζωμένης αμφισημίας. Όπως σημειώνει ο Γ. Μ. Σηφάκης, υπάρχει μια 15 "ευρύτατα διαδεδομένη, αν όχι καθολική, αντίληψη ότι ο Αριστοτέλης υποτιμά την παράσταση και ενδιαφέρεται μόνο για την τραγωδία ως ποίηση. Πρόκειται κατά τη γνώμη μου για τεράστια παρεξήγηση, η οποία παραγνωρίζει, πρώτα πρώτα, το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης ήταν ό πρώτος ιστορικός του θεάτρου και συγγραφέας των έργων Διδασκαλίαι, δηλ. θεατρικές παραγωγές ή παραστάσεις, Νίκαι διοvυσιακαί, και Περί τραγωδιώv (δυστυχώς δεν μας σώζονται)" (σ. 65). Ο Στ. Δρομάζος υποστηρίζει επίσης με σθένος ότι ο Αριστοτέλης αισθανόταν μια πραγματική συμπάθεια για το θέατρο και δεν ήταν απλά ένας μεταφυσικός που εφάρμοζε ένα θεωρησιακό σχήμα επάνω στην αρχαία τραγωδία. Ο Σηφάκης υποσημειώνει ότι μια "σοβαρή ερμηνευτική δυσκολία οφείλεται στο γεγονός ότι, όπως και άλλα έργα του φιλοσόφου, η Ποιητική είναι ταυτόχρονα έργο περιγραφικό και κανονιστικό, ιστορικό και φιλοσοφικό, θεωρητικό και τεχνικό" (σ. 62). Το πρόβλημα είναι ότι και η ίδια η νεωτερικότητα κινείται, συχνά, από έναν πολιτισμό που είναι σε μεγάλο βαθμό νοησιαρχικός, ο οποίος αναζητά καθαρές πρωταρχές, θεωρίες καθολικής ισχύος και χαρακτηρίζεται ως κειμενοκεντρικός. Επίσης, η εμμονή με το αφηγηματικό στοιχείο προσδιορίζει έντονα ορισμένες όψεις του μοντερνισμού. Πίσω από αυτούς τους προσδιορισμούς που χρωματίζουν τη θεατρικότητα, παραμένει το ερώτημα μιας σε βάθος αντίληψης του τραγικού λόγου σε συνάρτηση με την πρόκληση της θεατρικής δημιουργίας. Είναι βέβαιο, ότι ένα φιλοσοφικό θέμα που έχει άμεση σχέση με τη σκηνική δράση είναι αυτό της "αναπαράστασης" είτε ως μηχανισμού πρόσληψης του εξωτερικού κόσμου (perception) είτε ως νοητικών παγιώσεων της συλλογικότητας (συχνά προκαταλήψειων) είτε ως αδιάκοπτης, μεταφυσικής σχέσης του κόσμου με τις εικόνες του. Βιβλιογραφία Αριστοτέλης, Ποιητική (μτφρ. Δ. Λυπουρλής) στο: https://www.greek- language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=76 Αριστοτέλης, Ποιητική, Πρόλογος, μτφρ. Δ. Λυπουρλής, Θεσσαλονίκη, Ζήτρος, 2008. Γ. Μ. Σηφάκης, Ερμηνεία και παρερμηνείες της Ποιητικής του Αριστοτέλη, Αριάδνη, 15, 2009, 61-74, στο: file:///C:/Users/user/Downloads/jadmin,+%CE%94%CE%B9%CE%B1%CF%87%CE%B5 %CE%B9%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%82+%CE%A0%CE%B5%CF% 81%CE%B9%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D,+OCR__Pages_61- 74__Ariadne_15_2009.pdf 16 Ιωάννης Συκουτρής, Αριστοτέλους, Περί Ποιητικής, μτφρ. Σίμου Μενάρδου, εισαγωγή, κείμενο και ερμηνεία Ι. Συκουτρη, Αθήνα, Εστία, Ακαδημία Αθηνών, Ελληνική Βιβλιοθήκη, αρ. 2, 1937. Αριστοτέλους, Ποιητική, Εισαγωγή, μτφρ., σχόλια Στάθη Ιω. Δρομάζου, Αθήνα, Κέδρος, 2007. Patricia Legangneux, Les tragédies grecques sur la scène moderne. Une utopie théâtrale, Lille, Presses universitaires de Septentrion, 2004. E. Belfiore, Narratological Plots and Aristotle’s Mythos, Arethusa, 33, 2000, 37-70. Αρχαία Τραγωδία, εκπομπή "Ριμέικ", 2006, στο: https://www.youtube.com/watch?v=4XStRw1chxw Ασκήσεις Αυτοαξιολόγησης Α.Α. 1.1 Έχοντας μελετήσει τη συνοπτική περιγραφή των θέσεων του Αριστοτέλη, όπως παρουσιάστηκαν στην Ενότητα 1, επιχειρήστε να δώσετε τη δική σας σύνοψη αυτών. Έκταση κειμένου: 50-80 λέξεις. Α.Α. 1.2 Σκεφθείτε τις σχέσεις θεατρικής δημιουργίας και θεωρητικής ερμηνείας όπως παρουσιάστηκε στην Ενότητα 1 μέσα από την αριστοτελική ποιητική. Αναπτύξτε την άποψή σας για το περιεχόμενό τους και τη σημασία τους για εσάς ως θεατή. Έκταση κειμένου: 150 λέξεις. Δραστηριότητες Δρ. 1.1 Παρακολουθήστε την Ορέστεια του Αισχύλου σε σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν από το Θέατρο Τέχνης στην παρακάτω ηλεκτρονική διεύθυνση: https://www.youtube.com/watch?v=pFFzxjd7b9c Συντάξτε κείμενο 200 λέξεων στο οποίο να περιγράψετε και να επιχειρηματολογήσετε κατά πόσο το έργο που είδατε μπορεί να ενταχθεί σε κάποια 17 καθαρά νοησιαρχική προσέγγιση ή απευθύνεται σε μια ευαισθησία που δεν μπορεί παρά να ενέχει πολλαπλά νοήματα. Δρ. 1.2 Διαβάστε την τραγωδία Βάκχες του Ευριπίδη στον ηλεκτρονικό ιστότοπο: https://www.greek- language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=116 Συντάξτε κείμενο 200 λέξεων για τη σχέση του θεάτρου με τη θεωρία ανεξάρτητα από την αριστοτελική προσέγγιση. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε στοιχεία πολιτικής, κοινωνικής και αισθητικής θεωρίας. Δρ. 1.3 Αφού διαβάσετε το παρακάτω κείμενο (Πλάτων, Πολιτεία, μτφρ. Ι. Γρυπάρης, στο:https://www.greek- language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=111&page =132), όπου ο Πλάτων επιτίθεται στην ποίηση, προσπαθήστε να διατυπώσετε κατά πόσο και σε ποια σημεία σε αντίθεση με τις θέσεις αυτές προσδιορίσθηκε και διαμορφώθηκε η ανάλυση του Αριστοτέλη για την τραγωδία. Το κείμενο: [606e] Λοιπόν, φίλε μου Γλαύκων, όταν τύχει ν᾽ ακούσεις τους θαυμαστές του Ομήρου να λένε ότι ο ποιητής αυτός έχει εκπαιδεύσει την Ελλάδα και ότι αξίζει να τον πάρεις για να σου μάθει πώς να κυβερνάς και να εξευγενίζεις ανθρώπινα πράγματα, και να συμμορφώσεις όλο σου τον βίο κατά τα υποδείγματα τούτου του ποιητή, [607a] πρέπει βέβαια να τους αγαπάς και να τους υπολήπτεσαι για τη μεγάλην αξία που μπορεί να έχουν, και να παραδέχεσαι μαζί τους ότι ο Όμηρος είναι ο μεγαλύτερος των ποιητών και ο πρώτος των τραγικών, να ξέρεις όμως ότι δεν πρέπει να γίνει δεκτή στην πόλη μας καμιά άλλη ποίηση παρά ύμνοι για τους θεούς και εγκώμια για τους μεγάλους άντρες· αν πάλι παραδεχτείς και τη Μούσα που δίνει τέρψη, τη λυρική ή την επική, η ηδονή και η λύπη θα βασιλεύουν στην πόλη σου αντί για τον νόμο και τον ορθό λόγο που την υπεροχή του αναγνώρισαν πάντα όλοι οι άνθρωποι. Αυτά είναι εντελώς αληθινά. [607b] Αφού λοιπόν η περίσταση το έφερε να κάμομε πάλι λόγο για την ποίηση, αυτά είναι που είχαμε να ειπούμε απολογούμενοι γιατί την αποπέμψαμε τότε από την πόλη μας· τέτοια που είναι, ο ορθός λόγος μάς υποχρέωσε να το κάμομε. Μολαταύτα, για 18 να μη μας κατηγορήσει ως σκληρούς και αγροίκους, ας της ειπούμε ότι από παλαιά χρόνια υπάρχει μια διένεξη ανάμεσα στην ποίηση και στη φιλοσοφία· γιατί και εκείνη «η αλύχτρα σκύλα που γαβγίζει το αφεντικό της» και «ο μεγάλος ανάμεσα στα κούφια λόγια των μωρών» [607c] και «ο όχλος των πάνσοφων κεφαλών» και «οι λεπτεπίλεπτοι στη σκέψη από φτώχεια» και μύρια άλλα τέτοια αποφθέγματα μαρτυρούν την παλαιά εκείνη αντίθεση. Όμως πάλι εμείς δηλώνουμε ότι, αν η για ευχαρίστηση καμωμένη ποίηση και μίμηση μπορεί να μας παρουσιάσει κάποιον επαρκή λόγο για ν᾽ αποδείξει πως έχει θέση μέσα σε μιαν ευνομούμενη πόλη, είμαστε πρόθυμοι να της επιτρέψομε να ξαναγυρίσει, επειδή ξέρουμε τη γοητεία που εξασκεί απάνω σ᾽ εμάς τους ίδιους· αλλά είναι ανόσιο να προδώσομε εκείνο που πιστεύομε ως αληθινό· Απαντήσεις Ασκήσεων Αυτοαξιολόγησης Α.Α. 1.1 Η άσκηση σας καλεί να συνοψίσετε τις θέσεις του Αριστοτέλη. Να εστιάσετε στις έννοιες της ουσιοκρατίας (μια προσδιοριστική ουσία για καθετί) και της νοησιαρχίας (πίστη στην επεξηγηματική δύναμη των νοητικών κατηγοριών). Μέσα από τη σύνοψη εκφράστε μια σύντομη κριτική. Α.Α. 1.2 Μια διαχρονική παρατήρηση είναι ότι κάθε έργο τέχνης χαρακτηρίζεται από μια πολλαπλότητα νοημάτων και οι κριτικές που επιχειρούν να το αναλύσουν είναι επίσης πολυάριθμες και συχνά συγκρούονται μεταξύ τους. Ωστόσο, μόλις υπερβούμε το επίπεδο της απλής ευχαρίστησης, το ζήτημα του νοήματος προβάλλει με εξαιρετική οξύτητα. Τι σημαίνει ένα έργο τέχνης; Η εμπειρία από την ανάλυση μας δείχνει ότι η όποια ερμηνεία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι καταληκτική. Άραγε, αυτό πρέπει να μας αποθαρρύνει από την προσπάθεια να καταλάβουμε την νοηματική κατεύθυνση ενός έργου τέχνης, στην προκειμένη περίπτωση ενός θεατρικού έργου; Το γεγονός ότι ένα θεατρικό έργο βασίζεται σε ένα κείμενο μας διευκολύνει; Το θεατρικό κείμενο ταυτίζεται με την παράσταση και ο θεατρικός δραματουργός θεωρεί άραγε τον εαυτό του πρώτιστα ως κειμενογράφο; Οι διαφορετικές παραστάσεις από διάφορες σκηνοθετικές οπτικές είναι ένα αναγκαίο κακό και πρέπει να ζητούμε την τελειωτική παράσταση ή, αντίθετα, η πολλαπλότητα των προοπτικών συμβάλλει στον δυναμισμό ενός έργου; 19 20