Ομηρική Εποχή PDF
Document Details
Uploaded by SatisfyingMossAgate6028
Tags
Summary
Το έγγραφο εξετάζει την Ομηρική Εποχή στην ελληνική ιστορία, περιλαμβάνοντας πληροφορίες για την κοινωνική, οικονομική και πολιτική οργάνωση της περιόδου. Επίσης, αναλύονται οι πηγές πληροφορίας, όπως τα ομηρικά έπη, και η σημασία της εποχής για την εξέλιξη του ελληνικού πολιτισμού.
Full Transcript
2.1 Ομηρική εποχή (1100-750 π.Χ.) Την παρακμή των μυκηναϊκών κέντρων ακο λούθησε περίοδος αναστατώσεων, η οποία διήρ κεσε περίπου τρεις αιώνες. Οι συνεχείς μετακινή σεις των ελληνικών φύλων αποτέλεσαν μια μετα βατική εποχή, προς το τέλος της οποίας, μετά την απόκτησ...
2.1 Ομηρική εποχή (1100-750 π.Χ.) Την παρακμή των μυκηναϊκών κέντρων ακο λούθησε περίοδος αναστατώσεων, η οποία διήρ κεσε περίπου τρεις αιώνες. Οι συνεχείς μετακινή σεις των ελληνικών φύλων αποτέλεσαν μια μετα βατική εποχή, προς το τέλος της οποίας, μετά την απόκτηση μόνιμων εγκαταστάσεων, οι Έλληνες διαμόρφωσαν τις προϋποθέσεις της ανασυγκρό τησής τους. Κύρια πηγή πληροφοριών γι’ αυτή την περίοδο, εκτός από την αρχαιολογική έρευνα, εί ναι τα ομηρικά έπη. Για το λόγο αυτό, οι ερευνητές την ονομάζουν συμβατικά ομηρική εποχή. Έχει χα ρακτηριστεί και ως ελληνικός μεσαίωνας ή σκοτει νοί χρόνοι, γιατί παλαιότερα τη θεωρούσαν εποχή παρακμής και οι γνώσεις μας γι’ αυτήν ήταν περι ορισμένες. Σήμερα η ιστορική έρευνα μιλάει πλέον για μια περίοδο ανασυγκρότησης και οργανωτικής δημιουργίας, στη διάρκεια της οποίας τέθηκαν τα θεμέλια του ελληνικού πολιτισμού. Ο πρώτος ελληνικός αποικισμός. Τα ελληνικά φύλα από τα μέσα περίπου του 11ου αι. π.Χ. μέ χρι και τον 9ο αι. π.Χ. εξαπλώθηκαν, με γέφυρα τα νησιά του Αιγαίου, στις δυτικές ακτές της Μ. Ασί ας. Οι μεταναστευτικές αυτές κινήσεις είναι γνω στές ως πρώτος ελληνικός αποικισμός. Ελληνικά φύλα που μιλούσαν την αιολική διάλεκτο μετακι νήθηκαν από τη Θεσσαλία προς το βορειοανατο λικό Αιγαίο και εγκαταστάθηκαν στα νησιά Τένεδο και Λέσβο και στα απέναντι παράλια της Μ. Ασίας, στην περιοχή που ονομάστηκε Αιολίς. Οι Ίωνες, άλλο ελληνικό φύλο, από τη βορειο ανατολική Πελοπόννησο, την Αττική, την Εύβοια συμπαρασύροντας «ἄλλα τε ἔθνεα πολλά» (Ηροδ., Α, 146), όπως Δρύοπες, Μολοσσούς, Αρκάδες, Φωκείς, Μάγνητες κ.ά., με γέφυρα τις Κυκλάδες μετακινήθηκαν προς τη Σάμο, τη Χίο και τις απέ ναντι ακτές της Μ. Ασίας, όπου ίδρυσαν δώδεκα νέες πόλεις. Αυτές οι πόλεις στη συνέχεια συγκρό τησαν θρησκευτική ένωση, το Πανιώνιο, με κέντρο το ιερό του Ποσειδώνα, στο ακρωτήριο της Μυ κάλης. Η εξάπλωση των Ιώνων έγινε προοδευτικά σε βάρος των άλλων φύλων, με αποτέλεσμα ολό κληρη η δυτική ακτή της Μ. Ασίας να γίνει γνωστή με το όνομα Ιωνία. Τέλος, ακολούθησε η μετανάστευση των Δω ριέων. Οι Δωριείς δε μετακινήθηκαν ως προσφυγικές ομάδες, πιεζόμενες από άλλα φύλα. Πρόκει ται μάλλον για τις πρώτες δωρικές ομάδες που γνώρισαν τη θάλασσα. Αποχώρησαν από τη Λα κωνία, την Επίδαυρο, την Τροιζήνα και εγκατα στάθηκαν στη Μήλο, τη Θήρα, την Κρήτη και στη συνέχεια στη Ρόδο, την Κω και στις νοτιοδυτικές ακτές της Μ. Ασίας. Οι πόλεις Ιαλυσός, Κάμιρος και Λίνδος της Ρόδου, η πόλη της Κω, καθώς και η Κνίδος και η Αλικαρνασσός στη Μ. Ασία συγκρό τησαν στη συνέχεια θρησκευτική ένωση, γνωστή ως δωρική εξάπολη, με κέντρο το ιερό του Απόλ λωνα, στο Τριόπιο ακρωτήριο της Κνίδου. Όλα τα ελληνικά φύλα που μετανάστευσαν στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και στις μικρασιατι κές ακτές απέκτησαν γρήγορα μόνιμη εγκατάστα ση στους νέους τόπους και προοδευτικά επεκτά θηκαν στην ενδοχώρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναμείχθηκαν μεταξύ τους αλλά και με τους γη γενείς πληθυσμούς. Οικονομική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση. α) Η οικονομία. Αυτή την εποχή, κύρια πηγή οικο νομικής ανάπτυξης ήταν η γη. Η παραγωγή στηρι ζόταν σε μια μορφή κλειστής αγροτικής οικονομί ας. Τα μέλη δηλαδή κάθε οικογένειας, μαζί με άλλα άτομα που εξαρτιόνταν οικονομικά από την οικο γένεια, συγκροτούσαν έναν οίκο και επιτελούσαν όλες τις παραγωγικές εργασίες. Δεν υπήρχαν πε ριθώρια εργασιακής ειδίκευσης σε μεγάλη κλίμα κα και κατ’ επέκταση δεν υπήρχε βιοτεχνική ανά πτυξη. Όλα τα παραγόμενα αγαθά, κυρίως γεωρ γικά και κτηνοτροφικά, καταναλώνονταν στο πλαί σιο του οίκου. Πολλές φορές παρουσιαζόταν έλ λειψη αγαθών, τα οποία αναπληρώνονταν με άλ λους τρόπους όπως με περιορισμένο ανταλλακτικό εμπόριο μεταξύ των οίκων, με ανταλλαγή δώρων, με τον πόλεμο και την πειρατεία. Μέτρο αναφοράς για την αξιολόγηση των ανταλλασσόμενων αγα θών ήταν το βόδι ή τα δέρματα ζώων, τα μέταλλα κι ακόμα οι δούλοι2. Την εποχή αυτή το εξωτερικό εμπόριο, κυρίως για την προμήθεια μετάλλων και δούλων, διεξαγόταν από τους Φοίνικες. β) Η κοινωνία. Στις πρώιμες αυτές κοινωνίες ο οίκος φαίνεται πως λειτούργησε ως μονάδα κοι νωνικής συγκρότησης3. Με τον τερματισμό των μετακινήσεων των ελληνικών φύλων και την από κτηση μόνιμων εγκαταστάσεων, τα μέλη του οί κου, που συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς, γί νονταν κάτοχοι της γης και αποκτούσαν οικονομι κή ισχύ. Ήταν οι άριστοι (ευγενείς), που τους γνω ρίζουμε από τις διηγήσεις του Ομήρου. Στο πλαίσιο του οίκου, ωστόσο, ζούσαν και πολ λοί άνθρωποι που δεν είχαν άμεσους συγγενικούς δεσμούς με τους ευγενείς. Αυτοί αποτελούσαν μια πολυάριθμη κοινωνική ομάδα γνωστή με την ονο μασία πλήθος. Ανεξάρτητοι από τον οίκο αλλά οι κονομικά εξαρτώμενοι από τους οίκους μιας ευρύ τερης περιοχής, ήταν εκείνοι των οποίων η εργασία προϋπέθετε κάποια ειδίκευση, όπως ο ξυλουργός, ο αγγειοπλάστης, ο χαλκουργός κ.ά. Αυτοί ονομά ζονταν δημιουργοί και ασκούσαν την εργασία τους για να καλύψουν τις ανάγκες μιας κοινότητας που περιλάμβανε τους οίκους μιας περιοχής. Τέλος, οι δούλοι αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο του οίκου. Οι περισσότεροι είχαν απο κτηθεί από τους πολέμους ή την πειρατεία. γ) Η πολιτική οργάνωση. Οι πρώτες ελληνικές κοινωνίες οργανώθηκαν με φυλετικά κριτήρια, δηλαδή αποτέλεσαν κράτη φυλετικά*. Κάθε φύ λο, το οποίο διαρθρωνόταν σε φυλές, φ(ρ)ατρίες και γένη με βάση τους συγγενικούς δεσμούς, μπο ρούσε να αποτελέσει ένα κράτος. Φυλετικό κρά τος επίσης μπορούσε να προκύψει από τη διάσπα ση ενός φύλου ή ακόμα από την ένωση περισσο τέρων φυλών του ίδιου φύλου. Η ανάγκη όμως για την αντιμετώπιση των προ βλημάτων μέσα στα φυλετικά κράτη θα οδηγήσει προοδευτικά στην πολιτική τους οργάνωση. Έτσι, οι φυλετικοί αρχηγοί της εποχής των μετα κινήσεων εξελίχθηκαν σε κληρονομικούς βασιλείς, αφότου τα φύλα απέκτησαν μόνιμες εγκαταστάσεις. Ο βασιλιάς των ομηρικών κοινωνιών, δηλαδή αυτών που προέκυψαν μετά τις μετακινήσεις των ελληνικών φύλων, ήταν ο αρχηγός του στρατού σε εποχή πολέμου και ο κυβερνήτης με θρησκευτική και δικαστική εξουσία σε περίοδο ειρήνης. Δίπλα στοβασιλιά υπήρχε ένα συμβούλιο που αποτελούνταν από τους αρχηγούς των ισχυρών γενών, οι οποίοι ονομάζονταν και αυτοί βασιλείς. Το συμβούλιο αυτό των ευγενών (βουλή των γερόντων) βαθμιαία περι όρισε τη βασιλική εξουσία. Όταν ο βασιλιάς έπαιρνε κάποια σημαντική απόφαση, συγκαλούσε σε σύνο δο το πλήθος, κυρίως τους πολεμιστές για να ζητή σει τη γνώμη τους (εκκλησία του δήμου) 4. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πλαίσιο των ομη ρικών κοινωνιών διαμορφώθηκαν όλοι εκείνοι οι θεσμοί που οδήγησαν από τα μέσα του 8ου αι. π.Χ. στην πολιτική συγκρότηση των ελληνικών κοινω νιών. Εδώ συναντούμε το πρώτο στάδιο πολιτικής οργάνωσης, που αργότερα θα εξελιχθεί μέσα στο πλαίσιο των ελληνικών πόλεων-κρατών. Ο πολιτισμός. Μετά την πτώση των μυκηναϊ κών ανακτόρων, η δύσκολη γραμμική Β΄ γραφή, την οποία γνώριζαν να χρησιμοποιούν λίγοι γρα φείς, λησμονήθηκε. Για τρεις περίπου αιώνες οι Έλ ληνες δε χρησιμοποίησαν γραφή. Ωστόσο, στα τέ λη του 9ου αι. π.Χ. ή στις αρχές του 8ου αι. π.Χ. επανεμφανίζεται η γραφή στον ελλαδικό χώρο. Τα σύμβολα της γραφής δεν αποδίδουν πλέον συλλα βές αλλά φθόγγους. Η ελληνική αλφαβητική γραφή προέκυψε κατά τρόπο αφομοιωτικό από το φοινικι κό αλφάβητο. Οι Έλληνες προσάρμοσαν τα σύμβο λα στις φωνητικές αξίες της ελληνικής γλώσσας και επιπλέον πρόσθεσαν τα φωνήεντα που έλειπαν από το φοινικικό αλφάβητο. Έτσι έγιναν οι δημιουργοί του πρώτου πραγματικού αλφαβήτου. Την ομηρική εποχή δημιουργήθηκαν τα πρώ τα ιερά, τα οποία σταδιακά απέκτησαν πανελλή νιο χαρακτήρα. Παράλληλα με τις τοπικές λατρείες παγιώθηκαν οι θρησκευτικές αντιλήψεις που συ γκρότησαν το ολυμπιακό δωδεκάθεο. Στα πολιτιστικά επιτεύγματα της περιόδου περι λαμβάνονται η προφορική διαμόρφωση της πρώ της ελληνικής ποίησης, της επικής ποίησης, και τα έργα της τέχνης, κυρίως της κεραμικής και της μι κροτεχνίας. Από τη μυκηναϊκή ήδη εποχή πρέπει στον ελ λαδικό χώρο να είχαν δημιουργηθεί τραγούδια με ηρωικό περιεχόμενο. Τα τραγούδια αυτά φαίνεται ότι αποτέλεσαν το υπόβαθρο, το οποίο αργότερα οι Έλληνες των αποικιών της Μ. Ασίας χρησιμο ποίησαν για να συγκροτήσουν γύρω από δύο δι αφορετικά θέματα τα ομηρικά έπη. Το περιεχόμε νο των τραγουδιών ήταν γνωστό στους ποιητές των ομηρικών χρόνων, τους ραψωδούς, οι οποί οι το τραγουδούσαν προσθέτοντας πολλές φο ρές καινούργια στοιχεία για να διασκεδάσουν το λαό στα πανηγύρια ή τους ευγενείς στα μέγαρά τους. Η παράδοση θέλει ως δημιουργό των δύο επών τον Όμηρο, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα συνέθεσε την Ιλιάδα στην πρωταρχική της μορφή στα μέσα περίπου του 8ου αι. π.Χ. Η σύνθεση της Οδύσσειας τοποθετείται στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. ή στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. Η τέχνη των ομηρικών χρόνων ονομάστη κε συμβατικά από τους ερευνητές γεωμετρική. Η ίδια ονομασία χρησιμοποιείται πολλές φορές για να χαρακτηρίσει την ίδια την εποχή, εξαιτίας των γεωμετρικών σχεδίων που κυριάρχησαν στη δια κόσμηση των αγγείων αλλά και στην κατασκευή των έργων της μικροτεχνίας